Η τριγωνική σχέση των τελευταίων τριών πρωθυπουργών που εξέλεξε η ΝΔ φαίνεται να είναι, όχι απλώς προβληματική, αλλά και να παράγει γεγονότα. Κι ενώ το πολιτικό τοπίο είναι άνυδρο για την Αριστερά και θα περίμενε κανείς ο Κυριάκος Μητσοτάκης να ορίζει μόνος του τις τύχες της χώρας, εμφανίστηκε ένα αντίπαλο δέος που ποτέ δεν έκρυψε πως διατηρεί ένα μεγάλο μερίδιο της Γαλάζιας Πολυκατοικίας. Ο Αντώνης Σαμαράς -κυρίως και ηχηρά, και ο Κώστας Καραμανλής -κατά δεύτερον και μέσω «κύκλων», δεν έμοιαζαν ποτέ διατεθειμένοι να απεμπολήσουν το δικαίωμα της κριτικής που αυτομάτως κέρδιζαν ως ένοικοι του πιο ισχυρού γραφείου της χώρας, αυτό του Μεγάρου Μαξίμου.

Φυσικά και είναι λίγοι εκείνοι που αμφισβητούν την παντοδυναμία Μητσοτάκη στη ΝΔ -ακόμη και με τα καταβαραθρωμένα ποσοστά των Ευρωεκλογών. Όμως στην Κοινουβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας υπάρχουν βουλευτές που μπορεί να μην εκφράζουν τον σκεπτικισμό τους στις κινήσεις Μητσοτάκη, ωστόσο είναι αντίθετοι με πολλά από τα θέματα που ανοίγει, και κινούνται με συμπάθεια προς τις θέσεις Σαμαρά, σε πολλά θέματα, όπως τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά και τα identity politics (θέματα ταυτότητας).

Για πρώτη φορά ένας πρώην πρωθυπουργός τίθεται εκτός ΚΟ. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που παρακολουθούμε ένα ντέρμπι ανάμεσα σε Μητσοτάκη και Σαμαρά, ούτε η πρώτη φορά που η Γαλάζια Πολυκατοικία ετοιμάζεται για ανακαίνιση…

Θα κάνει κόμμα ο Αντώνης Σαμαράς;

Οι προθέσεις του Αντώνη Σαμαρά αμέσως μετά τη διαγραφή του από την ΚΟ της ΝΔ απασχολεί όλον τον πολιτικό κόσμο. Αν για δεύτερη φορά στην πολιτική του σταδιοδρομία ο Αντώνης Σαμαράς θελήσει να αποχωρήσει από το κόμμα και να προχωρήσει στην ίδρυση ενός άλλου, τότε το πολιτικό σκηνικό θα αλλάξει ραγδαία.

Η μετατόπιση του πολιτικού άξονα προς τα δεξιά είναι εμφανής σε όλο τον πλανήτη και η πρόσφατη επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ ανοίγει την όρεξη σε εκείνους τους πολιτικούς που η πολιτική τους ατζέντα ταυτίζεται με εκείνη του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ: Το μεταναστευτικό, τα δικαιώματα των κοινωνικών μειονοτήτων ή η woke ατζέντα, μοιάζει προνομιακό πεδίο αυτήν την εποχή για τον Αντώνη Σαμαρά. Όπως προνομιακό παραμένει το «πατριωτικό», με τα κόμματα δεξιάς της ΝΔ να γνωρίζουν άνθηση και το ποσοστό τους στις Ευρωεκλογές να είναι άνω του 10%.

Παρόμοια άνθηση γνωρίζει η λαϊκή Δεξιά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η Λεπέν, η οποία είναι ακροδεξιά αλλά θέλησε να φορέσει την προβιά της λαϊκής Δεξιάς, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει στην Ιταλία με τη Μελόνι, στην Ολλανδία με τον Βίλντερς, σε Αυστρία, Σουηδία, Φιλανδία, Ουγγαρία. Αλλά και στη Γερμανία, το πράγμα φαίνεται να οδηγείται προς αυτήν την κατεύθυνση.

Ο Αντώνης Σαμαράς γνωρίζει πως αυτό είναι το δικό του ακροατήριο. Μπορεί όμως η λαϊκή-πατριωτική-συντηρητική Δεξιά να ενωθεί υπό τον Αντώνη Σαμαρά; Θα μπορεί εκείνος να αναλάβει το βάρος ή μήπως θα πρέπει να αναζητηθεί κάποιος νεότερος, πιο φρέσκος, που θα έχει γκελ και σε πιο νεαρές ηλικίες; Αυτά είναι ερωτήματα που θα προκύψουν αν απαντηθεί το πρώτο ερώτημα.

Για πρώτη φορά ένας πρώην πρωθυπουργός τίθεται εκτός ΚΟ. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που παρακολουθούμε ένα ντέρμπι ανάμεσα σε Μητσοτάκη και Σαμαρά, ούτε η πρώτη φορά που η Γαλάζια Πολυκατοικία ετοιμάζεται για ανακαίνιση…

Ποιος θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας;

Ο διευθυντής του γραφείου τύπου του Αντώνη Σαμαρά, Νίκος Τσούτσιας, στη συνέντευξη που παραχώρησε μετά τη διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού από την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ στην εκπομπή, Εξελίξεις Τώρα, υπονόησε πως ο Αντώνης Σαμαράς διεγράφη εξαιτίας της πρότασής του να είναι ο Κώστας Καραμανλής ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία «θηλειά» για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως εκείνη που έβρισκαν μπροστά τους παλαιότερα οι πρωθυπουργοί που είχαν μπροστά τους εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Και αυτό γιατί πλέον έχει αποσυνδεθεί η εκλογή ΠτΔ από τη διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εθνικών εκλογών. Αυτό ψηφίσθηκε στην αναθεώρηση του Συντάγματος, το 2019, με τη ρύθμιση του άρθρου 32 παρ 4.

Πλέον, αν δεν καταφέρει η Βουλή να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας στις τρεις ψηφοφορίες, όπως ισχύει μέχρι σήμερα, τότε δεν διαλύεται η Βουλή, αλλά επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία και εκλέγεται ΠτΔ εκείνος που συγκεντρώνει την απόλυτη πλειοψηφία. Στην περίπτωση που και πάλι δεν έχει επιτευχθεί ανάδειξη, τότε, στην επόμενη ψηφοφορία θα απαιτείται απλά η σχετική πλειοψηφία. Αν υπάρξει ισοψηφία, νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα είναι εκείνος που συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στην πρώτη ψηφοφορία.

Έχει εξαϋλωθεί δηλαδή κάθε διάθεση συναίνεσης, έστω δύο κομμάτων, για να εκλέξουν ένα πρόσωπο, το οποίο θα έχει αποδοχή σε ένα μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών από το κομματικό ακροατήριό τους. Όποιος είναι στην εξουσία, διορίζει… Και μπράβο μας!  

Άρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν φοβάται πλέον για την κυβέρνησή του, αφού δεν χρειάζεται να αναζητήσει κάποιο πρόσωπο κοινής ή έστω μερικής αποδοχής. Το πρόσωπο που θα επιλέξει, λογικά, θα είναι και ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Την πλειοψηφία θα τη βρει από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, η οποία όμως δεν είναι αυτό που θα περιγραφόταν και ως μπετό.

Εκεί θα φανεί αν θα υπάρχει κάποιου είδους ανταρσία και σε ποιο βαθμό. Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να εξαντλήσει την τετραετία και να μπει σε περίοδο όπου τα οικονομικά της χώρας θα του επιτρέπουν να περάσει σε παροχές, θα συμβιβαστεί με ένα όνομα που θα προέρχεται από τις τάξεις της ΝΔ ή θα είναι φιλικά προσκείμενο στο κόμμα. Αυτό θα κατευνάσει πολλούς από τους βουλευτές που δεν έχουν υπουργοποιηθεί ή που βρίσκονται στο μπλοκ Σαμαρά.

Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θελήσει να διαφοροποιηθεί, να προτείνει δηλαδή ένα πρόσωπο που δεν έχει σχέση με την πολιτική ή που δεν συμβολίζει τις παραδοσιακές αξίες της Νέας Δημοκρατίας, τότε θα έχουμε ένα πολύ κρίσιμο crash test, το οποίο θα δοκιμάσει τη συνοχή του κυβερνώντος κόμματος και ίσως φέρει μια ανακαίνιση στη Γαλάζια Πολυκατοικία.

Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, στη γειτονιά της Κεντροαριστεράς ο ύπνος είναι βαθύς. Ο Νίκος Ανδρουλάκης απολαμβάνει τα οφέλη της αυτοκτονικής τάσης των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ -από την ημέρα της παραίτησης Τσίπρα, με την προοπτική εξουσίας να «κείται μακράν», σύμφωνα με τη γνωστή ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την Κύπρο.