Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε σοβαρά. Κόντρα ρόλος, συμφωνώ, αλλά είναι η στιγμή που δε σηκώνει πλάκες, καθώς με το φαγητό δεν παίζουμε. Ρε αλήθεια, για ποιον αρρωστημένο λόγο τρώτε πικάντικα φαγητά; Δε μπορεί να χωρέσει στο ομολογουμένως δυσθεώρητα μεγάλο μυαλό μου ότι κάποιος γουστάρει να καίγεται ο κώλος του. Ρε άνθρωπε του θεού, να καταλάβω το αλμυρό, να καταλάβω το πικρό, το ξινό, ακόμα και το άνοστο. Πικάντικο όμως;
Έφαγα πρόσφατα σε ένα Ινδικό εστιατόριο (ψιλοπατάτα ήταν αλλά δε θα πω ποιο είναι γιατί είμαι ο πλέον ακατάλληλος για να εκφράσει γνώμη) χωρίς να έχω πολλές επιλογές καθώς οι φίλοι μου στη συντριπτική τους πλειοψηφία παρουσιάζουν τάσεις ανωμαλίας. Ίσως και μαζοχισμού. Σόρι αναγνώστη, αλλά δε μπορώ να χαρακτηρίσω κάπως αλλιώς την επιθυμία κάποιου να υποφέρει κατά τη σίτισή του. Ακούω ήδη κάποιους από σας: «μα είναι απόλαυση». Όχι διάολε! Απόλαυση είναι να διαβάζεις εφημερίδα στην τουαλέτα για κανά 40λεπτο. Απόλαυση είναι να κάνεις κοπάνα από τη δουλειά και να τη βγάζεις όλη μέρα με αγκαλίτσες και χαδάκια στο κρεβάτι με το λάπτοπ ανά χείρας. Μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο από το να γεμίζει η γλώσσα σου φουσκάλες…
Προσπαθώντας να κάνω μαχητικό ρεπορτάζ, επιχείρησα να συνομιλήσω με ένα από τα ανθρωπόμορφα τέρατα που το προτιμούν πικάντικο. Το φαγητό. Είναι ευχαρίστηση λέει να δακρύζουν τα ματιά σου και να καίγεσαι και να θέλεις κι άλλο. Ευχαρίστηση. Έχετε αποθρασυνθεί τελείως! Δηλαδή να φανταστώ ότι η καλοψημένη προβατίνα που δεν είναι και πολύ καυτερή σας χαλάει; Ω μάι γκοντ!
Πάμε πίσω στο Ινδικό. Μπήκες, έκατσες, τώρα πρέπει να επιλέξεις τι θα φας. Προφανέστατα, το λιγότερο πικάντικο. Κάτι με ρύζι και κάτι με κρέας. Ό,τι έχει λιγότερες πιπερίτσες αριστερά από το όνομα του φαγητού. Ακόμα κι αυτό είναι ενοχλητικά πικάντικο (όπως όλα τα πικάντικα). Αλλά πεινάς. Δεν έχεις φάει τίποτα όλη μέρα, η ώρα είναι δέκα το βράδυ και κάτι πρέπει να βάλεις στο στομάχι σου. Οι άλλοι γύρω σου τρώνε κάτι με πέντε πιπερίτσες και κάνουν σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Εσύ θέλεις να βάλεις τα κλάματα αλλά είσαι κύριος και δε θα το κάνεις.
Η ζωή σου όλη περνάει μπροστά από τα μάτια σου, θυμάσαι τότε που στα 5 έπεσε λίγο πιπέρι παραπάνω και έμεινες νηστικός και τότε που στο στρατό εκείνος ο μαλάκας ο μάγειρας έριξε επίτηδες τσίλι στην έτσι κι αλλιώς αηδιαστική ομελέτα, μόνο και μονό επειδή τον… μπιφτέκωσες στο θαλαμοφυλίκι 2-4. Παίρνεις δύναμη και λες δε μπορεί, θα περάσει, όλα στο μυαλό σου είναι. Θα πιεις γύρω στις τέσσερις κανάτες νερό και θα κάνεις προσευχές σε όλους τους γνωστούς θεούς (αν και άθεος) να φάνε γρήγορα οι φίλοι σου για να φύγετε επιτέλους και να βουρτσίσεις τη γλώσσα σου (ΝΑΙ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ) σαν να μην υπάρχει αύριο.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ενοχλητικό από το βλέμμα των εργαζόμενων και των θαμώνων σε κάτι τέτοια χαμαιτυπεία της πικάντικης κολάσεως. Λες και είμαστε εμείς οι παράλογοι. «Όχι πικάντικο; Καθόλου δηλαδή; Ούτε λίγο;». Ναι ρε, ούτε λίγο. Και την ίδια στιγμή επιθεωρώντας την περιοχή και τους ανθρώπους γύρω, αντιλαμβάνεσαι την απορία και την απέχθεια στον τρόπο που σε κοιτάζουν. Ποιοι; Αυτοί που το πρόσωπό τους έχει πάρει απόχρωση πιο κόκκινη κι από αίμα πάνω σε φανέλα του Ολυμπιακού, την ίδια στιγμή που αυτό τους προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα.
Ναι. Σιχαίνομαι τα πικάντικα φαγητά. Ναι είστε ανώμαλοι. Ξέρω ότι ίσως είστε περισσότεροι, αλλά εμείς σίγουρα δεν κινδυνεύουμε από αιμορροΐδες. Τουλάχιστον στο βαθμό που κινδυνεύετε εσείς. Περαστικά σας…