Πόσο τραγική μπορεί να είναι μια τραγωδία και πόσο τραγικά μπορεί κανείς να την αποδώσει; Ο Γιάννης Χουβαρδάς, στο πλαίσιο της προσωπικής του τετραλογίας (“Η άλλη πλευρά της Καταιγίδας” (ΕΦ 2022), “Βασιλιάς Ληρ” (ΕΘ 2023), “Μαχαγκόννυ” (ΕΛΣ 2024), “Δον Κάρλος” (ΚΘΒΕ 2024-25)), διερευνά για μια ακόμη φορά τη σχέση κινηματογράφου και θεάτρου, αλλά κυρίως «πώς η εξουσία και το χρήμα, σε μια κοινωνία χωρίς μητέρες και με τη γυναίκα σε θέση υποταγής, τρελαίνει τους ανθρώπους (πρώτα τους ίδιους τους άντρες-πατέρες) και τους εξοντώνει, ηθικά, πνευματικά, και φυσικά, πώς ο άνθρωπος χάνει την ανθρώπινη υπόστασή του – την ψυχή του, το πνεύμα του, το σώμα του, και πώς μπορεί μέσα από αυτή την κόλαση να βρει έναν αληθινό, ισορροπημένο εαυτό».

Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαράντης 

Σημείωση: οι κριτικές πάσης και όποιας φύσεως δεν είναι αντικειμενικές αλήθειες. Τον υποφαινόμενο δογματισμό τους τούς τον υποβάλλουμε εμείς που βρισκόμαστε πίσω από τις λέξεις. Εμείς που φέρουμε εμμονές, αισθητικές, προτιμήσεις, αντιρρήσεις, βιώματα και προσωπικά σημειώματα. Όπως αντίστοιχα φέρετε κι εσείς που βρίσκεστε απέναντι από τις λέξεις αυτές. Γι’ αυτό, ας ξεκαθαρίσουμε ευθύς εξαρχής, πως μια κριτική δεν αποτελεί εχέγγυο για την ποιότητα μιας παράστασης ή γενικώς ενός πολιτιστικού κειμένου. Αποτελεί μοναχά την προσωπική θέση ενός ανθρώπου που έβαλε τις σκέψεις του σε λέξεις. 

(Συνεχίζουμε) 

Ο Σαίξπηρ μιλά – διά στόματος Διονύση Καψάλη, στη συγκεκριμένη περίπτωση – για έναν άνθρωπο επιφανή και επιφανειακό. Για έναν άνθρωπο που μετρά την αγάπη σε κολακείες. Για έναν άνθρωπο που μετρά τα παιδιά του σε επικράτειες. Κι οι επικράτειες κι οι κολακείες μαραίνονται, ξεραίνονται σε κάθε του βήμα κι η ερημιά του είναι πλέον τόσο βαθιά και τραχιά που τον οδηγεί στην τρέλα. Αυτός είναι ο Ληρ. Ο Βασιλιάς που αποκήρυξε την τρίτη του την κόρη γιατί αρνήθηκε να του πει πως τον αγαπούσε περισσότερο απ’ όσο τον αγαπούσε. 

Τα μάτια της, ήταν υγρά και ασάλευτα, έρημα κι ερημικά. Τρεμόπαιζαν πάνω στο τσαλακωμένο νάιλον που χρησίμευε ως οθόνη κι η κάμερα πλησίαζε, όλο και πλησίαζε το δάκρυ από γκλίτερ που έγλειφε το μάγουλό της. Ο Γιάννης Χουβαρδάς σκηνοθετεί εις διπλούν (με τα βίντεο του Παντελή Μάκκα), την κατάρρευση – ψυχική και ηθική – ενός ολόκληρου βασιλείου. Αλλά το βασίλειό του αυτό δεν έχει οικόσημα και ακριβά φορέματα. Έχει τατουάζ και άνιμαλ πριντς. Έχει καδένες και πιστόλια. Έχει νάιλον κουκούλες και μάυρο μολύβι στα μάτια.  

Και σύμφωνοι, οι κάμερες, οι βιντεοσκοπήσεις, οι προβολές και κάθε άλλο παρεμφερές μέσο είναι ένα τέχνασμα βολικό και πλέον συμβατικό, αλλά από πότε αυτό έπαψε να είναι λειτουργικό και δόκιμο; Το ίδιο ισχύει και για την όλη αισθητική της νύχτας και τη μαφιόζικη πλαισίωση. Ο Βασιλιάς είναι νεκρός και γι’ αυτό αιώνια ζωντανός. Και μες στην αθανασία του αυτή μπορεί να εμφανιστεί και με τανκ τοπς και με snakeskin και με οτιδήποτε άλλο η όποια ανάγνωση του υποβάλλει. Γιατί το πιο σημαντικό είναι οι αναγνώσεις αυτές να μην στερούν από το κείμενο την ουσία του. Γιατί δεν χρειάζεται καθετί να διαβάζετε ορθόδοξα, μπορεί και να διαβάζετε και ανορθόδοξα. 

Η παράσταση παίζεται, στην Κεντρική Σκηνή του Τσίλλερ. Η μετάφραση είναι του Διονύση Καψάλη, η διασκευή και σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά, τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη, τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, η μουσική του Gary Salomon, η κίνηση της Μαρκέλλας Μανωλιάδη, τα βίντεο του Παντελή Μάκκα, οι φωτισμοί της Ελίζας Αλεξανδροπούλου. Ερμηνεύουν: Γιάννης Νταλιάνης (Βασιλιάς Ληρ), Αλεξία Καλτσίκη (Γκόνεριλ), Ανθή Ευστρατιάδου (Ρίγκαν), Ιωάννα Κολλιοπούλου (Κορντέλια), Ερρίκος Λίτσης (Κόμης του Γκλόστερ), Αργύρης Ξάφης (Έντγκαρ), Γιώργος Παπαγεωργίου (Έντμοντ), Μίνως Θεοχάρης (Τρελός) κ.ά.

Προπώληση εισιτηρίων ΕΔΩ