Είναι γύρω στις έξι το απόγευμα. Έχω μόλις αγοράσει μια γρανίτα του 1,5 ευρώ και με γύρω στα 25 tabs ανοιγμένα στον υπολογιστή μου είμαι εμφανώς επικεντρωμένη στο πώς ο Παναγιώτης Φραντζής διαμοίρασε τα μέλη της συζύγου του σε κάδους απορριμμάτων στα 80s. Μετά ακούω για την υπόθεση της Ελευθερίας Αγραφιώτου, της 69χρονης γυναίκας η οποία βρέθηκε νεκρή τρίτο επίπεδο του υπόγειου πάρκινγκ σούπερ μάρκετ στο Μαρούσι. Νιώθω πως έφτασα κάπως αργοπορημένα σε αυτό το μακάβριο πάρτι, μιας και το true crime ζει το hype του εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Κι όμως. Το καλοκαίρι του 2022 έμελλε να είναι εκείνο που θα με έκανε να σκεφτώ για πρώτη φορά πως καλό θα ήταν να κλειδώσω την πόρτα του σπιτιού μου.

Με τα πράγματα που μας τρομάζουν συμβαίνει κάτι παράξενο: μας γοητεύουν. Θέλω να πω πως δεν γίνεται να ακούς για μια ανατριχιαστική υπόθεση, με αηδιαστικές στα όρια του σπλάτερ λεπτομέρειες και αντί να λειτουργήσει το ένστικτο της επιβίωσης που κανονικά θα σε έσωζε από αυτό το τουλάχιστον δυσάρεστο συναίσθημα, κάνοντάς σε να σταματήσεις αυτό το νέο hobby, αλλά αντιθέτως σε κάνει να θες να πας κατευθείαν στο επόμενο; Κανονικό binge listening δηλαδή. Σύμφωνα με το Science Focus, οι ακροατές, αναγνώστες και θεατές τέτοιον ντοκιμαντέρ και ιστοριών «εθιζόμαστε» σε αυτά, γιατί μας ικανοποιεί το να προσπαθούμε να καταλάβουμε (και ιδανικά να πέσουμε μέσα) τα γιατί, τα πώς και τελικά, τον δολοφόνο.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι στο τέλος της μέρας, αγριευόμαστε. Δεν μπορώ να περιγράψω το συναίσθημα του να ακούς σερί για 4 ώρες true crime podcasts. Λίγο η ταχυπαλμία, λίγο το σασπένς και ο τόνος της φωνής του αφηγητή, οι εξαφανίσεις από μόνες τους, που ποτέ δεν διαλευκάνθηκαν είναι ένας καλός λόγος να ανατριχιάσεις. Όλα παίζουν τον ρόλο τους και εσύ καταλήγεις από το να βλέπεις παράξενα όνειρα ή να μη μπορείς να κοιμηθείς, μέχρι να νιώθεις πως ένα πέπλο θλίψης και light φόβου να έχει καλύψει την καθημερινότητά σου και να μη μπορείς να το εξηγήσεις γιατί θα σε πουν «υπερβολικά ευαίσθητο».

Με αυτά δεν μπορώ να βοηθήσω, αλλά μπορώ να σου δώσω λίγα tips για το τι να μην κάνεις όσο ακούς και βλέπεις για αληθινά εγκλήματα.

Μην τα ακούς σε ακουστικά

Ας το παραδεχτούμε, δεν είμαστε πολύ σωστοί με την ένταση  του ήχου στα ακουστικά μας. Όλο το σύμπαν απομονώνεται γύρω μας, δεν έχουμε καμία αίσθηση των ήχων που μας περιβάλλουν. Το θέμα είναι πως άλλο είναι να ακούς το αγαπημένο σου band να τραγουδάει με τα ακουστικά στο φουλ και άλλο για το πώς παγίδεψε ένας δολοφόνος το θύμα του στο σκοτάδι. Στη δεύτερη περίπτωση, έστω και το κουδούνι να χτυπήσει, θα ανεβάσεις παλμούς σε σημείο τρόμου. Δεν χρειάζεται. Άσε που το να αντιλαμβάνεσαι τι συμβαίνει γύρω σου σε κρατάει προσγειωμένο και λιγότερο φοβισμένο.

Μην αφήσεις τη βόλτα με τον σκύλο για αργά το βράδυ

Όχι για εμένα για έναν φίλο μου. Που έβγαλε βόλτα τον σκύλο του μετά τα μεσάνυχτα και άλλαξε έντρομος πεζοδρόμιο γιατί τον τρόμαξε μια ξανθιά, ψηλή κοπέλα που περπατούσε πίσω τους. Μου φάνηκε απόκοσμη, μια χαρά κούκλα. Όχι εμένα δηλαδή. Ενός φίλου μου.

Μην τρως παράλληλα

Θέλει εξήγηση. Τις μισές φορές θα σου κόβεται η όρεξη, τις άλλες μισές θα θέλεις να κάνεις εμετό. Φαγητό που δεν απολαμβάνεται, δεν είναι καλό φαγητό. Κρίμα, ειδικά, αν είναι delivery και το πλήρωσες κιόλας.

Μην τα ακούς ακριβώς πριν τον ύπνο

Καλό είναι πριν τον ύπνο γενικώς να μη σαχλαμαρίζουμε με κινητά και υπολογιστές. Ειδικά αν το τελευταίο πράγμα που θα ακούσουμε πριν μας πάρει ο ύπνος και χωθεί -όχι και τόσο βαθιά- στο υποσυνείδητό μας, είναι η υπόθεση Αθανασόπουλου.

Μην ψάχνεις λεπτομέρειες στο Google

Λέει ο άλλος στο podcast πως τα εξώφυλλα της εποχής μετά από το τάδε έγκλημα είχαν εικόνες του τεμαχισμένου σώματος, πας εσύ και το ψάχνεις. Γιατί; ΓΙΑΤΙ; Δεν σε ανατρίχιασε αρκετά η περιγραφή; Δεν γέρασες ήδη κανά δεκάχρονο; Θες και εικόνα;