“Θέλουν να δώσω μια συνέντευξη να μάθουν τι μου αρέσει / πόσα έχω αρπάξει και για πόσα έχω δουλέψει / πόσο ψηλός είναι ο ψηλός γιατί μ’ άφησε η έτσι / μπας και καταλάβουνε το πως ραπάρω έτσι”. -Πολυκατοικίες-

Δεν θα σου κρύψω ότι αρκετό καιρό τώρα προσπαθώ να ψήσω τον ΛΕΞ να μας πει δυο τρία λόγια εδώ στο Provocateur, αλλά τα άκυρα που ‘χω φάει θα τα ‘λεγες μπόλικα και πανηγυρικά ρε φίλε! Έλα όμως, που αντί αυτό να με ξενερώνει, καταβάθος με πωρώνει, αφού υπάρχει έστω ένας ράπερ εκεί έξω που από επιλογή-στάση ζωής θέλει να μιλάει μόνο μέσα από τη μουσική του και όχι μέσα από τις κάμερες. Και μπράβο του και μαγκιά του. Το σέβομαι απεριόριστα. Βέβαια, να σου πω την αμαρτία μου θα πλήρωνα αδρά για να μιλήσω στον δικό μου ‘ποιητή του περιθωρίου’, αλλά δεν γαμιέται, τι παραπάνω να τον ρωτήσω; Με κάλυψε εκατό τοις εκατό με τα 9 του σόλο.

Παρένθεση: Είναι ευλογία να πετάγεσαι στον ύπνο σου στις τρεις τα μεσάνυχτα για νερό και να σου σκάει ειδοποίηση στο YouTube ότι “Ο χρήστης ΛΕΞ ανέβασε νέο βίντεο“. Κι εσύ, αντί να πεις “θα τ’ ακούσω αύριο με την ησυχία μου μωρέ“, να κάθεσαι και ν’ ακούς όλο τον δίσκο σερί μέχρι τις 5 τα ξημερώματα. Και να ξαναξυπνάς στις 8.30 για δουλειά και να κάνεις αυτόματα την ίδια κίνηση. Ποια κίνηση;

SOLO LEX, SOLO LEX, SOLO LEX. Προχωράμε.


Στον δεύτερό του δίσκο, που λες, με τίτλο “2ΧΧΧ”, ο ΛΕΞ δεν ‘επαναλαμβάνεται’, όπως κάνει η πλειοψηφία των ράπερ. Δεν κουράζει και δεν σου αφήνει περιθώριο να τον αμφισβητήσεις για τις καταστάσεις που βιώνει και γράφει. Οι ρίμες του είναι μαύρες. Κατάμαυρες. Κατράμι. Σου κάνουν σμπαράλια τη ψυχή. Αλλά που ‘σαι; Μέσα απ’ αυτές παίρνεις δύναμη για να παλέψεις και να σταθείς δυνατός. Να βγεις στους δρόμους, στα πάρκα και τις πλατείες και να κοιτάξεις με μια πιο καθαρή ματιά τον ‘Νεοελληνισμό’ και όλα εκείνα τα πρότυπα που σου πλασάρουν τα μίντια.

“Ζούμε τον έρωτα σε νοικιασμένα σπίτια / που ‘χουν κομμένα ρεύματα και απλήρωτα ενοίκια / μικρά δωμάτια και όνειρα τεράστια / μίσος σαν τα Γαλλικά προάστια.” -Παυσίπονα-


Το ’20 και το ’30 η φωνή του περιθωριακού και του αδικημένου πήρε σάρκα και οστά μέσα απ’ το ρεμπέτικο, ενώ τα ’80s και τα ’90s βρέθηκε η ροκ μουσική να του δώσει και πάλι την πνοή που ‘χε χάσει. Στις μέρες μας τώρα;;; Τι;;; Αλήθεια δεν ξέρεις;;; Μην το ψάχνεις και πολύ. Το χιπ χοπ είναι ξεκάθαρα η φωνή της γενιάς μας. Και όταν λέω χιπ χοπ, δεν αναφέρομαι σε καμιά των περιπτώσεων σ’ όλα αυτά τα ψώνια με τα ακριβά ρολόγια και τις Ferrari, αλλά για κάτι τυπάρες σαν τον ΛΕΞ που δουλεύουν μεροκάματο και μόνο όποτε έχουν κάτι αληθινό να πουν, το λένε. Μακριά από δισκογραφικές και μεγάλα συμβόλαια.

“Κι αν χάσω τη ζωή μου θα κλάψουν οι δικοί μου / που θέλουνε ν’ ακούνε ακαπέλα στο τσαρδί μου / η πραγματικότητα ντύνει τη μουσική μου / εξωγήινοι στην ταράτσα μου / σκουπίδια στην αυλή μου!” -Γρανίτες και τσιγάρα-


Κλείνοντας, για να ‘σου ‘μαι ειλικρινής, ζηλεύω όλα αυτά τα σχολιαρόπαιδα που μεγαλώνουν και ωριμάζουν μέσα από στίχους του. Γιατί κάθονται και στύβουν το μυαλό τους και δεν κωλοχτυπιούνται με νταμπ κι άλλες τέτοιες μαλακίες σαχλαμάρες. Και επιπλέον, δεν θα βάψουν τους τοίχους και τα θρανία τους με συνθήματα για ομάδες, μάνες κλπ, αλλά θα πάρουν στίχους ‘μαχαιριά στην καρδιά’ και θα τους αποτυπώσουν με σπρέι και μαρκαδόρους όπου βρουν. Venceremos ρε.

“Ντάλε ντάλε ο δρόμος γράφει πάλι ποιήματα / γεια σου ψηλέ με τ’αργεντίνικα συνθήματα / θυμάστε που μας έλεγαν χωρίς χρήματα είστε τίποτα / κοκάρισμενοι γιάπηδες στ’ αμάξι με μια βίζιτα.” ΚΡΙΜ


*Γεια χαρά σου τύπε. Σ’ ευχαριστούμε για όλα. 

Y.Γ: Όρμα τους.