Οι απελπισμένοι του κόσμου, οι περιττοί, οι απόκληροι, οι εγκληματίες ζητάνε ελπίδα στην μεγάλη, σκληροτράχηλη γη μιας νέας ηπείρου, ενός καινούργιου, άγνωστου, άξενου τόπου.  Δίχως στέγη και με έναν εντελώς ελαστικό νόμο, η Αμερική θα φτιαχτεί από αγνή, ατόφια, μασίφ αίσθηση ανθρώπων που περισσεύουν σε όλα τα μέρη της γης. Και δεν θα τους καλοδεχτεί. Μεγάλα, παράξενα, απάτητα από ανθρώπους δάση. Βάλτοι και έλη. Ζώα άγνωστα και επικίνδυνα. Και μεγάλες έρημοι.

Και πάντα υπόσχεση, ελπίδα, όνειρο και τυχοδιωκτισμός. Πολλά μικρά Ελ Ντοράντο ευκαιριών αυτοκτονημένων. Και μια έρημος. Μια Άγρια Δύση. Κοπάδια από αφηνιασμένους βίσωνες, έρημοι με σκελετούς από κοπάδια, κάκτοι, Ινδιάνοι, σερίφηδες, συμμορίες, καουμπόηδες να φτύνουν ταμπάκο, να φοράνε τα πλατιά τους καπέλα στραβά και να σηκώνουν τα μαντήλια τους στη μύτη για την σκόνη ή τη ληστεία, τρένα να περνούν μέσα από ενέδρες, Βόρειοι και Νότιοι, Εμφύλιος, πιο πριν ένας πόλεμος ανθρώπων -ξανά- για Ανεξαρτησία. Η επιβίωση, ο βιοπορισμός και πάντα εκείνη η τεράστια γη, η χωρίς τέλος, η ήπειρος. Ελευθερία ή αχανές φέρετρο;  

Γκαγκααααν… η Άγρια Δύση, το Τέξας, οι γελαδάρηδες, οι καουμπόηδες και οι Ινδιάνοι ήταν πάντα αγορίστικη υπόθεση στα παιδικά μας παιχνίδια. Μπιλ Χίκοκ, Μπάφαλο Μπιλ, Μπίλι δε Κιντ. Και σπιρούνια, σέλες, εξάσφαιρα και καραμπίνες, φτηνό ουίσκι, σαλούν και σακατεμένες πόρνες ντυμένες με αποφόρια, σαμπανιζέ μίζερη τιμή στα παραπήγματα τύπου Μουλέν Ρουζ και Καν Καν, πόκερ και χαρτοκλέφτες, νεκροθάφτες, κρεμάλες, πίσσα και πούπουλα, γύπες και κοράκια. Και να σου στοιχειώνουν εικόνες τη ψυχή, σα να το χεις ζήσει, να ‘σουν εκεί, απ’ τον Λούκι Λουκ, τετράγωνα νταμάκια σε κόμικς ιστορίες, από την Περιπέτεια, τον Μικρό καουμπόη, τον Μπλεκ και τους Κυνηγούς, τον κάπτεν Μαρκ και τον Ομπραξ.

Και μετά να έρχεται «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος», «Για μια χούφτα δολάρια», «Κάποτε στην Δύση», «Και οι εφτά ήταν υπέροχοι», «Το τρένο θα σφυρίξει 3 φορές», «Οι φυγάδες του Μιζούρι», «Η Ταχυδρομική Άμαξα», «Άγρια Συμμορία», «Η αιχμάλωτος της ερήμου» και Τζον Φορντ, Τζον Γουέιν, Κλιντ Ιστγουντ, Σέρτζιο Λεόνε, Σαμ Πέκινπα, Λι Βαν Κλιφ, Γκρέγκορι Πεκ, Κερκ Ντάγκλα.

Όλη αυτή η εισαγωγή, όλη η φλυαρία για την γουέστερν μυθολογία όλων, για τις εσωτερικές, γνώριμες εικόνες, για να καταλήξω στο ότι ήταν ζόρικα αντρική η επικής φύσης ύπαρξη της σκονισμένης, υψηλών θερμοκρασιών, φόνων και τραχύτητας άγρια Δύση! Ώσπου πέφτεις επάνω στην θρυλική, εντελώς ροκ, ανατρεπτική, παράδοξη, διαφορετική ύπαρξη της Μάρθα Τζέιν Κάναρι Μπερκ, γνωστής μας, ως Καλάμιτι Τζέιν.

Η φωτογραφία της, αχνή στο περίγραμμα, όλο λεύκανση -από το χρόνο και τις προσπάθειες του φωτο σοπ για να τη σώσει- δείχνει μια γυναίκα με πεισματάρικα, τετράγωνο, σχεδόν αντρικό σαγόνι. Άκομψα, σαν τσουβάλι ρούχα, δεμένα με μια δερμάτινη ζώνη, στραβοβαλμένη, στην μέση της και μαλλιά, άφαντα, σφιχτός κότσος, κρυμμένος καλά κάτω από ένα καπέλο, σαραβαλιασμένο, τσαλακωμένο, σαν πατημένο. Αυτή ήταν η άποψη της Καλάμιτι Τζειν, για το καλό ντύσιμο, στις ελάχιστες φωτογραφίες της ζωής της. Από εκείνες  που έβγαζε καπνό το φλας, κρυβόταν το κεφάλι του φωτογράφου μέσα σε ένα πανί και στην πλάκα έπαιρνε μόνο μια πόζα.

Η Καλάμιτι Τζειν που γεννήθηκε το Μάιο του 1852 και πέθανε αρχές Αύγουστου του 1903, έζησε έξω από συμβάσεις, ρόλους δοτούς, κλισέ για το φύλλο της και παραδοχή περιορισμών λόγω δύναμης μυϊκής ή κοινωνικής επιβολής. Εντελώς αγράμματη έκανε ζωή μια αντίληψη, πως ο τρόπος που περνάς τον καιρό, οι επιλογές σου, αυτό που είσαι, δεν θα στο ορίσει κανείς παρά μόνο ο εαυτός σου. Σουφραζέτα, άγρια φεμινίστρια, ακτιβίστρια για τα γυναικεία δικαιώματα πριν καν αυτά υπάρξουν ως έννοιες, όροι, αντιλήψεις, πραγματικότητα; Όχι! Απλά επέβαλλε, το να ‘ναι ο εαυτός της. 

Και μπορούσε να ιππεύσει, να πυροβολήσει, να κυνηγήσει, να τα κάνει όλα αυτά ταυτοχρόνως, να μπλεχτεί σε καυγάδες με άντρες και να τους κερδίσει, να ντύνεται με παντελόνια όταν οι άλλες σφίγγονταν σε κορσέδες, να φοράει σπιρούνια, να κερδίζει στην σκοποβολή, να αδιαφορεί για τις πλάκες και την κοινωνική περιφρόνηση μιας εποχής που την λοιδορούσε, γιατί ξέφευγε από τα πρότυπα. Σκασίλα της! Η Καλάμιτι Τζέιν, έσπρωχνε πίσω το καπέλο της, αλυχτούσε στα άλογα της και οδηγούσε την ταχυδρομική της άμαξα.

Μετά έφτιαχνε τους προσκόπους στην Άγρια Δύση, ύστερα γίνονταν αγρότισσα και στη συνεχεία ανιχνεύτρια μετάλλων. Ταυτόχρονα με τα ακροβατικά πάνω στη σέλα του αλόγου της, που αφήναν με το στόμα ανοιχτό τους θεατές της, την άριστη σκοποβολή της και τη δεξιοτεχνία στις γροθιές της όταν έμπλεκε σε καβγάδες, ήταν σύζυγος και μάνα. Μια μάνα διαφορετική, με ελευθερία, με γέλιο πολύ και ισότιμη συμπεριφορά στην παιδική ηλικία. Ακόμα, ήταν μια καβγατζού πότισσα που μπορούσε να παίζει πόκερ μερόνυχτα, φτύνοντας το ταμπάκο της στο πάτωμα. Πήγε φυλακή, κρατήθηκε σε φρούρια, διοργάνωσε διαμαρτυρίες εναντία στους σερίφηδες, φλέρταρε με τον θρυλικό Άγριο Μπιλ Χίκοκ.

Η Καλάμιτι Τζέιν ισχυρίστηκε στην αυτοβιογραφία της ότι ήταν παντρεμένη με τον Χίκοκ και ότι τον χώρισε ώστε να μπορέσει αυτός να παντρευτεί την Άγκνες Λέικ, αλλά δεν έχουν βρεθεί στοιχεία που να υποστηρίζουν τον ισχυρισμό της. Οι δυο τους πιστεύεται ότι συναντήθηκαν για πρώτη φορά όταν η Τζέιν απελευθερώθηκε από το φυλάκιο του φρουρίου Λάραμι και βρέθηκε στο ίδιο τρένο με το οποίο ταξίδευε ο Χίκοκ. Τότε όλοι λέγανε πως την είχαν φυλακή για την παραβατικότητα της, αλλά η ιδία και πάλι στην αυτοβιογραφία της, ισχυριζόταν πως απλά ήταν νοσηλευόμενη και την κρατούσαν εκεί.

Λέγεται πως η Καλάμιτι Τζέιν έχει ταφεί δίπλα του επειδή αυτή ήταν η επιθυμία της. Ωστόσο, τέσσερις από τους άνδρες που σχεδίασαν την κηδεία της Καλάμιτι δήλωσαν αργότερα ότι από τη στιγμή που ο Μπιλ δεν έδωσε καμία σημασία στην Τζέιν στην επίγεια ζωή, αποφάσισαν να κάνουν ένα μεταθανάτιο αστείο στον Χίκοκ τοποθετώντας δίπλα του την Καλάμιτι Τζέιν για πάντα! Όλα μπορεί να τα έκανε με τον τρόπο της, λοιπόν, η ατίθαση Καλάμιτι, αλλά δεν της πέτυχε αυτή η τακτική και στον έρωτα… Ο Άγριος Μπιλ Χίκοκ, προτιμούσε πάντα μια λεπτεπίλεπτη κυρία, με λεπτή μέση και γεμίσματα στα οπίσθια, δυστυχώς για την Καλάμιτι Τζέιν…

«Αν χρειάζεται θάρρος για να είσαι κυρία, τότε είσαι η πιο μεγάλη κυρία» λέει ο Λούκυ Λουκ στην Καλαμίτι Τζέιν όταν την συναντάει σε μια από τις ιστορίες του Γκοσινί που εκτυλίσσεται κάπου στην νότια Dakota. Και πράγματι. Θέλει θάρρος να ζεις σαν ίση ανάμεσα σε ληστές, σερίφηδες, επικινδύνους Ντεσπεράντος, Ινδιάνους, στοιχειά της φύσης και στρατούς. Θέλει θάρρος να ζεις με τον δικό σου τρόπο. Θέλει θάρρος να είσαι κυρία στην Άγρια Δύση…