Πολύ κακό για το τίποτα, θα μου πεις. Κι έτσι είναι, μα όχι ακριβώς έτσι. Το “Σεφερλής – Ακρίτα” που ξεκίνησε σαν είδηση καθημερινής κατανάλωσης, πάει να γίνει κόντρα κόσμων που ψάχνουν κάθε τόσο ευκαιρία να κοντραριστούν. Είναι η “ντόμπρα λαϊκή βάση απέναντι στους ψευτοκουλτουραίους” (κατά Μάρκον), ή αν προτιμάς οι “λούμπεν κοκορόμυαλοι κόντρα στους ποιοτικούς” (κατά πώς τα λέει η Έλενα). Ίδιο το νόμισμα, κορόνα ή γράμματα, έγραψα το κλισέ μου, προχωράμε.

Να παραδεχτούμε μιαν αλήθεια; Δυο σπουδαία φρούτα παράγει σε ποσότητες η Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια: ζουμερό trash και χυμώδες δήθεν. Κάπου στην άκρη, σε δικό τους καφάσι ζουν ο Χατζιδάκις, ο Κουν, ο Τσιφόρος κι ο Πανούσης. Μια παρέα τύποι που σίγουρα θα ‘χουν ξεκαρδιστεί στα γέλια με τα χάλια μας, όμως αυτό είναι μιαν άλλη ιστορία.

Στη δική μας την ιστορία, υπάρχει η Έλενα που τα ‘βαλε (σε στιλ “Βασίλης Ραφαηλίδης”) με κάποιον Σεφερλή γιατί είναι trash και “χλευάζει τις γυναίκες, τους γκέι, τους ξένους, τους υπέρβαρους, τους διαφορετικούς“. Κι υπάρχει κι ο Μάρκος, που τα ‘βαλε (σε στυλ Νίκος Ξανθόπουλος) με μια κυρία Ακρίτα γιατί τον είπε “σκουπίδι”, αυτόν που “με την αξία του κι όχι με ξένες πλάτες…“. Διάβασε εδώ ολόκληρο το κείμενο της Έλενας, δες από κάτω την απάντηση του Μάρκου, κι ύστερα αν θέλεις έλα να σου πω κι εγώ τη γνώμη μου: γιατί σ’ αυτή τη μάχη του trash με το δήθεν, η Ακρίτα έχασε το δίκιο της – μα είχε δίκιο.

https://www.youtube.com/watch?v=gFWCtWMeBds
 

Τι έγραψε η Ακρίτα;

  • Ο κύριος Σεφερλής στις επιθεωρήσεις του […] καθησυχάζει τον θεατή πως είναι ΟΚ να έχει μυαλό κότας, είναι ΟΚ να βρίζει ό,τι δεν καταλαβαίνει, να καταριέται ό,τι τον τρομάζει.
  • Άλλωστε, έτσι γεμίζουν τα Δελφινάρια, με χάδια και γλυκόλογα σ’ ένα κοινό που έχει πάντα δίκιο.
  • …το «ήθος του trash» θα έφερνε ο Σεφερλής στο Παλλάς.
  • Όμως όλα έχουν ένα όριο. Έχουν το υποκειμενικό όριο που βάζει ο κάθε θεατής για τον εαυτό του. Κι εδώ ξεπεράστηκε.

Ακραίο το “μυαλό κότας” κι ίσως απαράδεκτο. Καμία αντίρρηση. Μα είναι ψέμα πως το κοινό στο Δελφινάριο (και το μυαλό του Αϊνστάιν να διαθέτει) πάει για “εύκολο χαβαλέ”; Πως πάει ξέροντας ότι αυτό που πρόκειται να δει είναι αστείο – ίσως πολύ αστείο για κάποιους, μα είναι μαζί και σαχλαμάρα; Δεν το πιστεύω (κι αν υπάρχει κανείς που το πιστεύει, ας αφήσει ένα σχόλιο κι ας το κουβεντιάσουμε). Κι ακόμα, είναι ψέμα πως οι παραστάσεις του Σεφερλή είναι χωρισμένες σε “ατακαδόρους” πρωταγωνιστές και σ’ “εύκολα θύματα”; Στο τέλος-τέλος  ρε αδερφέ, ποιος το πιστεύει ότι δεν είναι trash ο Σεφερλής; (Πέρα απ’ τον κύριο Γεωργουσόπουλο;)

Και για να εξηγούμαι: Όχι Μάρκο, το να ‘σαι trash δεν πάει να πει ότι είσαι σκουπίδι. Πάει να πει ότι η δουλειά σου είναι δουλειά “της πλάκας”. Δεν είναι; Για να σπάσει πλάκα δεν έρχεται ο κόσμος στο θέατρό σου; Εσύ το λες, “για να περνάει καλά”. Όχι για να ψυχαγωγείται σίγουρα, μα για να διασκεδάζει. Ε, Μάρκο, μάντεψε: όταν η διασκέδαση δεν έχει ούτε στιγμή ψυχαγωγίας, όταν ο χαβαλές δεν έχει μέσα ούτε λίγη σκέψη, τότε είναι trash το θέαμα! Δεν είναι σκουπίδι ο άνθρωπος που το δημιουργεί, αλλά το “καλλιτεχνικό του προϊόν” είναι trash. Κι αν όλο κι όλο το πρόβλημα ήταν αυτό εδώ, λύστε την παρεξήγηση και πάτε παρακάτω.

Προσωπικά πιστεύω πως το trash δεν έχει λόγο να υπάρχει. Ίσως πιστεύω ότι πηγαίνει και την κοινωνία πίσω, δικαίωμά μου. Αλλά να το ξεκαθαρίσουμε: όσο υπάρχει κόσμος που το θέλει, μαγκιά του να ‘ναι εδώ, κι οι άνθρωποι να γελάνε, κι ας πάω εγώ να κόψω το λαιμό μου. Όμως, αλίμονο, μην προσπαθήσεις Μάρκο αυτού του trash να του τσοντάρεις ψυχαγωγία κι “άποψη”. Όχι μόνο γιατί δεν θα ‘σαι τίμιος απέναντι στο ίδιο το κοινό σου. Αλλά και γιατί είναι πιθανό να καταλήξεις σε κάτι τέτοιο:


Εγώ λοιπόν, που δεν είμαι Γερμανός, προσβλήθηκα με τούτον το μονόλογο. Κι αν με ρωτάς, γι’ αυτόν ναι, ίσως θα έπρεπε να ντρέπεσαι. Κι ας μην είναι γεμάτος μπινελίκια. Κι ας τον “απόλαυσε” ολόκληρη η οικογένεια. Κι ας μην στο έγραψε καμιά Ακρίτα…

Υ.Γ. Με κάθε σεβασμό στον κύριο Γεωργουσόπουλο, όχι για να ‘χω άλλοθι (δεν μου χρειάζεται κανένα άλλοθι!) αλλά επειδή δεν γίνεται να πάψεις να σέβεσαι έναν άνθρωπο που το αξίζει, ακόμη κι αν διαφωνείτε μια φορά ή κάθε μέρα.