Αν υπήρχε ένα GPS γεύσης (που μεταξύ μας, θα έπρεπε να υπάρχει), το δικό μου θα είχε τουλάχιστον τέσσερις πινέζες: Κέρκυρα, Σούνιο, Νάξο, Αθήνα. Αν και απέχω πολύ από το να χαρακτηριστώ γευσιγνώστης και το κριτήριο των διακοπών μου ουδέποτε ήταν έως τώρα η αναζήτηση της γαστρονομικής συγκίνησης, οι εμπειρίες που συνοψίζουν τη γεύση που έχει το καλοκαίρι είναι μια υπόθεση προσωπική – απαιτούνται άριστες πρώτες ύλες συναισθημάτων, εξελιγμένες τεχνικές νοιαξίματος, ταλέντο στη γενναιοδωρία.

Επομένως εδώ δεν θα βρεις tips, δεν θα χρειαστεί να προσθέσεις κάτι στις λίστες σου με τα καλοκαιρινά to do’s, δεν θα τρέξεις να κάνεις κράτηση σε κάποιο εστιατόριο από αυτά που «έπρεπε να είχατε κλείσει τραπέζι από την Αθήνα». Θα βρεις όμως εκείνες τις γεύσεις για τις οποίες έλιωνα και λιώνω στις πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού.

Οι αχινοί στο Σούνιο

Σε μια εποχή όπου ο αχινός ήταν ταπεινός και παραγνωρισμένος, δηλαδή πολλά πολλά χρόνια πίσω, κατάλαβα τι σημαίνει να ρουφάς όλη τη γεύση και το άρωμα της θάλασσας μέσα από το κέλυφος του, να νιώθεις το ιώδιο να χτυπά στα ρουθούνια σου. Όχι σε κάποιο γαστρονομικό εστιατόριο, αλλά πάνω σε ένα βράχο στην άκρη της αμμουδιάς. Εκεί έβγαινε σχεδόν κάθε μέρα ο κύριος Ντίνος με ένα κοφίνι γεμάτο αχινούς, που τους είχε μαζέψει το πρωί. Τους έκοβε στο βράχο και φρόντιζε πάντα να προσφέρει κάτι και σε εμάς τα πιτσιρίκια τότε που τον κοιτούσαμε με θαυμασμό. Η ευτυχία, λένε, χρειάζεται απλά υλικά. Καμιά φορά αρκεί και ένας αχινός, αν είσαι από αυτούς τους οικοδεσπότες που πάντα θα έχεις μια θέση σε όλες τις ιστορίες για την ευγένεια, την απλότητα και τη γενναιοδωρία σου. Αυτός ήταν ο κύριος Ντίνος.

Τα φραγκόσυκα στο Άλυκο στη Νάξο

Διέσχιζε από μακριά την αμμουδιά ο ηλικιωμένος πλανόδιος και καθώς μας πλησίαζε βαστώντας τα καλάθια με τα φραγκόσυκα η φασματική μορφή του αποκτούσε όγκο και σχήμα -ναι, δεν ονειρευόμασταν. Εκεί, μέσα στην κάψα του Αυγούστου, με τον ήλιο να πέφτει κατακούτελα, πέσαμε με τα μούτρα στα φραγκόσυκα, με τα χέρια μας βρεγμένα και δροσερά από το θαλασσινό νερό. Ορμήσαμε τόσο λαίμαργα, τόσο φιλήδονα ώστε αν μπορούσες κάνεις το καλοκαίρι εικόνα θα ήταν αυτή. Φέρτε μου τα καλύτερα πιάτα του Αντριά, τη μεικτή sous chef του Ρετζέπ, ανάψτε φωτιά για το πιο εκλεκτό κατσίκι των μικρών Κυκλάδων, όλα θα τα αντάλλαζα για εκείνα τα φραγκόσυκα στο Άλυκο.

Το μαντολάτο στην Κέρκυρα

Τα γλυκά για τη γιαγιά, τη νόνα, ήταν μια ξεχωριστή ιστορία. Η μοναδική εξαίρεση για να καταφύγει στην ανάγκη του «έτοιμου». Βλέπεις, για εκείνη μια φιλική επίσκεψη δεν θα διαπνεόταν από το απαραίτητο πνεύμα αστικής αβρότητας, αν οι πρώτοι εγκάρδιοι χαιρετισμοί στην είσοδο του σπιτιού δεν συνοδεύονταν από ένα κουτάκι κουμ κουάτ. Ένα δέμα θα ήταν λειψό αν τα κεντήματα και τα δώρα δεν συνοδεύονταν και από μερικά τραγανά και πλούσια μαντολάτα. Πέρα από τις επισκέψεις και τα δέματα, τα μαντολάτα ήταν και η κατάληξη της βόλτας στη Σπανιάδα, που θα κάναμε μαζί της τα εγγόνια. Καταλαβαίνεις λοιπόν τον ενθουσιασμό μου όταν, καθώς έψαχνα για ένα γλυκό στο Wolt, είδα το μαντολάτο στις νέες καλοκαιρινές γεύσεις του Kayak. Άλλωστε, μια αμιγώς ελληνική εταιρεία δεν θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητη από τα κλασικά  γλυκίσματα και να αναζητεί στην παράδοση ερεθίσματα για να δημιουργήσει όχι απλώς γεύσεις για τις οποίες θα λιώνουμε, αλλά θα φέρνουν στο μυαλό μας τις πιο τρυφερές μας αναμνήσεις. Από την πρώτη κιόλας κουταλιά το νιώθεις: η αφράτη κρέμα του μαντολάτου μετουσιώνεται σε ένα βελούδινο παγωτό, για το οποίο λιώνω φέτος το καλοκαίρι.

Η γεύση της καλοκαιρινής Αθήνας

Έχει γεύση η καλοκαιρινή Αθήνα; Ας ξεκινήσουμε με τυχαία σειρά: Τα θερινά σινεμά (κατά προτίμηση με μια αποκατεστημένη κόπια της «Περιφρόνησης» στην μπομπίνα), ο ήλιος των 7 που ξεχύνεται ορμητικά μέσα από τα στενά που κόβουν την Αχαρνών και διαθλάται πάνω στα τζάμια του ηλεκτρικό, η αυλή του αγαπημένου μου μπαρ, εκεί όπου αναπνέουν οι πιο ήσυχες μέρες του Αυγούστου, τα καταστήματα Kayak που ξέρουν πώς να ντύσουν γευστικά μια βόλτα στην άδεια πόλη. Όλα τα παραπάνω είναι κομμάτια, όσων συνθέτουν και δίνουν χαρακτήρα στο αθηναϊκό καλοκαίρι. Σύμφωνοι, κανείς δεν πόθησε ένα μακρύ αθηναϊκό καλοκαίρι. Κι όταν το βίωσε, πολύ γρήγορα αντιλήφθηκε ότι άλλο πράγμα τα φλεγόμενα τσιμέντα στα Κάτω Πατήσια και εντελώς άλλο τα φλεγόμενα τσιμέντα της Νέας Υόρκης που έχει κινηματογραφήσει ο Spike Lee. Στην Ελλάδα του 2022 και ξέρουμε καλά τους λόγους για τους οποίους κάποιος ξεμένει στην Αθήνα, περισσότερο από όσο θα ήθελε.

Όμως για μια στιγμή, το καλοκαίρι δεν είναι τουριστική καρτ ποστάλ στο Σύνταγμα. 

Σε ένα τέτοιο αναπάντεχο σκηνικό, λοιπόν, χρειάζομαι μια αντίστοιχη γεύση. Ο χουρμάς του Kayak έρχεται και φέρνει την πλούσια ιστορία του και τον κοσμοπολίτικο αέρα του. Καρπός του φοίνικα, με καταγωγή από τη Μεσοποταμία, η φύση τού χάρισε απλόχερα την προίκα της: ο χουρμάς είναι πλούσιος σε θρεπτικά συστατικά και βιταμίνες. Ιδανικό superfood για μια ημέρα γεμάτη ενέργεια, αλλά και αν θες να ρίξεις ρυθμούς και να απολαύσεις την άδεια πόλη. Στο Kayak τον παντρεύουν με σοκολάτα, στην πιο ανατρεπτική γεύση του καλοκαιρού, και σίγουρα σε εκείνη που θα ήθελα να είχα στο μπολ μου καθώς από την ταράτσα το βλέμμα μου βολεύεται σε αυτήν την πορτοκαλί θάλασσα από «φλεγόμενους» ηλιακούς, καθώς δύει ο ήλιος. Δεν ξέρω αρκετές πιο καλοκαιρινές εικόνες από αυτό.