Καιρό πριν με αφορμή τη μέρα που γεννήθηκε ο Μάρκο Βαν Μπάστεν, είχα αναφερθεί στη Μεγάλη των Ολλανδών ποδοσφαιρική σχολή και πολύ καλά της είχα κάνει, γιατί ελάχιστες διδάξανε το τόπι, σαν και του λόγου της. Κάποιους μήνες μετά είχα στείλει ένα ερωτικό γράμμα, στον έκανε το στάδιο μπουρδέλο ρε Ντανιέλο Μπατίστα, μιας κι ήταν ότι πιο κοντινό σε Ρουντ Γκούλιτ είδαμε ποτέ στα ελληνικά γήπεδα.  

Σήμερα όμως που ο ορίτζιναλ Ρουντ Γκούλιτ έχει γενέθλια και γίνεται 58 ετών, είπα να γράψω κάποιες αράδες για πάρτη του. Προκαταβολικά να σου πω, ότι δεν θα επεκταθώ πολύ σε στατιστικά στοιχεία, που μετράνε μόνο σε συμμετοχές και γκολ την αξία ενός παίχτη. Λίγη σημασία έχουν για μένα άλλωστε αυτά κι όποιος θέλει, είναι μόλις λίγα κλικ μακριά να τα βρει.  

Ο Ρουντ άλλαξε 6 φανέλες στην ποδοσφαιρική του καριέρα που έληξε το 1998. Χάρλεμ, Φέγενορντ, Αϊντχόβεν, Μίλαν, Σαμπντόρια (με 2 πηγαίνε, έλα στις ιταλικές ομάδες) και Τσέλσι είχαν την τύχη, τη χαρά και την τιμή, να τον βλέπουν να αλωνίζει στα γήπεδα τους. Παράλληλα, υπήρξε βασικό κι αναντικατάστατο γρανάζι στη μηχανή της Εθνικής Ολλανδίας για πάνω από μια δεκαετία κι ακόμη ευχαριστώ την τύχη μου, που κατάφερα ηλικιακά να προλάβω και να θυμάμαι κάποια από τα χρόνια του στα γήπεδα. 

Βλέπεις, μιλάμε για ένα από αυτά τα ποδοσφαιρικά αλάνια που εκτός από το ταλέντο και την τεχνική, περίσσευαν το θράσος και τα κάκαλα για να κάνει σπουδαία πράγματα στο χορτάρι. Εκτός από τις αρέτες του στο γκαζόν, που κανείς δεν ήταν ποτέ αρκετά τρελός ώστε να αμφισβητήσει η παρουσία του, μόνο απαρατήρητη δεν περνούσε, καθώς πρόκειται για τον πιο σπουδαίο ρασταφάρι που έβγαλε ποτέ η Ολλανδία. Από την χαίτη του Νίκου Τσιαντάκη, μέχρι τα ράστα του Ρουντ Γκούλιτ, η ποδοσφαιρική ιστορία των δεκαετιών του ‘80 και του ‘90, είναι σπαρμένη με καλτ ιστορίες για ακόμη πιο καλτ κόμες που ρίχνανε λάδι στο καντήλι του καλαμπουριού και των αφηγήσεων μπαρμπαδίστικου ύφους σε κάποιο καφενείο που σόλνταραν οι πορτοκαλάδες μπλε κι οι ουζομεζέδες Κυριακή βράδυ. Ανάμεσα τους, σίγουρα θα έβρισκε χώρο κι η “κόντρα” του Ρουντ με τον Μαραντόνα!

Εκεί ήταν που ο Γκούλιτ έπαιξε ακόμη μεγαλύτερη μπάλα, γιατί ήταν ένας από τους ποδοσφαιριστές, που δεν σιώπησε σε μια περίοδο που ο ρατσισμός φώλιαζε εντός των τεσσάρων γραμμών του γηπέδου, κερκίδων και αποδυτηρίων. Για αυτό κι εικόνα του να δίνει ένα από τα αναρίθμητα βραβεία που κέρδισε στον Νέλσον Μαντέλα, παραμένει ένα από τα πιο δυνατά αθλητικά στιγμιότυπα της εποχής. 

Η Μαύρη Τουλίπα, ή Μαύρη Πλεξούδα ή Σίμπα ήταν ένας από τους ήρωες των γηπέδων, που εκτός από τον εβδομαδιαίο εξευτελισμό αντιπάλων, εντός τερέν είχε επιφορτιστεί να γεννά ιστορίες που έδιναν στις Κυριακές των φανς του, ξεχωριστή αξία. Ο τρόπος που όργωνε το γήπεδο, με την τρομακτική του σωματοδομή, ενώ έκοβε και μοίραζε το παιχνίδι στις ομάδες του, αξίζει να μελετηθεί από τις επόμενες γενιές, κυρίως για αυτή την έμφυτη αλητεία που διακατείχε πάντα τον καλύτερο του γηπέδου.  

Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας, βρέθηκε στους πάγκους μα δεν πέτυχε να μεταλαμπαδεύσει όσα απογείωσαν την καριέρα του. Ωστόσο πρόλαβε να κεράσει μια από τις πιο γνωστές δηλώσεις που έγιναν ποτέ μιλώντας για sexy football και τότε ήταν που ολοκληρώθηκε η εικόνα. Αυτό ήταν πάντοτε ο Γκούλιτ. Ο μπαμπάς του sexy football, μιας και χάρισε αμέτρητες ερωτεύσιμες στιγμές, που δύσκολα ξεπερνά κάποιος, όσα χρόνια κι αν περάσουν έκτοτε. Έδωσε απλόχερα σκιρτήματα στις καρδιές μας, με φασωματικές ποδοσφαιρικές παραστάσεις, που όσοι τυχεροί παρακολούθησαν, ακόμη κρατάνε το συλλεκτικό εισιτήριο, ως απόδειξη της σχέσης τους με τον ατίθασο ρασταφάρι, που γεννήθηκε για να τον αγαπούν!