06.00 Ξυπνάει. “Καλημέρα υπέροχες κοτούλες. Καλημέρα κύρια αγελάδα. Τι ωραία μέρα. Αναρωτιέμαι τι να μου επιφυλάσσει σήμερα αυτό το μαγικό ταξίδι που λέγεται ζωή. Ω, χορτάρι! Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ”!

06.30 Βλέπει γύρω του ότι σήμερα λείπει πολύς κόσμος. “Πήγαν για κούρεμα χωρίς εμένα”;

07.00 “Ωπ το γουρούνι”! -ΕΕΕΕ ΓΟΥΡΟΥΝΑΚΙ, ΣΟΥ ΕΧΩ ΠΕΙ ΟΤΙ ΕΙΜΑΙ ΒΙΓΚΑΝ; -Κάθε μέρα. -Είμαι βίγκαν. –Σκάσε. –ΕΙΜΑΙ ΒΙΓΚΑΑΑΑΑΑΑΑΝ!!!

07.10 Μασουλάει σαν αναίσθητο.

08.00 “Ε κοτούλα θέλεις να παίξουμε; Ε κοτούλα γιατί κλαις”; Εκείνη του χαϊδεύει το κεφάλι και του λέει καλό ταξίδι. “WTF, bitch”, της λέει.

09.00 Το γουρούνι ρωτάει το αρνί σε ποιον αφήνει την περιουσία του. Το αρνάκι γελάει με τον πάντα χωρατατζή κύριο γουρούνι.

10.00 Μασουλάει.

11.00 “Ασυνηθιστη κίνηση αυτές τις μέρες στην φάρμα… Διάφοροι κύριοι περνάνε και με δείχνουν”.

12.00 Ακούει μία φλογέρα να παίζει από μακριά. “Ω, τι όμορφα που παίζει ο κύριος τσοπάνης”, σκέφτεται! “Έχει αγάπη στην καρδιά για μας, γι’ αυτό ακούγεται τόσο όμορφα. Θα μου λείψει όταν πεθάνει”.

13.00 “Μπε”.

14.00 Κοιτάζει γύρω του και σκέφτεται “Η Τίνα όχι μόνο δεν μου μίλησε σήμερα, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΜΦΑΝΙΣΤΗΚΕ ΚΑΝ! Ούτε ο πρώην της… Τυχαίο;;; Πόσο πουτάνα”…

14.30 “Καλά αυτή νομίζει ότι εγώ τρώω σανό”…

14.35 Σκέφτεται ότι το “Τίνα” θα μπορούσε να βγαίνει απ’ το “προβατίνα” και γελάει ένοχα με το κακό του χιούμορ.

15.00 “Η μάνα μου ακούει συνέχεια Θάνο Μικρούτσικο και μουρμουράει “γιε μου πας”. Τι γίνεται”;

16.00 Τον πλησιάζει το σκυλί του τσοπάνη και τον μυρίζει. Φεύγει. Κρίμα και είχανε τόσα να πούνε.

17.00 Ακούει θόρυβο. Βλέπει ένα αγροτικό να πλησιάζει στη φάρμα. Συνεχίζει να μασουλάει. Το αγροτικό σταματάει και κατεβαίνουν δύο κύριοι. “Γεια σας φίλοι”, τους λέει. Πιάνουν το αρνί και το ανεβάζουν σε μία καρότσα μαζί με καμιά δεκαριά ακόμα. “Ε Ε ΕΚΔΡΟΜΗ! Ε Ε ΕΚΔΡΟΜΗ”, φωνάζουν.

17.30 Το πιο φοβητσιάρικο από όλα ρωτάει “μήπως μας πάνε στους λύκους”; “Χαζέ δεν υπάρχουν λύκοι”, του απαντάει ένα άλλο. “Αυτά είναι παραμύθια για να τρομάζουν τα μικρά παιδιά”.

18.00 Μετά από λίγη ώρα σταματάνε έξω από μία μεγάλη αποθήκη. Βλέπουν κάτι κύριους με άσπρες ποδιές και κοκκινίλες πάνω τους σαν από κεράσια. “ΠΑ ΠΑ ΠΑΓΩΤΟ, ΠΑ ΠΑ ΠΑΓΩΤΟ”, φωνάζουν όλα μαζί.

18.15 Τα κλείνουν μέσα στην αποθήκη.

18.30 -Ε φίλε τι κάνουμε εδώ; -Δεν έχω ιδέα. Ωραία δεν είναι; -Μυρίζει λίγο προβατίλα, δεν μυρίζει;  

19.00 Είναι και άλλα πρόβατα έτοιμα για σφάξιμο, έχουν ελληνικά ταμπελάκια αλλά μιλάνε βουλγάρικα. “Ποιον κοροϊδεύετε”, λέει ένα. “Έρχονται οι ξένοι και μας παίρνουν τις σούβλες”, λέει ένα άλλο. “Να φύγετε να πάτε στη χώρα σας να σας σφάξουν”, φωνάζει ένα τρίτο με μουστάκι και κομπολόι.

19.15 Τα αρνιά νιώθουν το τέλος να πλησιάζει και τα πιάνουν οι μεταφυσικές τους ανησυχίες.

“Πιστεύεις στη ζωή μετά το σούβλισμα”;

“Ωχ, άρχισε πάλι η Λουκά”.

“Σσσσ κοιμόμαστε”…

 “Ναι, τόσες θρησκείες υπάρχουν, αλλά η δικιά σου είναι η αληθινή”.

“Και ποιος έφτιαξε τα μαντριά, αν δεν υπάρχει Θεός”;

19.30 Σκοτάδι.

20.00 Ανάβουν τα φώτα και μπαίνουν μέσα οι κύριοι με τις ποδιές. Κρατάνε μαχαίρια και μπαλτάδες.

20.10 “Τι πάτε να κάνετε”;, τους φωνάζει. “Ας τους βελάξω να δούνε πόσο χαριτωμένο είμαι και να σταματήσουν, ποιος θα έκανε κακό σε ένα τόσο γλυκό πλασματάκι; Όσο τέρας και να’ ναι”.

20.20 “Μη μου σηκώνεις το χέρι εμένα, ανόητε παγωτατζή”!

20.21 Σκοτάδι.

 

ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΦΑΣ ΑΡΝΙ ΚΑΙ ΦΕΤΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠ’ ΑΥΤΟ; ΣΟΒΑΡΑ ΤΩΡΑ;