Όταν προβάλλονται από την τηλεόραση πολιτικά ντοκιμαντέρ, είναι μια ευκαιρία να βγάλεις συμπεράσματα. Ειδικά αν είναι καλογυρισμένα και σου δίνουν πλήθος πληροφοριών, όπως «Η Σκοτεινή Δεκαετία 1964-1974» του Αλέξη Παπαχελά. Τις έξι εβδομάδες που καθίσαμε μπροστά από τις τηλεοράσεις μας για να θυμηθούν οι παλιοί και να μάθουν οι νεότεροι τι έγινε ακριβώς σ’ αυτή την σκοτεινή πράγματι περίοδο της Ελλάδας, πέρασαν πολλά μπροστά από τα μάτια μας. Και διάφοροι αναλυτές και «αναλυτές» έκαναν τις εκτιμήσεις τους.
Και τι δεν διαβάσαμε. Η χρονική στιγμή, μάλιστα, του τελευταίου επεισοδίου του ντοκιμαντέρ, που αναφέρεται εκτενώς στο τι έγινε τις κρίσιμες ημέρες του πραξικοπήματος στην Κύπρο και της τουρκικής εισβολής, συνέπεσαν χρονικά με την απόφαση της ΕΥΠ να αποχαρακτηρίσει έγγραφα και να τα δώσει στη δημοσιότητα ακριβώς από εκείνη την περίοδο (έγραψε εκτενώς το Provocateur γι’ αυτό το θέμα).
Ο καθένας, βέβαια, τα είδε από τη δική του σκοπιά, ανάλογα με την ιδεολογία του. Διότι μπορεί μεν για τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων τα γεγονότα της Κύπρου να συνιστούν την επιτομή της τραγωδίας, ωστόσο φάνηκε ότι κυκλοφορούν ανάμεσά μας σταγονίδια που προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα και μιλούν για «εξαπάτηση». Κοινώς, καλοί ήτανε οι χουνταίοι, αλλά παρασύρθηκαν από τους Αμερικάνους και εξαπατήθηκαν, πίστεψαν σε ψεύτικες υποσχέσεις και το πλήρωσαν.
Ας προσπαθήσουμε να αφήσουμε απ’ έξω την ιδεολογική πλευρά του πράγματος, όσο δύσκολη ή… σκοτεινή κι αν είναι. Απ’ όσα είδαμε και διαβάσαμε δεν βγαίνει ένα συμπέρασμα γενικό και κεντρικό, το οποίο δεν αναφέρει κανείς; Τουλάχιστον με την ένταση που πρέπει;
Τι μας απόδειξε περίτρανα η “Σκοτεινή Δεκαετία”
Ποιο είναι αυτό; Το εξής: Πόσο ΗΛΙΘΙΟΙ, πόσο στον κόσμο τους, πόσο… άντε να μην το γράψομε, ήταν οι υποτίθεται κορυφαίοι Έλληνες αξιωματικοί, που θα μας πήγαιναν στη μάχη για να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά Σοφιά, όπως ονειρεύονταν;
Κι εδώ δεν αναφερόμαστε σε ζητήματα που θέλουν και πέντε δράμια μυαλό για να τα κατανοήσει κάποιος και να πάρει τις κατάλληλες αποφάσεις, όπως είναι για παράδειγμα η διεθνής διπλωματία και οι λεπτοί χειρισμοί που χρειάζονται όταν έχεις να κάνεις με τόσο λεπτά ζητήματα, που μπορούν να καταστρέψουν γενιές ολόκληρες.
Στα όσα μας δείχνει η “σκοτεινή δεκαετία” έχουμε να κάνουμε με τον τομέα που υποτίθεται ήταν ειδικοί: Τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Όπου υποτίθεται κοιμόντουσαν και ξυπνούσαν μ’ αυτό στο μυαλό τους, από τον καιρό της Σχολής Ευελπίδων που βγήκαν ανθυπολοχαγοί μέχρι του σημείου που έγιναν συνταγματάρχες με θεσάρες και ευθύνες στο στράτευμα και ήθελαν να σώσουν και την Ελλάδα «από τον κρημνόν», τρομάρα τους.
Το ρεσιτάλ ηλιθιότητας εκτυλίχθηκε μπροστά στα μάτια μας στο τελευταίο επεισόδιο. Και ταιριάζει γάντι με τα όσα βγήκαν και από τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της ΕΥΠ. Μιλάμε για ανθρωπάκια, που ακόμα κι αν εξαπατήθηκαν, έδειξαν και σ’ αυτό τον τομέα πόσο μπουμπούνες ήταν. Είναι δυνατόν να δίνεις βάση στα λεγόμενα και στις προτροπές αμφίβολων προσώπων και μετά να λες ότι με εξαπάτησαν, ότι μου λέγανε προχώρα, κάνε το πραξικόπημα, ρίξε το Μακάριο και δεν θα επέμβουν οι Τούρκοι, και μετά που είδες την απόβαση να μυξοκλαίς ότι σου τραβήξανε το χαλί κάτω από τα πόδια;
Και τα περίφημα σχέδια του ελληνικού στρατού για παν ενδεχόμενο πού ήταν; Τι έγιναν; Τίποτα. Μια προχειρότητα, μια αναμπουμπούλα, διοικητές που έκαναν του κεφαλιού τους, άλλοι που αρνήθηκαν να αναλάβουν ευθύνες, αρχηγοί που σφύριζαν αδιάφορα και το έπαιζαν νυσταγμένοι και ήθελαν να πάνε για ύπνο ενώ ο κόσμος καιγόταν. Κι αυτά τα ανθρωπάκια, τα μυαλά αμοιβάδας, ήταν υποτίθεται οι αρχηγοί του στρατεύματος, οι άνθρωποι που τους είχε εμπιστευθεί η Ελλάδα την προστασία της.
Κάνουμε λάθος όταν κρίνουμε τους διάφορους Παπαδόπουλους, Παττακούς, Μακαρέζους και Ιωαννίδηδες μόνο από το 1967 και μετά. Στον θολό κόσμο που είχαν φτιάξει, και στον οποίο τους εαυτούς τους έβαλαν στη θέση του σωτήρα, τα κάνανε θάλασσα γενικώς σε τομείς που δεν ήξεραν. Λογικό. Αλλά και στον τομέα που υποτίθεται ότι ήταν εξπέρ, στα στρατιωτικά, αποδείχτηκαν ακόμα χειρότεροι.
Αποδείχτηκε περίτρανα ότι ο μοναδικός τομέας που μπορούσαν να διακριθούν οι τύποι αυτοί ήταν η συνωμοσία και η ανανδρία να τα βάζεις με άοπλους συμπατριώτες σου. Γι’ αυτά, όμως, χρειάζεται πονηριά και σκατοχυψιά, όχι εξυπνάδα και γενναιότητα. Πολύ καλοί ήταν όλοι αυτοί για να εκπονήσουν «σχέδια Περικλής» για να ψηφίσουν και τα δέντρα, για να οργανώσουν πραξικοπήματα, για να σέρνουν εκατοντάδες άμαχους και άπλους στο ΕΑΤ-ΕΣΑ και να τους τσακίζουν στον φάλαγγα. Όταν χρειάστηκε να μας δείξουν την τέχνη τους, να εξασκήσουν αυτά που είχαν μάθει και τους χαρακτήριζαν και πρώτους των πρώτων, χάσαμε τη μισή Κύπρο. Κι αν δεν επενέβαινε ο διεθνής παράγοντας, θα την είχαμε χάσει ολόκληρη.
Πλήρης έλλειψη συντονισμού, διορατικότητας, ηγετικής ικανότητας, αποφασιστικότητας, ακόμα και γενναιότητας για την ανάληψη της ευθύνης όταν το πράγμα φάνηκε από την αρχή ότι θα στράβωνε. Κάτι χαρακτήρες-τενεκέδες ξεγάνωτοι, που έσυραν τον ελληνισμό σε μια καταστροφή και μετά λούφαξαν, δεν έβγαιναν στο τηλέφωνο να μιλήσουν με διεθνείς παράγοντες και στο τέλος άβουλοι και ανόρεχτοι, λες και τους είχαν κλέψει στα ζάρια, περίμεναν στη γωνίτσα τους. Ο Ιωαννίδης, όπως καταγράφηκε, δεν συμμετείχε καν στην τελευταία σύσκεψη, που αποφασίστηκε η μεταφορά της εξουσίας στους πολιτικούς.
Αν αφήσουμε, όμως, τις κεφαλές και πάμε πιο κάτω, θα δούμε ίδιο επίπεδο, αν όχι ακόμα χειρότερο. Αξιωματικούς που δεν δίστασαν να πουλήσουν σ’ ένα βράδυ τον Παπαδόπουλο και να κάνουν πραξικόπημα στο πραξικόπημα. Ανθρώπους που δεν είχαν καν την παρρησία να βγουν μπροστά, να δώσουν μια συμβουλή, να εναντιωθούν στην καταστροφή που αργότερα έλεγαν όλοι ότι την έβλεπαν να έρχεται.
Αυτό ήταν το κύριο συμπέρασμα του ντοκιμαντέρ. Η Ελλάδα δεν μπήκε απλά στο γύψο για επτά χρόνια. Βρέθηκε στα χέρια ανθρώπων κατώτερου νοητικού επιπέδου, μεγαλομανών και εγωιστών και συμφεροντολόγων, που στον μικρόκοσμό τους νόμιζαν ότι κάποιοι είναι. Και τι ήταν ακριβώς φάνηκε όταν άρχισε να καίει το πράγμα. Το απόλυτο τίποτα.