Ο κόσμος τους σέβεται, τους θαυμάζει ακόμα ακόμα, περιμένει πάντα με ζέση τις εκάστοτε δουλειές τους. Δεν θα λέγαμε, ωστόσο, πως οι μεγάλοι σκηνοθέτες ξυπνάνε και αισθήματα πάθους. Πολύ σπάνιο δηλαδή να συναντήσεις «γκρούπι» κάποιου εκ των Τζέιμς ΚάμερονΣτίβεν Σπίλμπεργκ, Μάρτιν Σκορσέζε ή Φράνσις Φορντ Κόπολα, για να αναφέρουμε μερικά «γκανιάν» ονόματα του χώρου. Με τον Κλιντ Ίστγουντ όμως, είναι αλλιώς.

Έχει να κάνει, πιθανότατα, με το ότι τον μάθαμε πρώτα και παράλληλα ως ηθοποιό. Και μάλιστα πρώτου μεγέθους. Είχε δηλαδή ισχυρή fan base. Κατάφερε από το νέο του ρόλο, πίσω από τις κάμερες, να το πάει στο επόμενο επίπεδο. Κρατώντας ζηλευτή συναισθηματική σύνδεση με τον κόσμο.

Ένας επιπλέον λόγος να θαυμάζει κανείς τον Κλιντ Ίστγουντ είναι η ανθεκτικότητά του. Ο άνθρωπος είναι 93 ετών και βρέθηκε ξανά on set, γυρίζοντας ταινία. Γονιδιακά αξιοθαύμαστο, είναι και ζήτημα ψυχολογίας. Η φλόγα της δημιουργίας καίει ακόμα μέσα του, η θέληση να κάνει πράγματα, να αφηγηθεί τις ιστορίες του με διαύγεια σκέψης και καρδιά μικρού παιδιού. «Μην αφήσεις τον γέρο να μπει μέσα σου», όπωςπολύ ωραία το έχει πει κάποτε. Και το έκανε πράξη.

H τελευταία του ταινία (μέχρι την επόμενη;)

Juror No2, λοιπόν. Με Νίκολας Χουλτ και Τόνι Κολέτ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. To story έχει να κάνει με έναν ένορκο, ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα σοβαρό ηθικό δίλλημα ενώ καλείται να αποφασίσει αν ο κατηγορούμενος για φόνο είναι ένοχος ή όχι.

Να λοιπόν τι μας ετοιμάζει αυτή τη φορά. Κάτι που εκτός απροόπτου θα είναι και το τελευταίο του έργο. Μακάρι να μας διαψεύσει, βέβαια. Προς ώρας πάντως, για τέτοιο μοιάζει. Για «αντίο». Η προηγούμενη ταινία του (Cry Macho), το 2021, δεν «περπάτησε» καλά και ο πληγωμένος του εγωισμός δεν δεχόταν πως αυτό θα μπορούσε να είναι το φινάλε του.

Είναι η 40η ταινία του Κλιντ Ίστγουντ ως σκηνοθέτης. Και ως σκηνοθέτης πιο σωστά, αφού σε αρκετές δουλειές του κρατάει διττό ρόλο, παίζοντας κιόλας. H πρώτη του (δουλειά) πίσω από τις κάμερες ήταν το Play Misty for Me, το 1971. Μετά από 52 χρόνια είναι ακόμα εδώ. Έχοντας αφήσει παρακαταθήκη, αριστουργηματικά φιλμ. Διαφόρων ειδών μάλιστα, από art ως κωμωδίες, κι αυτό είναι ένα έξτρα «κάτι».

Πήρε ένα καλό βιβλίο και έκανε μια αριστούργημα (Σκοτεινό Ποτάμι), πήρε ένα κακό βιβλίο και έκανε μια εξαιρετική ρομαντική ταινία (Οι Γέφυρες του Μάντισον) – όταν ξεστόμισε εκεί το «Δεν θέλω να σε χρειάζομαι, αφού δεν μπορώ να σε έχω» κατέρριψε ό,τι στερεότυπο τον ακολουθούσε.

Υπενθύμισε σε όλους τι σημαίνει καλό γουέστερν με το μεγαλοπρεπώς απέριττο Οι Ασυγχώρητοι. Στο σπαραχτικό Million Dollar Baby μας έκανε όλους να χειροκροτούμε με… χέρια και με πόδια για το «δώρο» που μας χάρισε – ίσως η καλύτερη ταινία του.

Το τρικ των διαφορετικών ματιών στα διαδοχικά Οι Σημαίες των Προγόνων μας και Γράμματα από την Ίβο Τζίμα κατέδειξε με τον πιο φανερό τρόπο πως η φρίκη του πολέμου δεν έχει πατρίδα. Στο Invictus μας συγκίνησε, στο Space Cowboys μας έδειξε τη fun πλευρά του.

Αυτός ο φοβερός τύπος έβγαλε, στα 80 του (!) ένα έπος όπως το Gran Torino. Άλλοι σκηνοθέτες ούτε στην ηλικιακή ακμή τους δεν θα μπορούσαν να φανταστούν τέτοιο πράγμα. Η πιο προσωπική του ταινία, ένας θρίαμβος από κάθε άποψη.

Ο δρόμος που περπάτησε ο Κλιντ Ίστγουντ ήταν ξεκάθαρα δικός του

Παραγωγικός, ποιοτικός με ποικιλία θεμάτων και μια δική του ματιά επί των πραγμάτων, άκρως ενδιαφέρουσα. «Αν δεν συνέχιζα να είμαι αυτός που ξέρω, μπορεί να βρεθώ να έχω να κάνω με έναν τύπο που δεν θα μου αρέσει. Να κοιταχτώ στο καθρέφτη και να σκεφτώ “Τι κάνω με αυτόν τον ηλίθιο;”» έχει πει ο Κλιντ Ίστγουντ.

Εξ αρχής άλλωστε γι’ αυτό στράφηκε (και) στη σκηνοθεσία. Γιατί «είναι κάτι που μπορείς να κάνεις ως μεγαλύτερος» και αναπαράγουμε ξανά δικά του λόγια. Είναι ΟΚ να μην σου αρέσει κάποια ταινία του. Δεν είναι όλες καλές, άλλωστε. Αλλά σε ανθρώπινο κομμάτι δύσκολα θα βρεις κάποιον να πει ψήγμα κακής κουβέντας.

Ήταν στα 30+ όταν συναντήθηκε με την επιτυχία. Ο «άνθρωπος δίχως όνομα» στην τριλογία των σπαγγέτι γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε. Για μια χούφτα δολάρια, Μονομαχία στο Ελ Πάσοκαι Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος. Θρυλικές ταινίες που τον έκαναν γνωστό παντού και επανόρισαν τα γούεστερν μια για πάντα – έτσι γίνεται. Μα, αλήθεια, ήταν τόσο cool η εικόνα του, με το poncho καπέλο του και το τσιγάρο στα χείλη.

Με τον Dirty Harry (Επιθεωρητής Κάλαχαν) ρίσκαρε, δεν ήταν «εύκολος» ρόλος, είχε πολύ βία και ωμότητα η υπόθεση. Η πορεία βέβαια τον δικαίωσε με τον πιο ηχηρό τρόπο, ανάγοντάς το σε θέση all time classic. “Do you feel lucky, punk?”…

Σε μια πιο σφαιρική προσέγγιση, ο Κλιντ Ίστγουντ έδωσε ανθρώπινη ερμηνευτικά νότα σε μια εποχή που το κοινό έψαχνε για ήρωες, ταύτιση. Δεν γεννήθηκε για να παίζει σεξπηρικούς ρόλους, ξεκάθαρα. Αλλά ήταν χαρισματικός σε αυτό που έκανε, γι’ αυτό και κέρδισε τη διαχρονικότητα, την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη αποδοχή.

Κι επίσης, επειδή άργησε κάπως να τα καταφέρει, έκανε κτήμα του την πολύτιμη γνώση πως όλα είναι σχετικά, παν μέτρον άριστον. Ήταν αρκετά ώριμος να μην αλλοιωθεί από την επιτυχία. Θυμόταν πάντα καλά την εποχή που προσπαθούσε να κάνει την τύχη του στη show business ενώ παράλληλα τοποθετούσε πισίνες σε σπίτια πλουσίων.  

Από μικρός υιοθέτησε την κλασική αμερικανική νοοτροπία πως «η δουλειά κάνει τους άντρες». Ακούγεται κάπως αυτό εν έτει 2023, αλλά πρέπει να το προσεγγίσουμε και να το απομονώσουμε στην περίοδο που γαλουχήθηκε και στο πώς τον διαμόρφωσε ως νοοτροπία.

Ένας θησαυρός, παγκόσμιας κλίμακας

Είναι ένας σκηνοθέτης που κάνει τα πράγματα απλά ο Κλιντ Ίστγουντ. Με την έννοια πως δεν θα δεις ούτε τα σούπερ εφέ, ούτε τα κολοσσιαία μπάτζετ στις ταινίες του. Κάνει σινεμά όπως το έμαθε, όπως το αγάπησε. Ένα old school που καταφέρνει πάντα να μένει επίκαιρο.

Δεν υπάρχει κάποιο φιλοσοφικό υπόβαθρο ούτε κάποια ιδιαίτερη πολιτική ανάλυση στα φιλμ του. Είναι απλά, συνήθως, τα πράγματα. Ξεκάθαρα, διακριτά. Παρότι συντηρητικός και δηλωμένος Ρεπουμπλικάνος, δεν έβαλε ποτέ το ιδεολογικό πιο πάνω.

Γι’ αυτό και σε όποιο πολιτικό φάσμα κι αν ανήκει κανείς, θα βρει τον εαυτό του σε ταινίες του Κλιντ Ίστγουντ – παρεμπιπτόντως το ξέρατε πως για ένα φεγγάρι υπήρξε δήμαρχος; Σε μια μικρή πόλη της Καλιφόρνια, αλλά τα παράτησε μετά από 2 χρόνια επειδή δεν προλάβαινε. Μια χαρά τα πήγαινε. Δεν ήταν όμως δυνατόν να είναι στο 100% παρών από ένα σημείο κι ύστερα και δεν έμαθε ποτέ να κάνει μισές δουλειές.

Η πορεία του στο σινεμά είχε, αναπόδραστα, αποτυχίες. Σε κάθε περίπτωση, δεν τον πτόησαν. Όταν κάτι δεν του βγήκε, δοκίμασε κάτι άλλο. Χωρίς να χάσει χρόνο κλαίγοντας τη μοίρα του ή εκφράζοντας κάποιου είδους παράπονο.

Κι ίσως αυτό πρέπει να κρατήσουμε περισσότερο από τον Κλιντ Ίστγουντ. Λίγα λόγια, πολλές πράξεις. Αυτοπειθαρχία, αυτογνωσία, αυτοκριτική. Με μια μόνιμη διάθεση να κοιτάει μπροστά. Με μια απαράμιλλη ικανότητα να παραμένει φρέσκος.

Δεν ήταν ο καλύτερος ηθοποιός που είδαμε ποτέ. Ούτε είναι ο καλύτερος σκηνοθέτης. Είναι, όμως, όσο πιο σπέσιαλ γίνεται. Ένας «εθνικός θησαυρός» των Αμερικανών. Που κατάφερε και κέρδισε και τις καρδιές των σινεφίλ σε παγκόσμια κλίμακα. 

Έκανε ντεμπούτο το 1955, παίζοντας ένα δευτερότριτο ρόλο στο Revenge of the Creature. Είναι 2023, είναι 93 ετών και ακόμα γυρίζει ταινίες. «Ένας άνδρας πρέπει να ξέρει τα όρια του», είχε πει κάποτε ως Κάλαχαν. Καθώς φαίνεται ο ίδιος δεν έχει τέτοια.

Πηγή: intronews.gr