Kαθαρά Δευτέρα λοιπόν…

Υπάρχουν τύποι σαν τον πατέρα μου που περιμένουν την συγκεκριμένη αργία για να νηστέψουν. Και ταυτόχρονα να πάρουν και τέσσερα με πέντε κιλά σε λιγότερο από 12 ώρες. Και υπάρχουν και τύποι σαν κι εμένα (που ανήκουν στο υπόλοιπο 1%) που μισούν την Καθαρά Δευτέρα επειδή δεν τρώνε τα θαλασσινά. Ω, ναι. Kανένα θαλασσινό!

*Κράξιμο σε 3,2,1

Οι πρώτες μνήμες που μου έρχονται απ’ την Καθαρά Δευτέρα είναι αρκετά βίαιες. Γιατί; Επειδή αυτό που θυμάμαι ιδιαίτερα είναι τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς μου να ρουφάνε -με το υπόκωφο ‘σλουρπ, σλουρπ’- ό, τι υπάρχει σε μύδι και στρείδι. Έπειτα να πασαλείφονται με γαριδομακαρονάδες, να γλυκοκοιτάζουν το χταπόδι που κρέμεται άμαχο στην ψαροταβέρνα και τέλος να τσακίζουν τα καλαμαράκια.


Όχι, δεν θα κατακρίνω κανέναν (όπως έκανα με τον πατσά την Τσικνοπέμπτη), ωστόσο εσύ που ανήκεις στο υπόλοιπο 99% πρέπει να καταλάβεις ότι υπάρχει κι ένα ποσοστό που δεν μπορεί να φάει θαλασσινά. Όσο κι αν έχει προσπαθήσει -ή και όχι- να δοκιμάσει.

Έχω μεγαλώσει σε νησί, όλο το συγγενολόι ζει και αναπνέει γι’ αυτήν τη μέρα και ξέρω τι θα πει συγγενικός αποκλεισμός γιατί δεν τρώω τίποτα απ’ το τραπέζι.

Παρένθεση: τα ‘χουμε ξαναπεί. Η Εύβοια είναι νησί! Νησάρα! Τι; Επειδή μας ενώνει εκεί πέρα μια γέφυρα;

Στο θέμα μας και πάλι. Αρχικά, είναι καφρίλα να είναι κλειστά τα ψητοπωλεία και να ‘ναι ανοικτές όλες οι ψαροταβέρνες. Θέλω να περάσω την αργία μου τρώγοντας πανσετούλες, καλαμάκια χοιρινά και ό, τι άλλο κρεατικό με κάνει χαρούμενο. Δεν πρέπει να την περάσω ντε και καλά νηστικός.

Ή θα ‘χουν όλα τα φαγάδικα αργία ή δεν θα ‘χει κανένα. Τελεία και παύλα.

Και τέρμα πια στην καταπίεση της μάνας μου “τι θα πει η γειτονιά αν βάλουμε και ψήσουμε μόνο για σένα το ανορεξικό και το μίζερο πλάσμα;”. Όχι μάνα, η γειτονιά πρέπει να μάθει ότι ο πρωτότοκός σου απλά δεν τρώει θαλασσινά. Κι αν παραγγείλω μπριζόλα χοιρινή στην ψαροταβέρνα εσύ πρέπει να με στηρίξεις. Δεν θα με ‘χεις με λαγάνα για να μην πει τίποτα και ο ταβερνιάρης. Δεν θα πει τίποτα. Δεν πρέπει να πει τίποτα. Δεν πρέπει να ‘χει μπλαζέ ύφος. Πολύ απλά. Θα πάρει το κρέας, θα του ρίξει τα απαραίτητα μυρωδικά και θα το πετάξει στα κάρβουνα. Αυτό. 

Τώρα κάνε εικόνα πώς ήταν η μέρα για έναν πιτσιρικά, που ετοίμαζε τον χαρταετό δυο μέρες για να τον δει να καταλήγει στα καλώδια της ΔΕΗ, και στο κατόπιν έβλεπε στο τραπέζι τους υπόλοιπους να τρώνε ό, τι εκείνος σιχαινόταν. Και αυτός έμενε με μια λαγάνα ανά χείρας στο περιθώριο. Έχοντας ακούσει φυσικά τα εξ’ αμάξης από μάνα, πατέρα, αδελφό, θείους-θείες, τον ταβερνιάρη, τον σερβιτόρο κι έναν τυχαίο που απλά άκουγε την παραγγελία του “σε κρέας τι έχετε;”

Ίσως σε πολλούς φαντάζω υπερβολικός. Αλλά δεν γουστάρω να γλείφω μελάνια, τα δόντια μου να κάνουν κρακ-κρακ από καβούρια και γαρίδες και να χτυπάω με δύναμη στον τοίχο, κάτι που σε λίγα λεπτά θα φάω (ωχ, ακούστηκε άσχημα αυτό). Αφήστε με ήσυχο, παρέα με τα γουρουνάκια και τα κατσικάκια που τα ξέρω και με ξέρουν καλύτερα απ’ τον καθένα.

Επομένως, ψητοπωλεία το νου σας…

Είμαστε πολλοί! Είμαστε πεινασμένοι! Και σιχαινόμαστε τα θαλασσινά! 

Υ.Γ: Ελπίζω να βρεθεί το 1% που θα με υποστηρίξει στα σχόλια.

Υ.Γ2: Δεν έβαλα poll γιατί κώλωσα.