Θυμάμαι στο Πανεπιστήμιο, είχα έναν καθηγητή (δεν θα πω το όνομα του, μη μας πουν ότι του κάνουμε και τσάμπα πρόμο) που είχε διαβάσει, τόνους από βιβλία. Είχε λοιπόν, μια παραπάνω εμπειρία στο θέμα και όταν μας πρότεινε κανένα «εξωσχολικό» βιβλιαράκι, βγάζαμε όλοι τα κιτάπια μας και σημειώναμε την επόμενη αγορά μας. Ένα από αυτά, ήταν τα “Δοκίμια” του Μονταίνιου. Έτσι αποκάλεσε τον Μισέλ ντε Μονταίν, που γεννήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1533 και έζησε για 59 χρόνια στη Γαλλία. Προτού αρχίσεις τα ποιος είναι αυτός τέλοσπαντων σαν και μένα στα φοιτητικά μου τα χρόνια, καλό είναι να σου πω ότι επηρέασε με το έργο του τους παρακάτω κυρίους: Βολταίρος, Άρθουρ Σοπενχάουερ, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Φρίντριχ Νίτσε,  Ζαν Ζακ Ρουσσώ, Ζοζέ Σαραμάγκου τον αναφέρουν σαν ένας από τους ανθρώπους που διαμόρφωσε τις σκέψεις τους.

Τον θεωρούν σαν τον τελευταίο ουμανιστή της Αναγγέννησης, αλλά και βασικό θεμελιωτή, ενός ιδιόμορφου σκεπτικισμού, που πατούσε στο έργο του Πλάτωνα, μα είχε ως πρότυπο τον Σενέκα. Είχε αφιερώσει μεγάλο μέρος της ζωής του, στη μελέτη της λατινικής γραμματείας. Ο Μονταίν έβαλε στο κέντρο της πραγματείας του, τον τρόπο με τον οποίο καθορίζονται η φύση και η συμπεριφορά του ανθρώπου, από όσα συμβαίνουν στην καθημερινότητα του. Είναι ένας από τους πρώτους μελετητές της εποχής του, που επικεντρώθηκε στον τρόπο που επιδρούν οι καθημερινές μας δραστηριότητες, στη διαμόρφωση της προσωπικότητας μας. Παλεύοντας και ο ίδιος με θέματα υγείας, σχεδόν καθόλη τη διάρκεια της ζωής του, έφερε στο προσκήνιο την ατέλεια του ανθρωπίνου είδους, με μια προσέγγιση, που όμοια της, δεν είχαν δει οι φιλοσοφικοί κύκλοι τότε.

“Έτσι μίλησε ένας παλιός καπετάνιος στον Ποσειδώνα, σε μια μεγάλη φουρτούνα: Ω Θεέ! Μπορείς να με σώσεις, αν το θελήσεις. Στο χέρι σου πάλι είναι να μ’ αφανίσεις, αν το θελήσεις. Είτε το ένα κάνεις είτε το άλλο, μάθε πως ατάραχα θα κυβερνάω το πλοίο.”

Επανέρχομαι στις ατέλειές μου και σταματάω σε αυτές συχνότερα,” είχε γράψει εντρυφώντας σε κομμάτια, που αντιμετωπίζονταν με καχυποψία από τους συγχρόνους του. Είναι σημαντικό κάποια στιγμή της ζωής σας, να έρθετε σε επαφή με τα “Δοκίμια” του Μονταίν. Η γραφή του κρύβει μαστοριά, δίχως δυσνόητους όρους και μια αλληλουχία επιστημονικών φράσεων, που δύσκολα μπορεί να ακολουθήσει ένας μη μυημένος στη φιλοσοφία αναγνώστης. Ο Αλαίν Ντε Μποτόν που μνημονεύει συχνά τον Μονταίν στην Παρηγοριά της Φιλοσοφίας, είναι ένας από τους νεότερους που το επιχειρούν με σχετική επιτυχία. Καταφεύγουν και παρουσιάζουν φιλοσοφικά διλήμματα και δοκίμια με τρόπο προσιτό σε όλους, χωρίς να χάνει σε αξιοπιστία και σαφήνεια.

“Εδώ που μένω, πιο συχνά με βρίσκει κανείς στη βιβλιοθήκη μου, όπου μου είναι πολύ εύκολο να διευθύνω το σπιτικό μου : είμαι πάνω από την είσοδο, και βλέπω από κάτω τον κήπο μου, το κοτέτσι μου, την αυλή μου, και τους περισσότερους από τους ανθρώπους του σπιτικού μου που περιφέρονται εκεί. Εδώ, τη μια ώρα ξεφυλλίζω ένα βιβλίο, την άλλη ώρα ένα άλλο, χωρίς σειρά και χωρίς σκοπό, αποσπασματικά. Πότε ρεμβάζω, πότε συλλαμβάνω και υπαγορεύω, βηματίζοντας, τους οραματισμούς που μοιράζομαι μαζί σας.”

Σαν ένας ηδονιστής που σέβεται τον εαυτό του (οι άνθρωποι που βλέπουν την ευτυχία αυτή να πραγματώνεται μέσα από την ηδονή) περνά τον δρόμο για την ευτυχία μέσα από τις αισθήσεις και όχι από τον ορθολογισμό. Αυτό είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα του για αυτό όταν πέσετε στα Δοκίμια του, μη διστάσετε! Αν το κάνετε, θα έρθετε σε επαφή με το έργο του ανθρώπου, που άλλαξε τον κόσμο με τα γραφόμενα του και πέθανε 13 Σεπτέμβρη πριν 400 και βάλε χρόνια.

“Τα βιβλία έχουν πολλές ευχάριστες αρετές γι’ αυτούς που ξέρουν να τα διαλέγουν. Αλλά αγαθά κόποις κτώνται. Πρόκειται για μια ευχαρίστηση που δεν είναι ξεκάθαρη και καθαρή σαν τις άλλες. ‘Εχει και κάποιες αρκετά ενοχλητικές πλευρές. Το πνεύμα μπορεί να ασκείται, αλλά το σώμα, που δεν παρέλειψα να φροντίζω, μένει χωρίς δράση, σε ακινησία, και θλίβεται. Και για μένα, στην ηλικία μου, δεν υπάρχει χειρότερο κακό προς αποφυγή.”