Κάθεσαι σε αυλή. Είναι μεσημέρι, αλλά δεν είναι ώρα για μεσημεριανό γεύμα. Είναι ώρα για τσίπουρο, για να είμαστε ειλικρινείς. Στο τραπέζι υπάρχουν τρία πιάτα που σε κάνουν να μη σκέφτεσαι καν το γεύμα. Είναι αρκετά για να σε χορτάσουν και μεταξύ μας, πάντα θα είναι αρκετά για να σε χορτάσουν. Ένα πιάτο κεφτεδάκια, ένα πιάτο πατάτες τηγανητές και ένα πιάτο με φέτα με λαδορίγανη. Είναι αυτό αρκετό; Είναι.

Κεφτεδάκια, πατάτες και φέτα σημαίνει καλοκαίρι. Σημαίνει πρόχειροι μεζέδες για το μεσημεριανό τσίπουρο. Ξέρεις, εκείνο το απελευθερωτικό, που σου έχει χαρίσει όλα όσα ξέρεις για τις ζωές ανθρώπων που γνώρισες μεγάλους, έμπειρους, κουρασμένους, με τις ρυτίδες και το πλατύ, αλλά σοφό τους χαμόγελο. Τους boomers της καλής όχθης. 

Κεφτεδάκια, πατάτες και φέτα σημαίνει γιαγιά. Η γυναίκα που έχει σφραγίσει αυτή τη μπουκιά για εσένα για πάντα. Ξέρεις, είναι και λίγο κατάρα αυτό, μιας και τα κεφτεδάκια έχουν τη γεύση που εκείνη τους δίνει με τη δική της “κρυφή” συνταγή, που παραδόξως, όχι μόνο κρυφή δεν είναι, αλλά υπάρχει τσαλακωμένη σε ένα μπλε τετράδιο, γεμάτο χειρόγραφες συνταγές με τα γράμματά της που ποτέ δεν μπορείς να διαβάσεις με ευκολία. Κάποια στιγμή, αναπόφευκτα, τα κεφτεδάκια που έρχονται μπροστά σου δεν θα είναι τα κεφτεδάκια που φανταζόσουν. Αυτή η στιγμή είναι θρήνος. 

Κεφτεφάκια, πατάτες και φέτα σημαίνει απλότητα. Σημαίνει πως κανένα σύγχρονο πιάτο, κανένα στριτφουντάδικο, κανένα κατάστημα παντρεμένο με τις λέξεις “ενοχή” και απόλαυση” δεν συναντήσει την τελειότητα στην πιο απλή μορφή της. Στον συνδυασμό της μπουκιάς του κεφτέ, που φτιάχτηκε στα γρήγορα και που περιμένεις να κρυώσει, γιατί ξέρεις πως τότε είναι στην πιο νόστιμη φάση του, της τηγανητής πατάτας που είναι κομμένη στο χέρι και της φέτας που μόνο στο χωριό ή στο νησί βρίσκεις όμοιά της. 

Κεφτεδάκια, πατάτες και φέτα σε μια μπουκιά σημαίνει πως κάνεις ένα διάλειμμα. Είτε είναι καλοκαιρινή άδεια, είτε Πάσχα, είτε μια Κυριακή. Αυτή η μπουκιά σημαίνει βουτιά στο πιο τεμπέλικο “εγώ”, το πιο ακατέργαστο, το πιο παιδικό, αυτό που εκτιμά τις απλές απολαύσεις και έχει ξεχάσει στιγμιαία να τις ποστάρει στα social. Γιατί, διάολε, το αυθεντικό “εγώ” (σπάνια το αφήνουμε ελεύθερο), ξέρει πως αυτές οι απολαύσεις είναι ποιοτικές όταν είναι προσωπικές. Κανείς δεν μαθαίνει πως αυτή η μπουκιά δημιουργεί πυροτεχνήματα στο κεφάλι σου. Και ίσως δεν το μάθει και ποτέ γιατί βιάζεσαι να τα σβήσεις μια γουλιά τσίπουρο στα καπάκια.