Η Ματωμένη Κυριακή μπορεί να έχει μείνει στην Βορειοϊρλανδική Ιστορία και να αποτελεί μια αποφράδα ημέρα, αλλά πολλές φορές, κάποιες τραγικές ιστορίες, μπορούν να αποκτήσουν μια ευχάριστη οπτική, υποβοηθούμενες πάντοτε από το πέρασμα του χρόνου. Και το Belfast του Κένεθ Μπράνα είναι μια τέτοια περίπτωση, μια ιστορία που έχεις την ευκαιρία να δεις στο Netflix, καθότι ανέβηκε η ταινία την Πέμπτη.

Παίζει να είναι και η κορυφαία προσθήκη για το 2023 στην ταινιοθήκη του Netflix. Αλλά για να μην είμαστε υπερβολικοί, είναι σίγουρα στο top-5. Κι είναι σίγουρα μια ταινία το Belfast καλύτερη από όλες τις ταινίες παραγωγής Netflix που κυκλοφόρησε τη φετινή χρονιά.

Ο Κένεθ Μπράνα στήνει μια καθαρά προσωπική ιστορία με τρόπο που μοιάζει να καταργεί την ιστορική καταγραφή, αλλά δεν είναι κάτι άλλο πέρα από την απομυθοποίηση ενός παρελθοντικού πόνου. Είναι σαν εκείνον τον χωρισμό που σκέφτεσαι χρόνια μετά και αναρωτιέσαι με ένα μειδίαμα ή και γέλιο πώς είχες μπλέξει με αυτόν τον άνθρωπο.

Φυσικά, όταν μιλάμε για μια συλλογική οδύνη, για κοινωνική βία και μια διαμάχη με εφορμή τη θρησκεία, τις αντιθέσεις ανάμεσα σε Προτεστάντες και Καθολικούς, δεν είναι εύκολο να κάνεις μια σατιρική απόδοση μέσω του σινεμά.

Αυτός είναι ο λόγος που το Belfast αποδείχτηκε μια καταπληκτική ταινία και που είχε τόση ανταπόκριση το 2021 και το 2022 όπου προβλήθηκε, φτάνοντας να διεκδικεί με αξιώσεις το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας για το 2022. Και αν δεν υπήρχε το επίσης υπέροχο CODA, θα το είχε πάρει.

Ο Μπράνα αφηγείται μέσα από τα δικά του παιδικά μάτια τα τέλη της δεκαετίας του ’60, μιας ταραγμένης εποχής για τη Βόρεια Ιρλανδία, που κατέληξε στα γεγονότα της Ματωμένης Κυριακής το 1972, και την έντονη αντιπαράθεση Καθολικών και Προτεσταντών. Και τα μάτια ενός παιδιού δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τον κίνδυνο και την αναταραχή όπως το κάνουν οι μεγάλοι με την συνειδητότητα που έχουν.

Ένα παιδί αποτυπώνει τα πράγματα, τέτοιες καταστάσεις, με στιγμιαίο φόβο και μπόλικη αλαφρότητα. Κι έτσι αποδίδονται και οι ενήλικες που ενυπάρχουν στον κόσμο του, δηλαδή οι γονείς και οι παππούδες του.

Belfast, ένας τόπος όπου ενώνονται ο χορός και οι οδομαχίες

Έτσι, ο μικρός Μπάντι ζει στο Μπέλφαστ μαζί με τον Pa (Τζέιμι Ντόρναν) και την Ma (Caitriona Balfe) και την αδερφή του Μόιρα και είναι ένας αποδέκτης διαρκούς πληροφόρησης γύρω από τις οδομαχίες ανάμεσα σε Προτεστάντες και Καθολικούς, ανήκοντας στην πλευρά των πρώτων. Κι επειδή βομβαρδίζεται από πληροφορία και από διδαχές, απλώς εισέρχεται σε καταστάσεις και τις βιώνει δίχως να μπορεί να τις επεξεργαστεί, έστω με την παιδικότητα του.

Κάπως έτσι βρίσκεται με την αδερφή του να κάνουν πλιάτσικο μαζί με άλλους σε ένα κατάστημα Καθολικού, με τη μητέρα του να τους πηγαίνει με το ζόρι για να επιστρέψουν όσα έκλεψαν.

Το Belfast μοιάζει σαν μια ελεγεία μιας περιόδου της παιδικής ζωής του Κένεθ Μπράνα και έτσι αποτυπώνεται, έχοντας υπέροχη κινηματογράφιση και φωτογραφία, με τρομερή εναλλαγή πλάνων που ενσωματώνουν την γεωμορφολογική, την κλιματολογική και την κοινωνική πραγματικότητα της Βόρειας Ιρλανδίας και με ερμηνείες που προσφέρουν το σοβαρό και το ανάλαφρο ταυτόχρονα και στην δόση που τους αναλογεί.

Δεν αποδομεί δηλαδή την ιστορική καταγραφή ο Μπράνα. Προσθέτει απλώς μια διαφορετική οπτική σε αυτό που επικοινωνείται ως αφήγημα και κάπως επιχειρεί να εξαγνίσει μέσα του μια ταραχώδη περίοδο που ως παιδί δεν ήξερε πως να την μετρήσει μέσα του και κλήθηκε να το κάνει ως ενήλικας από απόσταση χρόνου που σίγουρα αλλοιώνει πάρα πολλά.

Το Belfast καταφέρνει να γίνει σχεδόν ρομαντικό με τον τρόπο του, ιδίως με στιγμές που μπαίνει στο περιθώριο η κοινωνική σύγκρουση και βλέπουμε την οικογένεια του Μπάντι να μαθαίνει την εξέλιξη του κόσμου βλέποντας για παράδειγμα ταινία στο σινεμά.

Για μια σπάνια φορά, θα προτείνω να δεις Netflix σήμερα το βράδυ και δεν θα χρειαστεί να είσαι ένας παθητικός θεατής, αλλά θα συμμετέχεις με την ψυχούλα σου σε αυτό το ωραίο παραμύθι του Μπράνα, το Belfast.