Αν ερχόταν τώρα ένας άνθρωπος και σου χάριζε κάποιο βιβλίο του Φερνάντο Πεσσόα, το πιθανότερο σενάριο για την σχέση σου με τον ποιητή λέει πως μάλλον θα τον περνούσες για πολύ περίεργο τύπο. Αυτό ακριβώς είναι ο Πεσσόα. Ένας πολύ περίεργος τύπος που αν μελετήσεις τα γραπτά του χωρίς να εντρυφήσεις και στην ίδια του την προσωπικότητα, ίσως να μην καταλάβεις αυτά που πραγματικά έχει να σου δώσει. Αν όμως μάθεις για εκείνον, τότε τα λόγια του αποκτούν πολύ διαφορετική σημασία.

Tον έμαθα με κάπως παράδοξο τρόπο, από ένα τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου με τίτλο “Rua Da Bella Vista”

 

Οι στίχοι μιλούν για “ονειροπόλο ποιητή” που “χαϊδεύει τη σιωπή” και στο τέλος αναφέρονται ονομαστικά και σε εκείνον αποκαλώντας τον “υπάλληλο Πεσσόα”. Κάπως έτσι μπήκα στον κόσμο του. Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι να διαβάζω ήταν αυτό:

Ποτέ δεν αγαπάμε κανέναν. Αγαπάμε αποκλειστικά την εικόνα που διαμορφώνουμε για κάποιον. Αυτό που αγαπάμε είναι μια δική μας κατασκευή, στην ουσία δεν αγαπάμε παρά τον εαυτό μας.

Ο ίδιος είχε ψύχωση με αυτό που εμείς αποκαλούμε “εαυτό”. Σε τόσο μεγάλο βαθμό που είχε δημιουργήσει 81 καινούργιους εαυτούς. Οι “ετερώνυμοί” του δεν είχαν φτιαχτεί από εκείνον ως διαφορετικές εκδοχές του εαυτού του, αλλά στην ψυχοσύνθεση του Πορτογάλου ποιητή είχαν υπόσταση, επάγγελμα και διαφορετικές συνήθειες ο καθένας. Φυσικά όλοι αυτοί είχαν και εντελώς διαφορετικό λογοτεχνικό ύφος μεταξύ τους, γεγονός που καταδεικνύει με τον πιο “ηχηρό” τρόπο το τεράστιο ταλέντο του ποιητή. 

Τα βιογραφικά του στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά είναι πάρα πολύ λιγά καθώς ο ίδιος ήταν απομονωμένος, μοναχικός, είχε προβλήματα με το αλκοόλ και οι πολιτικές του πεποιθήσεις δεν ήταν και οι πλέον διαδομένες στην Πορτογαλία. Γεννήθηκε στη Λισαβώνα και σε μικρή ηλικία μετά τον θάνατο του πατέρα του πήγε στην Νότια Αφρική όπου έμαθε αγγλικά. Αργότερα κάποιοι από τους ετερώνυμούς του θα γράφουν στα αγγλικά. 

Το 1905 επέστρεψε στη Λισαβώνα επιχειρώντας να σπουδάσει φιλολογία, αλλά γρήγορα αλλάζει άποψη και στρέφεται προς το εμπόριο όπου και εργάζεται για να βγάζει τα προς το ζην. Πολλά από τα ποιήματά του βρέθηκαν ανάμεσα σε ισολογισμούς και αποδείξεις. 

Ειμαι ένας άνθρωπος ανίκανος για δράση, αμήχανος μπροστά σε κάθε πρωτοβουλία ή κίνηση, αδέξιος στις κουβέντες μου με τους άλλους.

Τα ποιήματά του χαρακτηρίζονταν από την έντονη απαισιοδοξία που ενίοτε γινόταν και μηδενισμός.

Πλήξη είναι, να σε βαραίνει η ανία του κόσμου, η στεναχώρια του να ζεις, η κούραση του να έχεις ζήσει. Η πλήξη είναι, στην ουσία, η σαρκική συνείδηση της εκτεταμένης κενότητας των πραγμάτων. Αυτός όμως που βρίσκεται στο έλεος της πλήξης είναι καταδικασμένος σ ένα κελί δίχως όρια.

Μερικές μέρες μετά το τέλος της ζωής του, μαζί με τα προσωπικά του αντικείμενα, στο σπίτι του βρέθηκε ένα μπαούλο με 25.426 χειρόγραφα κείμενά του. Ο μοναχικός τύπος που δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις με κανέναν, έγραφε και έγραφε πολύ. Οι μελετητές του έργου του θα καταλάβουν πως έγραφε και πολύ καλά, ενώ το αναγνωστικό κοινό παγκοσμίως θα τον βάλει στη λίστα με τους πιο αγαπημένους ποιητές του 20ου αιώνα. 

Ο λόγος που αγαπήθηκε ήταν προφανής. Κατάφερνε να κάνει αυτό που θα θέλαμε όλοι μας. Κατάφερνε να ξεφεύγει από την πραγματικότητα μέσω των ετερωνύμων του και να βουτάει ολόκληρος μέσα σε έναν άλλο φαντασιακό κόσμο. Τη μια στιγμή ήταν ο Αλβάρο ντε Κάμπος, την επόμενη ο Αλμπέρτο Καέιρο και μετά γινόταν πάλι ο ονειροπόλος ποιητής Φερνάντο Πεσσόα. 

Ο ίδιος (μέσω του Αλβάρο ντε Κάμπος) ορίζει τον εαυτό του και δικαιολογεί την ύπαρξη των ετερωνύμων ως εξής:

Να αισθάνομαι τα πάντα μ’ όλους τους τρόπους, να ‘χω όλες τις απόψεις, να ‘μαι ειλικρινής αντιφάσκοντας κάθε λεπτό.

Γεννήθηκε το 1888 και από πολύ μικρός άρχισε να γράφει μανιωδώς. Μέχρι και τον θάνατό του, το 1935, δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός στη χώρα του ούτε και στον υπόλοιπο κόσμο, κάθως είχε εκδόσει μόλις ένα βιβλίο με τίτλο: “Μηνύματα”. Λίγες ώρες πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, θα γράψει και τις τελευταίες του λέξεις: “I Know not what tomorrow will bring” (δεν ξέρω τι θα φέρει το αύριο). 

Αυτό που θα έφερνε το αύριο ήταν η παγκόσμια αναγνώριση. Έστω και μετά θάνατον.