Δεν έχω τίποτα με τις αλυσίδες καταστημάτων και τα κάθε είδους. Καλά να είναι, καλά να πηγαίνουν οι δουλειές τους, ο Θεός να μου κόβει μέρες και να τους δίνει τάλαρα. Αλλά έχω από μικρός ένα θέμα με την ποικιλία. Με την ποικιλία των μαγαζιών και την ιδιοτροπία του μαγαζάτορα, που βάζει την προσωπική του πινελιά στο κατάστημα. Κι έχει μάτι και έμπνευση, όχι μόνο θα το σώσει, αλλά θα το αναδείξει κιόλας. Θα το κάνει να λάμψει και να προκόψει και να πιάσει τριψήφιο αριθμό ετών λειτουργίας. “Εκατό και καλά”, έλεγε η γιαγιά μου όταν ευχόταν σε γενέθλια. Κι επειδή το καφεκοπτείο Μισεγιάννη τα έπιασε τα εκατό, εγώ λέω πιά να τα χιλιάσει!
 

 

 

Οπως αναφέρει και η ιστοσελίδα του Μισεγιάννη, όλα αυτά ξεκίνησαν το 1914 από τον Γιώργο Μισεγιάννη, νέο έμπορο από την Πέργαμο της Μικράς Ασίας. Εκατό χρόνια αργότερα, θα δείτε τον εγγονό του ιδρυτή, επίσης Γιώργο Μισεγιάννη, πίσω απ’ το ταμείο, αφού ενδιάμεσα η επιχείρηση ήταν για 40 χρόνια στα χέρια του γιου Μιχάλη Μισεγιάννη. Το καφεκοπτείο ξεκίνησε στην οδό Σκουφά 2, επί της πλατείας Κολωνακίου και τώρα κατοικοεδρεύει στο νούμερο 7 της σκιερής οδού Λεβέντη. Πέρασε πάντως και 45 χρόνια στο νούμερο 4 της Πατριάρχου Ιωακείμ 4, πριν κάνει την δεύτερη μετακόμιση.

Η δική μου εμπειρία από το Μισεγιάννη; Το μαγαζί το ξέρω απέξω κι ανακατωτά. Το γνωρίζω πολύ καλά καθότι πριν από μερικά έτη ξεκίνησα να ψωνίζω και κατέληξα πελάτης φανατικός. Την αφορμή της γνωριμίας την έδωσε εντολή επιτακτική εκείνης που κοιμάται πλάϊ μου: “Ή θα μου βρεις καφέ της προκοπής ή θα σε χωρίσω!” Βαρέθηκε τόσα χρόνια να παίρνω απ’ το σούπερ μάρκετ… Είχε το δίκιο της η γυναίκα, δεν λέω. Οσο καλός και να είναι ο καφές ο έτοιμος, όσο καλά και να τον σφραγίσανε στο κενό αέρος, όσο και να τον διατηρούνε σε ιδανικές συνθήκες, άμα στον κόψουνε εκεί μπροστά σου, κρούτσου κρούτσου στο μηχάνημα, θα καταλάβεις τη διαφορά. Και θα αρχίσεις τα “αμάν, αμάν”, ως άλλη Σμυρνιά τραγουδίστρια του εικοστού αιώνος.

 

 

Στον Μισεγιάννη τους ξέρουν τους καφέδες όπως ξέρει ο γονέας τις συνήθειες των παιδιών του. Τους προσανατολίζεις “τον θέλω κάπως έτσι, τον θέλω κάπως αλλιώς” και σου λένε “προς τα εκεί θα πάτε, από αυτό θα πάρετε”. Για να βρεις αυτό που ταιριάζει σε σένα και όχι αυτό που φαντάζεται το διαφημιστικό της τηλεόρασης και του περιοδικού. Διότι ο καφές έχει χαρακτήρα ανάλογο του ανθρώπινου. Το χαρμάνι, επί παραδείγματι, στο οποίο κατέληξα για το κορίτσι είναι μισό Υεμένη και μισό Παπούα-Νέα Γουινέα. Δική μου έμπνευση, καθώς ο πρώτος καφές είναι αδιανόητα ραφινάτος και ο δεύτερος εξωφρενικά δυναμικός. Και τί προκύπτει; Ενα πράγμα κάτι σαν τον μεγάλο τον παιχταρά τον Ντιντιέ Ντρογκμπά, ζόρικο και έντεχνο ταυτοχρόνως, από τη μία να σε κουτουλάει και από την άλλη να σε τριπλάρει με χάρη. Κάτι σαν τον δικό της χαρακτήρα δηλαδή, για να καταλαβαινόμαστε…

Αλλά η κοπή παρουσία του πελάτου, δεν είναι  το μοναδικό σουξέ του Μισεγιάννη. Το μεγαλύτερο χαϊλίκι κρύβεται στο υπόγειο, όπου πέφτει καβούρδισμα στον καφέ. Σε φλόγα αερίου, σιγά σιγά (ή μήπως να πω γιαβάς γιαβάς;) και χαλαρά και να σπάει η μύτη σου από τη μυρωδιά. Ζητείστε τους να σας το δείξουν, μοιάζει με ένα μίνι διαστημόπλοιο κρυμμένο στην καρδιά του Κολωνακίου. Και τα τσουβάλια του καφέ ένα γύρω θυμίζουν καύσιμα για το ωραίο ταξίδι, που ξεκινάει πρωί πρωί με την τσίμπλα στο μάτι. Πού θα βρεις καλύτερο;

 

 

Οπως επίσης δεν θα βρεις πουθενά τις υπέροχες φιγούρες των ωρίμων κυριών (περασμένα τα δεύτερα “ήντα” σαφώς, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα…) που αναζητούν, ας πούμε, εκείνες τις ανεπανάληπτες σταφίδες που τους έφερνε στο σπίτι ο μπαμπάς. Και ο κύριος Μιοσεγιάννης να τους εξηγεί πως “το λέγανε έτσι το εργοστάσιο στη δεκαετία του εξήντα και ύστερα άλλαξε όνομα και τώρα τα συσκευάζει ο τάδε και τα διανέμει ο δείνα και μπορώ να σας τα παραγγείλω και μπορώ να σας τα φέρω και μην το συζητάτε, υποχρέωσή μας”. Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.

Κάπως έτσι αισθάνεσαι μετά από λίγο καιρό στου Μισεγιάννη. Σαν καλός φίλος. Μπαίνεις μέσα, σε κοιτάει ο πάντα πρόθυμος υπάλληλος, σου κάνει νόημα “τα γνωστά;“, χαμογελάς εσύ και πάει το πράγμα μόνο του. Κι άμα θέλεις φορτώνεις και καμιά Valrhona για το δρόμο, κανά τσάϊ Taylors of Harrogate για ένα δύσκολο απόγευμα, κανά ζαχαρωτό, κανάν ξηρό καρπό, δώσε με και μένα μπάρμπα. Πάνω απ’ όλα όμως φορτώνεις αστική ευγένεια παλαιού τύπου, χωρίς φρου φρου, δίχως υποκλίσεις και μείον αυτό το απολύτως εκνευριστικό “καλή σας απόλαυση”. Ευχαριστώ μόνο και παρακαλώ και καλή καρδιά. Νομίζω πως είναι αρκετά για άλλα εννιακόσια έτη! 

 

Υ.Γ.: Το καφεκοπτείο Μισεγιάννη γιορτάζει εκατό χρόνια λειτουργίας το Σάββατο 1 Νοεμβρίου, στην έδρα της επιχείρησης Λεβέντη 7. Να είστε εκεί στις έξη το απόγευμα, θα διανεμηθεί και το βιβλίο “Καφεκοπτείο Μισεγιάννη (1914-2014) * 100 χρόνια ιστορία”.

 
 
INFO:

Καφεκοπτείο Μισεγιάννη
Λεβέντη 7, Κολωνάκι
τηλ.: 210-7210136
www.misseyannis.gr