Η 28η Φεβρουαρίου δεν ήταν απλώς μία διαδήλωση. Ήταν μια δημοκρατία σε κρίση που φώναζε, με τον δρόμο να γίνεται το τελευταίο διαθέσιμο μέσο πολιτικής λογοδοσίας. Κι όμως, η κυβέρνηση συνεχίζει να προσποιείται ότι δεν άκουσε τίποτα.
1. “Είναι απλώς μια ακόμα διαδήλωση”, λες; Σοβαρά τώρα;
Για να τελειώνουμε με τις ψευδαισθήσεις: Η 28η Φεβρουαρίου δεν ήταν μια ακόμα διαδήλωση. Δεν ήταν “μια μεγάλη πορεία”, ούτε “μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας”. Ήταν το μεγαλύτερο λαϊκό ξέσπασμα στην Ελλάδα από το 2011. Και το ήξερες. Το ένιωσες. Το είδες. Δεν υπήρχε καμία πλατεία χωρίς κόσμο. Στα νησιά, στα χωριά, στα προάστια. Στην Αθήνα, στο Σύνταγμα, στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στα Χανιά, στη Ρώμη, στο Λονδίνο, στο Βερολίνο.
Ένα εκατομμύριο άνθρωποι κατέβηκαν στον δρόμο. Ένα εκατομμύριο άνθρωποι, που για μία μέρα –έστω μία μέρα– αποφάσισαν ότι δεν θα προσπεράσουν άλλη μια φορά το ψέμα. Το μακιγιαρισμένο τίποτα της εξουσίας. Την εθνική ομερτά που ξεκίνησε την πρώτη ώρα μετά το δυστύχημα των Τεμπών και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, σχεδόν ένα χρόνο μετά.
Το ερώτημα είναι απλό: Μπορεί μια κυβέρνηση να αγνοήσει τόσο κόσμο;

2. Πώς το σύστημα επιβιώνει, ακόμα και όταν καταρρέει
Υπάρχει κάτι γλοιώδες στην ικανότητα της κυβέρνησης να κάνει ότι δεν ακούει. Κάτι σχεδόν αριστοτεχνικό στην τέχνη του να ζεις μέσα στο ψέμα σου, με μια αναισθησία που θα έκανε ακόμα και τον Frank Underwood να σφίξει το χέρι στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ας θυμηθούμε το κυβερνητικό αφήγημα για τα Τέμπη:
– “Διαχρονικές ευθύνες.” (Γιατί αν φταίνε όλοι, δεν φταίει κανείς.)
– “Λάθος του σταθμάρχη.” (Γιατί αν φταίει ένας, δεν φταίει κανείς άλλος.)
– “Οι οικογένειες των θυμάτων δεν ζητούν εκδίκηση.” (Αλλά αν ζητήσουν, είναι “εργαλειοποίηση της τραγωδίας”.)
– “Η αντιπολίτευση εκμεταλλεύεται τον πόνο.” (Ενώ η κυβέρνηση, ξέρει να τον σέβεται, εξαφανίζοντάς τον από τις ειδήσεις.)
Και έπειτα ήρθε το πόρισμα. Όχι κάποιου “ψεκασμένου αντιπολιτευόμενου”. Το επίσημο, κρατικό πόρισμα που έγραψε αυτό που όλοι γνωρίζαμε, αλλά κανείς στην κυβέρνηση δεν ήθελε να ακούσει: αν υπήρχε τηλεδιοίκηση, το δυστύχημα δεν θα είχε συμβεί.
Τόσο απλό.

3. Οργή, τοξικότητα, και η στρατηγική του “πετάμε λάσπη μέχρι να ξεχαστεί”
Εδώ όμως ξεκινά το ενδιαφέρον: πώς διαχειρίζεσαι μια αποκάλυψη σαν κι αυτή;
Απάντηση: Με αποπροσανατολισμό.
Η κυβέρνηση, αντί να απαντήσει επί της ουσίας, επιλέγει την ίδια στρατηγική που χρησιμοποιεί εδώ και 5,5 χρόνια: Πολιτικό gaslighting.
“Δεν είναι αυτό που βλέπεις.”
“Δεν είναι αυτό που ακούς.”
“Δεν είναι αυτό που νιώθεις.”
Αν διαδήλωσες στις 28 Φεβρουαρίου, το έκανες επειδή είσαι αφελής και σε χειραγωγεί η αντιπολίτευση.
Αν θύμωσες, είναι επειδή είσαι “τοξικός”.
Αν απαιτείς ευθύνες, είναι επειδή είσαι “εμπαθής”.
Και αν έχεις την αφέλεια να πιστεύεις ότι μια κυβέρνηση με 156 βουλευτές δεν θα πέσει απλώς επειδή ένα εκατομμύριο κόσμος γέμισε τις πλατείες, τότε δεν έχεις μάθει τίποτα από την ελληνική πολιτική ιστορία.
Το πιο εξοργιστικό, βέβαια, δεν είναι καν η προπαγάνδα. Είναι η απόλυτη ακινησία.
Ο ένας χρόνος από την τραγωδία των Τεμπών δεν συνοδεύτηκε από καμία ουσιαστική αλλαγή. Το σιδηροδρομικό δίκτυο είναι το ίδιο παρατημένο, οι υποδομές το ίδιο επικίνδυνες, οι υποσχέσεις το ίδιο ψεύτικες. Οι υπεύθυνοι παραμένουν στις θέσεις τους, τα κανάλια αρνούνται να αγγίξουν το θέμα, και η λήθη γίνεται επίσημη κρατική πολιτική.
Τους νοιάζει η πραγματικότητα; Όχι. Τους νοιάζει η διαχείριση της πραγματικότητας. Αν μπορείς να ελέγξεις το αφήγημα, δεν χρειάζεται να διορθώσεις τίποτα.
Ο κόσμος, όμως, δεν ξεχνάει τόσο εύκολα. Το βλέπεις στα πρόσωπα των νέων στις διαδηλώσεις – αυτών που δεν είχαν ξανακατέβει ποτέ στον δρόμο. Το βλέπεις στην απελπισία των γονιών που δεν θα σταματήσουν αν δεν υπάρξει πραγματική Δικαιοσύνη.
Το ερώτημα δεν είναι αν η κυβέρνηση μπορεί να αγνοήσει ένα εκατομμύριο ανθρώπους.
Το ερώτημα είναι αν εμείς μπορούμε να το επιτρέψουμε.

4. Τα σάπια φρούτα της εξουσίας
Κάθε κυβέρνηση που σαπίζει μέσα στην ίδια της την αλαζονεία, αναπτύσσει τα ίδια συμπτώματα.
Πρώτο σύμπτωμα: Απομόνωση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλάει όλο και λιγότερο στον λαό και όλο και περισσότερο στον εαυτό του. Το 41% έγινε το ναρκωτικό του. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών (28%) ήταν μια ηχηρή σφαλιάρα, αλλά ακόμα δεν φαίνεται να το έχει καταλάβει.
Δεύτερο σύμπτωμα: Αποσύνθεση. Οι υπουργοί του πετάγονται σαν τα μπουλντόγκ της μιντιακής προπαγάνδας. Ο ένας λέει “δεν φταίμε”, ο άλλος λέει “φταίμε λίγο αλλά φταίνε κι άλλοι”, ένας τρίτος πετάει κάτι για “οργισμένους νέους που προκαλούν επεισόδια”, ένας τέταρτος μιλάει για “αριστερό λαϊκισμό”.
Τρίτο σύμπτωμα: Φόβος. Όσο πιο πολύ στριμώχνεται η Δεξιά, τόσο περισσότερο η Ακροδεξιά αναλαμβάνει να βγει μπροστά και να “γαβγίσει”. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι μια συνειδητή στρατηγική: Όταν η κυβέρνηση δεν μπορεί πια να κυβερνήσει, η ακροδεξιά προπαγάνδα γίνεται η τελευταία της άμυνα.
5. Και τώρα τι;
Ας πούμε τα πράγματα όπως είναι: η κυβέρνηση δεν πρόκειται να πέσει αύριο. Δεν υπάρχουν άμεσοι μηχανισμοί λογοδοσίας (και όχι, το να φωνάζουμε “παραιτήσου” στο Twitter δεν μετράει ως τέτοιος).
Αλλά κάτι έχει αλλάξει.
Στη συνείδηση της κοινωνίας, η Νέα Δημοκρατία έπαψε να είναι “σταθερότητα”. Έγινε αποσύνθεση, φόβος, συγκάλυψη.
Η 28η Φεβρουαρίου δεν ήταν το τέλος της οργής. Ήταν η αρχή της μνήμης.
Και αυτό είναι κάτι που καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αγνοήσει.