24 χρονών, όταν εκείνο το μεσημέρι της 11ης Αυγούστου 1996 ξεκίνησε από το σπίτι του και τράβηξε για τη Δερύνεια της επαρχίας Αμμοχώστου.

Κατέβηκε εκεί, μαζί με χιλιάδες άλλους Ελληνοκύπριους και άλλους ευρωπαίους πολίτες που είχαν ξεκινήσει μοτοπορεία με αφετηρία το Βερολίνο και κατάληξη την κατεχόμενη Κερύνεια, προκειμένου να διαδηλώσει ενάντια στην συνεχιζόμενη και παράνομη τουρκική κατοχή της μαρτυρικής Κύπρου.

24 χρονών, όταν τέθηκε μαζί με περισσότερους από 7000 διαδηλωτές απέναντι από τις δυνάμεις κατοχής. Η μοτοπορεία, είχε ακυρωθεί μετά από παράκληση του προέδρου Κληρίδη, έτσι ώστε να μην εκτραχυνθεί η κατάσταση, καθώς οι Τουρκοκύπριοι είχαν προ πολλού ειδοποιήσει ότι δεν θα δίσταζαν να ανοίξουν πυρ σε οποιονδήποτε τολμούσε να πατήσει στα -ήδη πατημένα- κατεχόμενα.

24 χρονών, όταν είδε την ανεξέλεγκτη και ακέφαλη διαδήλωση να μπαίνει στη νεκρή ζώνη και να συμπλέκεται με κατοχικές δυνάμεις, Τουρκοκύπριους πολίτες και οργανωμένες ομάδες των Γκρίζων Λύκων. Σπεύδοντας να βοηθήσει έναν άλλο διαδηλωτή ο οποίος είχε βρεθεί στα χέρια των δυνάμεων του ψευδοκράτους και των Τουρκοκύπριων παρακρατικών, έπεσε κι ο ίδιος στην παγίδα του μίσους.

Λοστοί, πέτρες, ρόπαλα… 

Οι κυανόκρανοι που στέκονταν λίγα μέτρα παραπέρα, παρέμειναν απλοί θεατές της άγριας δολοφονίας. 

20 χρόνια μετά, οι ένοχοι για τη δολοφονία αυτή, αλλά και του έτερου Ελληνοκύπριου μάρτυρα Σολωμού Σολωμου η οποία έλαβε χώρα τρεις ημέρες αργότερα, παραμένουν ασύλληπτοι.

Τάσος Ισαάκ.

Όταν δολοφονήθηκε για τη Λευτεριά της πολύπαθης Κύπρου, ήταν μόλις 24 χρονών.