Υποθέτω ότι φταίει το ζώδιο. Αυτό είναι που με κάνει να μην μπορώ να αποφασίσω ούτε εύκολα, ούτε οριστικά. Άμα ρωτήσετε τον κύριο Λεφάκη που τα ξέρει, θα σας τα πει όλα για τους Διδύμους. Αλλά δεν είναι οι Δίδυμοι (χειρότερα ακόμη: ωροσκόπος Ζυγός!), το φλέγον ζήτημα. Είναι η αγαπημένη μου παραλία.

Να τα βάλω κάτω λοιπόν. Μ’ άρεσε η παραλία αριστερά απ’ την εκκλησία του Πλαταμώνα, γιατί εκεί με πήγε η μάνα μου σαράντα ημερών και με βούτηξε. Τώρα έχει πέσει πολύ τσιμέντο και γέμισε τραπεζοκαθίσματα. Μ’ άρεσε, πάλι στον Πλαταμώνα, η παραλία τέρμα δεξιά, πιο δεξιά απ’ τους Νέους Πόρους και το “Beach Hotel”, που τη λένε οι ντόπιοι “Τα γουρούνια”. Αν είχε χοιρινά η περίμετρος δεν το ξέρω, είχα όμως εγώ απέραντο ορίζοντα μπροστά μου.



Μ’ άρεσε η Παχιά Αμμος στη Σαμοθράκη, που είναι ό,τι ακριβώς λέει το όνομά της με μπόνους τουρκικά παράλια απέναντι. Μ’ άρεσαν οι Καβουρότρυπες στην Χαλκιδική, που είχαμε πάει φοιτητές με τον φίλο μου τον Αρη και έναν άλλο τύπο που δούλευε σε πρατήριο στο Ντεπώ. Μ’ άρεσε η Περίσσα στη Σαντορίνη γιατί εκεί γνώρισα τη Ντάγκμαρ απ’ τη Γερμανία και ήταν σούπερ (και η Περίσσα και η Ντάγκμαρ), αλλά μετά την πλάκωσαν στις αμμοληψίες και έμεινε μισή. Μ’ άρεσε ο Μυλοπότας στην Ιο, γιατί σε καμία άλλη περίπτωση δεν παρέστησα με τόση επιτυχία το φρικιό.



Μ’ άρεσε η Αγία Αννα στην Νάξο, γιατί είναι αδύνατον να μην σου αρέσει η Αγία Αννα, τόσο όμορφη είναι. Μ’ άρεσε και η Μουτσούνα, που μείναμε όλη νύχτα έξω με σλίπιγκ μπαγκ και βλέπαμε αστέρια ένα σωρό. Μ’ άρεσαν στη Μυτιλήνη πολλές παραλίες και περισσότερο μ’ άρεσε η Εφταλού που έχει κρύο νερό και παγώνει ο κόσμος, αλλά δεν παγώνω εγώ. Γι’ αυτό μ’ άρεσε πάντοτε η πλαζ του Αστέρα στη Βουλιαγμένη, γιατί πήγαινα για μπάνιο και φθινόπωρο και χειμώνα. Όταν είχα λεφτά…



Μ’ άρεσε η Καλογριά στη Μάνη δυο-τρεις φορές που είχα πάει άνοιξη, γιατί δεν είχε κόσμο και έμοιαζε με τροπική οπτασία. Όταν ξαναπήγα και είχε κόσμο, έμοιαζε με εμποροπανήγυρη. Όλο και κάποια παραλία πρέπει να μ’ άρεσε στην Πάρο, μόνο που ήμουν είκοσι χρονών τότε και έπινα όλη μέρα, οπότε δεν θυμάμαι τίποτε. Και πάμε στο hard core παραλιακό μέτωπο. Στην Κρήτη δηλαδή, όπου κόντεψα να λιποθυμήσω όταν αντίκρισα προ ετών το Ελαφονήσι (και στη διαδρομή κόντεψα να λιποθυμήσω, γιατί δεν είχε άσφαλτο τον καιρό εκείνο), αλλά το ανακάλυψε όλη η Ελλάδα έκτοτε και κλάφτα τα κρινάκια στην άμμο. Μ’ άρεσε επίσης η παραλία στην Κάτω Ζάκρο που είναι τόση δα και άνευ καρέκλαι και νομίζεις ότι αν μπεις λίγο πιο μέσα θα σε τσιμπήσει καμιά τσαντισμένη κωλοχτύπα.



Μ’ άρεσε η παραλία δεξιά όπως πας για Χρυσοσκαλίτισα, που τη λένε Στόμιο γιατί αλλάζει συνέχεια. Τη μία χρονιά είναι φίσκα στους τροχάλους, την άλλη έχει ψιλή άμμο, την τρίτη βότσαλα. Μ’ άρεσε μια παραλία που δεν ρώτησα ποτέ το όνομά της, λίγο πιο έξω απ’ την Ιεράπετρα, κάτω από ένα motel που το λένε “Oasis”. Ξαναπήγα όμως και βρήκα το σύμπαν μπαζωμένο, συν φίσκα τσιμεντόλιθους. Δύσκολη ζωή. Τόσες πολλές επιλογές, τόσο ελαστική συνείδηση. Γι’ αυτό έκανα την καρδιά μου πέτρα, ανέβασα πυρετό, έσφιξα τα δόντια και κατέληξα στο Φραγκοκάστελο. Μ’ άρεσε γιατί είχε τυρκουάζ νερά, γιατί είχε άμμο ολόχρυση, γιατί κοίταζες μπροστά κι έβλεπες πέλαγος κι ύστερα κοίταζες πίσω κι έβλεπες το κάστρο, γιατί πιο δίπλα πλατσούριζαν παπάκια, γιατί δεν σκεπτόμουν τίποτε άλλο, μα απολύτως τίποτε άλλο, εκτός από εκείνη που ξάπλωνε πλάι μου. Λίγο το ‘χετε αυτό για έναν συγχυσμένο Δίδυμο;