Αν η ανθρώπινη ιστορία ήτανε πίτα, η μερίδα του λέοντος θα είχε γέμιση “σφαγές, εκτελέσεις, πόλεμοι, βασανιστήρια”. Κάποτε ο ηγέτης είχε την άνεση να κάνει ο,τι γουστάρει, και να το κάνει μάλιστα για χάρη μιας θρυλικής υστεροφημίας. Η απειλή πολέμου ήταν μια καθημερινότητα, η βία απέναντι σ’ όποιον σου πήγαινε κόντρα ήταν μια καθημερινότητα, η προκλήσεις κι οι εκστρατείες ήταν μια καθημερινότητα. Ευτυχώς σήμερα δεν ζούμε πια σ’ αυτό το κάποτε.

Δεν ζούμε; Λοιπόν, εμείς ίσως όχι, μα δεν μπορεί με τόση άνεση να ξεστομίσει την ίδια φράση όλος ο κόσμος. Με βεβαιότητα μεγάλη μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως δεν ζούμε πια στις εποχές του Ξέρξη, του Τζένκις Χαν, των φεουδαρχών και των σουλτάνων, μα υπάρχουν άνθρωποι που στα δικά μας χρόνια, δεν απολαμβάνουν στην καθημερινότητά τους τις σπουδαίες “κατακτήσεις” της γαλλικής επανάστασης. Και μια που είπα για σουλτάνους, να, για παράδειγμα…

…στην Τουρκία υπάρχει ο “κύριος” Ερντογάν!

Ένας πρόεδρος που αποδείχτηκε “εφέντης”. Ένας κύριος μ’ απωθημένο να τον προσφωνούν “πολυχρονεμένο”. Ένας αρχηγός δημοκρατίας, με την κρυφή ολοφάνερη ανάγκη να γίνει Μωάμεθ στη θέση του Μωάμεθ! Ο ίδιος θα ‘λεγε “Κεμάλ στη θέση του Κεμάλ”, όμως μ’ αυτό διαφωνώ εγώ, διαφωνεί η ιστορία, διαφωνεί κι η λογική. Πάρντον, Ρετζέπ…

Βλέπεις, ο Κεμάλ, μέσα στα τόσα που αμαυρώνουν τ’ όνομά του όταν εκείνο γράφεται σε γλώσσα διαφορετική από τα τούρκικα (και ιδίως όταν γράφεται στα ελληνικά!), υπήρξε για τη δική του χώρα ανανεωτής. Κι αν θες, άφησε τουλάχιστον σπουδαία κληρονομιά, την τουρκική δημοκρατία. Κακή; Αναξιόπιστη; Μπορεί. Μα σίγουρα προτιμότερη από κάθε μονάρχη. Σήμερα, ο άνθρωπος που θέλει όσο τίποτα να γίνει δεύτερος Κεμάλ, αρχίζει πια να κάνει αυτή την τούρκικη δημοκρατία να μοιάζει επικίνδυνα με σουλτανάτο. Η οικονομία παίρνει την κατρακύλα, τ’ ανθρώπινα δικαιώματα ζουν με κλεφτοπόλεμο, τα γειτονικά του κράτη (όχι μόνο η Ελλάδα) έχουν μόνιμο ανοιχτό μέτωπο, μα εκείνος είναι πάνω απ’ όλους κι απ’ όλα. Κουφός, τυφλός, αδιάφορος απέναντι στο κλάμα, στο δίκαιο, στην ελευθερία της αντίθετης άποψης που ορίζει το πολίτευμά του. Σαν να λέμε…

…ένας “σουλτάνος” που έγινε σουλτάνος!

Πρώτα απαγορεύτηκε ο Ντάριο Φο, ο Μπρεχτ κι ο Σαίξπηρ. Ύστερα μπήκαν φυλακή όσοι πηγαίναν κόντρα. Εφημερίδες έκλεισαν, site έκλεισαν, ο Καντέρ απ’ το ΝΒΑ έγινε ξαφνικά persona non grata στην Τουρκία, ο αντίλογος εξαφανίστηκε για να μπορεί ο πρόεδρος να λέει: “Μα ποιος αντίλογος; Αφού όλοι συμφωνούν μαζί μου!”. Όλοι συμφωνούν να δημιουργήσω πρόσφυγες. Κι όλοι συμφωνούν να τους χρησιμοποιήσω αδιαφορώντας πλήρως για τη ζωή και την αξιοπρέπειά τους. Όλοι συμφωνούν πως δεν υπάρχει κορωνοϊός. Ότι δεν έχουμε νεκρούς. Ότι όλα πάν’ ρολόι. Όλοι συμφωνούν. Υπήρξαν κι άλλοι που διαφώνησαν; Στη φυλακή! Συναυλίες διαμαρτυρίας; Τις απαγορεύουμε! (Εδώ ολόκληρους νομπελίστες κόψαμε). Κι αν κάνεις απεργία πείνας: “Εγώ αδερφέ μου βασανίζω κόσμο μες στις φυλακές, λες να ‘χω τύψεις που θα πεθάνεις από μόνος σου;”. Καλό ταξίδι Ιμπραΐμ Γκιοτσέκ, καλό ταξίδι Χελίν Μπολέκ, καλό ταξίδι Μουσταφά Κοτσάκ. Αυτή η Τουρκία μου, δεν θ’ αλλάξει ποτέ…

Βέβαια, θα μου πεις: “Η Τουρκία ακόμα διαλέγει τον πρόεδρό της μ’ εκλογές”. Κι άρα η αχλάδα την έχει ακόμα πίσω την ουρά της. Ναι, μα φαίνεται πως ο Ταγίπ βρήκε τη λύση για ν’ αποφεύγει ξώφαλτσα τις γραφικές ελληνικές παροιμίες. Απλό το κόλπο, διαχρονικό κι αλάνθαστο. Δημοκρατία είναι η ψήφος των πολλών. Κι άμα κρατάς τους πιο πολλούς αμόρφωτους, ο,τι κι αν κάνεις θα τους έχεις με το μέρος σου. Φτάνει να ρίξεις μες στο πιάτο τους λίγη πατρίδα, λίγους εχθρούς, και μπόλικη ψευτομαγκιά μερακλίδικου “πολλά βαρύ” καφέ. Κι έτσι, για κείνους είσαι ο ήρωας, κι οι μορφωμένοι κλαιν τη μοίρα τους ριγμένοι σε δικτατορία με δημοκρατικό μοδάτο ρούχο.

Όμως, αν οι ίδιοι οι Τούρκοι δεν μπορούν (ή δεν θέλουν, ή δεν μπορούν να θέλουν) ν’ αλλάξουν την κατάσταση ενός ανθρώπου υπερφίαλου, επικίνδυνου κι αποτυχημένου με όρους σοβαρής πολιτικής ανάλυσης, μήπως…

…ήρθε η ώρα να κάνει κάτι κάποιος άλλος;

Μην παρεξηγηθώ, δεν το πιστεύω για καλό το να μπερδεύονται άλλα κράτη στις δικές σου υποθέσεις. Μα υπάρχουνε φορές που, μέσα στις δικές σου υποθέσεις είναι βασανισμοί, είναι ο αποκεφαλισμός κάθε άλλης άποψης, είναι η πλήρης αδιαφορία για το δίκαιο και τις αξίες της ζωής, είναι οι απειλές και οι προκλήσεις. Αν αυτός είναι ο κόσμος σου, τότε ναι, πρέπει κάποιος να σ’ αναγκάσει να το στρίψεις το τιμόνι. Δεν υπάρχει αμφιβολία, έτσι που πας, το καράβι θα βουλιάξει κι εσένα θα σε φάει η μαρμάγκα. Αλλά είναι κρίμα μέχρι τότε, να πάρεις κι άλλο κόσμο στο λαιμό σου.

Κάποιος περισσότερο κατάλληλος απ’ την “πολιτισμένη” Ευρώπη, δεν υπάρχει. Εκείνη διαλαλεί κάθε τόσο τις αξίες και το σεβασμό της. Μονάχα όταν θ’ ασχοληθεί στα σοβαρά με τα προβλήματα που υπάρχουν κι έξω από τη γυάλα της ωστόσο, μονάχα τότε θα μπορεί να βλέπει τον πολιτισμό της έξω από τα εισαγωγικά του…