Έχετε ξυπνήσει ποτέ με αυτή την έντονη επιθυμία για κάτι; Αυτή την επιθυμία στην οποία δεν μπορείτε να πατήσετε “snooze” και να διαχειριστείτε αργότερα; Για παράδειγμα, όχι την επιθυμία «σήμερα θέλω να βγω να πιώ ένα ποτό» ή «το βράδυ να θυμηθώ να παραγγείλω ένα κοκτέιλ». Εγώ μιλάω για την επιθυμία «θέλω έναν φραπέ μέτριο με γάλα εβαπορέ τώρα. Τώρα, διάολε». Εγώ τη βίωσα αυτή την επιθυμία σήμερα και την ικανοποίησα. Δεν ξυπνάς κάθε μέρα με λιγούρα για φραπόγαλο στην τελική.

Πότε ξεπεράσαμε τον φραπέ; Όταν ήρθε ο φρέντο εσπρέσσο, ο φρέντο καπουτσίνο, ο μοκατσίνο θα μου πείτε. Γιατί, μην παριστάνω την αθώα, κι εγώ τον πρόδωσα τον φραπέ. Πρώτα άρχισα τις εκπτώσεις, όπως γίνεται συνήθως σε όλες τις σχέσεις που διανύουν τις τελευταίες τους στιγμές. Έκοψα τη ζάχαρη και από μέτριος, έγινε σκέτος. Μετά κόπηκε με το γάλα, γιατί έπεσα σε εκείνη την παγίδα των boomers, ότι καφές και γάλα μετατρέπονται σε μούχλα στο στομάχι (έχω πιστέψει πως είναι ψέμα, αν ισχύει, πριν μου το πείτε, ζητήστε μου να καθίσω κάπου). Μετά ο σκέτος φραπέ, έγινε φρέντο καπουτσίνο, και χαλάλι η μούχλα. Μετά ο φρέντο καπουτσίνο έγινε εσπρέσο. Φρέντο εσπρέσο, γιατί το μόνο σταθερό στη σχέση μου με τον καφέ, είναι τα παγάκια τελικά.

Ο φραπέ άρχισε να γίνεται το σκοτεινό παρελθόν μου με την καφεΐνη. Οι κακές μέρες, οι στομαχόπονοι, το τρέμουλο στα χέρια, οι πονοκέφαλοι. Ο φραπέ έγινε το «καλό παιδί», που ήταν τόσο καλό που σου προκαλούσε εκνευρισμό. Τι γίνεται κάθε φορά με τα καλά παιδιά; Τα επιθυμείς κάτι άκυρες μέρες, αλλά διστάζεις να τους τηλεφωνήσεις, γιατί τώρα που τα θες εσύ δε σε θέλουν εκείνα. Εγώ δεν δίστασα. Σήμερα πεθύμησα φραπέ, τον πρώτο, τον μέτριο με το γάλα το εβαπορέ. Και τον παρήγγειλα.

«Συγγνώμη, θύμα του καπιταλισμού, γιατί παρήγγειλες; Χτυπητήρι δεν έχεις στο σπίτι σου;», με ρώτησε με απορία μια συνάδελφος. Τα προβλήματά μου έγιναν δύο; Πότε έγινα θύμα του καπιταλισμού; Σε ποιο κάμπινγκ έχασα το χτυπητήρι μου; Γιατί ο φραπέ είναι η τελευταία επιλογή καφέ που σου δίνουν τα περισσότερα café; Εκεί, κάτω κάτω, ίσα να υπάρχει. Παίρνω τηλέφωνο, σαν να τρελάθηκα, στο TR3 της Άνω Γλυφάδας και ρωτάω αν παραγγέλνει πια κανείς φραπέ στις μέρες μας. «Όχι ιδιαίτερα», μου απαντάει το παιδί. «Δυο τρεις μέσα στη μέρα;», ρωτάω, «Πολύ λέτε, ένας με δυο το πολύ», μου απαντάει.

Ένας με δυο πρέπει να ξυπνάνε τη μέρα με λιγούρα για φραπέ. Ένας με δυο πρέπει να νιώθουν αυτό το calling για το «καλό παιδί» του καφέ.