Τα γλέντια που στήνουν οι Κρητικοί χαρακτηρίζονται -πέρα από τη ρακή, για τα περίφημα γαμωπίλαφα και το ξακουστό αντικριστό, μοιάζουν να απειλούνται από την πανώλη που απειλεί τα αιγοπρόβατα της Κρήτης.

Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος διασποράς της πανώλης έχει απαγορευτεί η μετακίνηση αιγοπροβάτων. Μια απόφαση που έχει κουζουλάνει τους μελλονύμφους στην Κρήτη.

Και αυτό γιατί από τις 16 Αυγούστου ξεκινά η γαμήλια σεζόν στην Κρήτη, δηλαδή οι γάμοι με τα κρητικά γλέντια, δηλαδή το Champions League των καλοφαγάδων.

Πώς θα είναι το πασίγνωστο γαμοπίλαφο χωρίς κρέας; Λογικά οι Κρητικοί θα το γράφουν γαμωπίλαφο και θα το προσφέρουν στους vegan. Και αντί για κρέας, τι θα ψήνουν στο αντικριστό; Μανιτάρια;

Αυτός ο εφιάλτης για τους μελλόνυμφους και τις οικογένειές τους έρχεται να επιδεινωθεί, αφού τα εστιατόρια ζητούν παραστατικά για τα κρέατα που θα φέρουν οι οικογένειες για να ψήσουν.

Για να αντιληφθούμε το μέγεθος των κοπαδιών που σφαγιάζονται και τρώγονται σε ένα κρητικό γλέντι, πέσαμε πάνω σε αυτό το βίντεο…

Θα δούμε να αναβιώνει η ζωοκλοπή με Κρητικούς cowboys, για να εξασφαλίσουν ζώα με πιστοποιητικά; Θα βγουν οι μασαίρες από τα θηκάρια; Θα ξεκινήσουν και πάλι βεντέτες.

Ω σε τι ενδιαφέρουσες εποχές ζούμε!

Για όσους ενδιαφέρονται για το αντικριστό ψήσιμο, ο Σοφοκλής Χαιρέτης μοιράζεται την ιστορία αυτής της τεχνικής ψησίματος.

«To οφτό κρέας, και αντικρυστό το λένε τώρα τελευταία, το ψήνανε παλιά μόνο στο αόρι. Οι βοσκοί ή οι φυγόδικοι που ζούσανε στα βουνά. Ήτανε αντρίστικη δουλειά. Ήτανε ένας τρόπος που τσοι βόλευγε, ήτανε ανάγκη τση ζωής. Δεν είχανε τσικάλι, δεν είχανε άλλα υλικά, δεν εγίνουντονε να το ψήσουνε αλλιώς. Εσφάζανε ένα οζό, αρνί ή ρίφι.

To ξεραχίζανε και το κάνανε τέσσερα γουλίδια (κομμάτια). To δύο γουλίδια που είναι τα πλευρά τα σκίζανε στην κουτάλα και στο λαιμό για να γίνει ισόπαχο το κρέας και να ψηθεί. To κάθε γουλίδι, το περνούσανε σε μια ξύλινη σούβλα, που τη φτιάχνανε εκείνηνα την ώρα από ξύλο ασφεντάμου, και το αλατσίζανε καλά. To κόψιμο και το σούβλισμα ήθελε τέχνη, όπως τέχνη ήθελε και η στερμενιά και το ψήσιμο. Ορισμένοι βοσκοί, οι πιο επιτήδειοι, κάνανε τη στερμενιά.

Βρίνανε δηλ. κατάλληλες πέτρες, τις τοποθετούσανε σε σχήμα τετράγωνου και βάνανε επάνω τσι σούβλες με το κρέας. Στη μέση και σε σωστή απόσταση (ούτε πολύ κοντά, ούτε μακριά) είχανε βάλει ένα σωρό από ξερά ξύλα. Ανάβανε τη φωτιά και το κρέας ψηνότανε με τη φλόγα. To κρέας λοιπόν ήτανε αντίκρυ στη φωτιά (αντικρυστό) και όχι πάνω στη φωτιά από την εσωτερική μεριά πρώτα.

To αφιγγαμε έτσι για τρία τέταρτα περίπου τση ώρας και ύστερα το γυρίζαμε από την άλλη μεριά. To γυρίζαμε δηλαδή μια φορά. To μυστικό για να γίνει το οφτό κρέας νόστιμο είναι το λίπος. To κρέας δηλαδή δε γίνεται οφτό αν είναι αδύνατο, πρέπει να ‘ναι παχύ. Όπως ψήνεται βλέπεις το λίπος να λιώνει σιγά-σιγά και έτσι το κρέας και νόστιμο γίνεται και υγιεινό, όπως μας-ε-λένε τώρα τελευταία».