Μεγαλώνοντας, ένας άντρας, δεν επιτρέπει σε πολλούς εκτός οικογενείας, σχέσης και κολλητών να του απευθύνουν τον λόγο, με χρήση υποκοριστικού του ονόματος του. Μερικές φορές, ούτε στους παραπάνω. Όταν βέβαια μίλαμε για τον σουβλατζή της γειτονιάς, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Άλλωστε, μέσα στο Σουβλατζίδικο του, έχεις φάει τα καλύτερα σου χρόνια. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Κι αν δεν το πιστεύεις, πάρε μια αναγνωστική τζούρα από μια τυπική μέρα που περνά ένας άντρας εκεί, μαζί με τα φιλαράκια του.

Φτάσαμε αισίως, στη δεύτερη μέρα της εβδομάδος. Το taperaki project της μάνας, δούλεψε μέχρι και Τρίτη μεσημέρι. Εναλλάξ σε πήγε, μια κοκκινιστό με μακαρόνια, μία φασολάκια. Όμως τα ψέματα τελειώσανε, μαζί με τα τάπερ και πλέον όλοι οι δρόμοι, οδηγούν στο Σουβλατζίδικο. “Καλώς τον Σπυράκο“, θα αναφωνήσει ο κυρ Αντώνης, που ήταν έτοιμος να ψάξει τον πελατάκο και φίλο του στο Amber Alert, καθότι ήταν άφαντος για πάνω από μία εβδομάδα.

– “Να βάλω τα κοτομπέικον να ετοιμάζονται;”.

– “Περιμένω τα παιδιά να παραγγείλουμε όλοι μαζί”.

– “Πέρασε ο Βαγγελάκης τις προάλλες. Δεν τον είδα πολύ καλά”.

– “Είχε κάτι θεματάκια με τον πατέρα του. Γιατί τι έγινε;”.

– “Παρήγγειλε μπιφτέκι λαχανικών”.

– “Τι έκανε ο μαλάκας;”.

– “Με σως γιαουρτιού”.

– “Μήπως είχε έρθει με την έτσι του;”.

– “Μόνος του έκατσε το έφαγε και ζήτησε και ανθρακούχο νερό”.

– “Κάτι είναι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας κυρ Αντώνη”.

– “Δεν πιστεύω, να έγινε τζεβετέριαν πως τους λένε αυτούς”.

– “Μου αρέσει γιατί είσαι και multilingual”.

– “Από τους πρώτους στην Ελλάδα”.

Κόσμος έμπαινε και έβγαινε, ντελιβεράδες φορτώνανε σουβλακάρες στα μηχανάκια τους και ζητούσαν πληροφορίες για άγνωστες σε εκείνους διευθύνσεις. Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει και πετιέται ο Γιάννης ο ψηλολέλεκας, που έχει το περίπτερο στην πλατεία. Συχνά, τον καβατζάρει η κοπέλα του, για να βγαίνουν οι πολύωρες βάρδιες, που είναι απάλευτες.

– “Κυρ Αντώνη, σου έφερα πεντάευρα. Αν μου δώσεις ένα πενηντάρικο, μπορώ να σου δώσω μέχρι και 8 από δαύτα”.

– “Γιαννάκη, μαγκέψανε τα τούβλα και σφυράνε από τις τρύπες;”.

– “Με όποιον δάσκαλο καθίσεις…”.

– “Βάλε και δύο περιποιημένα με γύρο κοτόπουλο. Το ένα είναι για το αίσθημα, επομένως χωρίς πατάτες τηγανητές. Για να μην πάνε χαμένες οι καημένες, βάλτες στη δική μου πίτα”.

– “Θα της στείλω και λίγο κοκορέτσι”.

– “Γιατί;”.

– “Όταν λες αστεία, να μπουκώνεται και να ξεχνιέται”.

Η παρέα αφίχθη και όλοι κρέμονταν από τα χείλη του Νίκου. Είχε παραγγείλει αυτοβούλως και 2 μερίδες κοντοσούβλι για τη μέση, επομένως είχε την προσοχή όλων. “Λοιπόν έχω μια ανακοίνωση να κάνω. Μετακομίζω με την Ελένη στο Ψυχικό. Βρήκαμε σπίτι σε πολύ καλή τιμή, 5 λεπτά από τη δουλειά μας“. Πάτα λίγο pause, γιατί θα ρίξουμε υπότιτλους. Στην πορεία μιας αντρικής παρέας, η στιγμή που ο ένας φεύγει από τη γειτονιά που μεγάλωσαν και ζουν, μοιάζει με εκείνη τη σκηνή στα Φιλαράκια που η Μόνικα και ο Τσάντλερ ανακοινώνουν πως βρήκαν σπίτι σε άλλη πόλη και οι “F R I E N D S” χωρίζονται. Μόνο που στη ζωή των αντρών, τα πράγματα είναι χειρότερα. Συγκεκριμένα, έναν τον πιάνουν τα κλάματα, του αλλουνού του κάθεται το κοντοσούβλι στον καρίτσαυλο και ο Βαγγέλης φτύνει αηδιασμένος το μπιφτέκι λαχανικών και ζητάει επειγόντως ένα δίπιτο απ’ όλα και ένα κιβώτιο μπύρες, να πάνε κάτω οι πίκρες, που κέρασε ο Νικολής.

Δυστυχώς, τότε θα ανοίξει κάποιος το κουτάκι με τις αναμνήσεις που είναι πάντα δίπλα σε εκείνο με τις μαλακίες. Έτσι λοιπόν εκείνο το βράδυ που είχανε φάει 35 καλαμάκια 4 άτομα, θα διαδεχθεί το δακρύβρεχτο χωρισμό με την Κική και το καραόκε με Μαζωνάκη, και εκείνο το κυριακάτικο μεσημέρι που έμαθες την ιστορία του κοτομπέικον, θα δώσει τη θέση του στο κέρασμα για τη ρημάδα την προαγωγή που ήταν να πάρει ο Νίκος, αλλά τελικά ποτέ δεν πήρε. Αυτός που πήρε πρέφα την κατάσταση ήταν ο σουβλατζής που έριξε και μια Πρωτοψάλτη στα ηχεία του μαγαζιού, γιατί δεν χωρίζουν έτσι οι ζωές των ανθρώπων που αγαπήθηκαν με τόσο κόπο.

Κι αν συνεχίζεις να αναρωτιέσαι τι λένε οι άντρες μεταξύ τους στο σουβλατζίδικο, μάθε ότι, όπως άλλοι θα έχουν πάντα την Καζαμπλάνκα, εμείς θα έχουμε το Στάθη Ψάλτη που στεναχωρήθηκε με τις ιδέες που είχε η Αχλάδω η αδερφή της Κούλας, στο “Βασικά Καλησπέρα σας” και πήγε να φάει ένα σουβλάκι με τζατζίκι.