Άσε τα λεφτά για μια στιγμή. Υπάρχουν τραγούδια που είναι σαν καθρέφτες. Όχι μόνο της εποχής τους, αλλά και των ανθρώπων που τα ζουν, τα τραγουδούν, τα κουβαλάνε μαζί τους, μέχρι να τους κουβαλήσουν εκείνα. Το «Τι τα θέλεις τα λεφτά» της Ελένης Βιτάλη δεν είναι απλώς ένα λαϊκό κομμάτι που κάναμε soundtrack της διασκέδασης ή των αδιεξόδων μας. Είναι εκείνη η φωνή που, όσο κι αν το αρνείσαι, κάποια στιγμή θα ψιθυρίσει στο αυτί σου την αλήθεια που απέφευγες.
Γιατί αυτό το τραγούδι; Γιατί από τα 80s μέχρι σήμερα μιλάει για το ίδιο πράγμα που μας βασανίζει όλους: το χρήμα, τη χαρά, το θάνατο, τη φευγαλέα φύση της ίδιας της ζωής. Όσο πιο βαθιά το κοιτάς, τόσο περισσότερο βουλιάζεις στις σκέψεις σου. Και δεν πειράζει – αυτό είναι το νόημα. Να το γλεντήσεις, να το αναλύσεις, να βρεις το γιατί.
Πρώτη πράξη: Η κοινωνία των 80s σε μια στροφή
Το «Τα λεφτά είναι δανεικά» δεν είναι απλώς μια φράση. Είναι μια ωρολογιακή βόμβα που κρύβει μέσα της όλη την πραγματικότητα της Ελλάδας των 80s. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, όταν η χώρα έβγαινε από δεκαετίες πολιτικής αστάθειας, κάτι νέο γεννιόταν. Η οικονομία μεταμορφωνόταν: από τις μικρές κοινότητες που βασίζονταν στην αυτάρκεια και την αγροτική παραγωγή, σε μια αστικοποιημένη, καταναλωτική κουλτούρα που αντέγραφε τη Δύση.
Τότε το χρήμα άρχισε να μοιάζει με μαγικό εργαλείο. Πίσω από κάθε διαφήμιση, κάθε νέα συνήθεια, κάθε «αγόρασέ το τώρα» υπήρχε μια ψευδαίσθηση ευημερίας. Η δανεική οικονομία του Ανδρέα Παπανδρέου άνοιξε τις πόρτες σε έναν κόσμο όπου όλοι μπορούσαν να γίνουν πλούσιοι – ή έτσι νόμιζαν.
Και το τραγούδι είναι εκεί για να μας θυμίσει τη ρευστότητα αυτής της υπόσχεσης. «Χέρια αλλάζουν τακτικά», λέει. Όλοι αποκτούσαν χρήματα που πήγαιναν και έρχονταν, χωρίς ποτέ να μένουν μόνιμα κάπου. Ο πλούτος έγινε στόχος, αλλά και βάρος. Τότε, όπως και τώρα, οι άνθρωποι κατάλαβαν ότι δεν έχει σημασία πόσα έχεις, αλλά πόσο μπορείς να ζήσεις.
Η κοινωνιολογική διάσταση του τραγουδιού είναι ξεκάθαρη: μια κοινωνία που μεταμορφώνεται, προσπαθεί να βρει ισορροπία ανάμεσα στο παλιό και το νέο. Οι Έλληνες εκείνης της εποχής γλεντούσαν, αλλά το έκαναν με μια ελαφριά δόση ενοχής. Η παράδοση του «ό,τι έχουμε είναι για όλους» συναντούσε τον μοντέρνο, ατομικιστικό καπιταλισμό. Και κάπου εκεί, η Βιτάλη τραγουδούσε: «Γλέντα τη ζωή», λες και ήξερε πως αυτός ο κόσμος δεν κρατάει πολύ.
Σήμερα: Από τα 80s στα 00s, το «γλέντα τη ζωή» είναι αντίσταση
Γυρνώντας στο τώρα, το «Τι τα θέλεις τα λεφτά» μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ. Από το 2008 και μετά, η κρίση μάς θύμισε ότι ο πλούτος, η ευμάρεια, τα «έχω και ξοδεύω» είναι όλα προσωρινά. Και το γλέντι, εκεί που κάποτε ήταν επιδεικτικό, έγινε αντίσταση.
Γιατί, λοιπόν, το γλέντι μας λείπει τόσο πολύ; Ίσως επειδή σήμερα έχουμε βάλει τις ανάγκες μας σε κουτάκια. Πληρώνουμε λογαριασμούς, δουλεύουμε χωρίς σταματημό, και ξεχνάμε να σταματήσουμε για να ζήσουμε. Το τραγούδι μάς φωνάζει: Ζήσε! Όλα δανεικά είναι.
Το γλέντι δεν είναι απλώς μια παρορμητική απόδραση. Είναι μια δήλωση ότι η ζωή, με όλα της τα στραβά, έχει ακόμα ομορφιά. Και όταν όλα γύρω σου σε πνίγουν, να βρίσκεις χρόνο να χαμογελάσεις είναι από μόνο του επαναστατικό.
Δεύτερη πράξη: Η ψυχολογία της απόλαυσης
Ο Φρόιντ θα χειροκροτούσε το «Τι τα θέλεις τα λεφτά». Γιατί; Γιατί εδώ κυριαρχεί η Αρχή της Ηδονής. Το ανθρώπινο ένστικτο που αναζητά την άμεση ικανοποίηση, που θέλει να ξεχάσει το παρελθόν και το μέλλον και να απολαύσει το τώρα.
Το τραγούδι είναι μια ωδή στο «Εκείνο» (Id). Ενσαρκώνει την επιθυμία να αφήσουμε πίσω μας τα όρια, τις ευθύνες, τις ανησυχίες. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και μια υπενθύμιση ότι η πραγματικότητα είναι εδώ. Η φράση «Όλοι δύο μέτρα παίρνουν γη» μάς ρίχνει στη γη. Είμαστε όλοι θνητοί. Και αυτή η θνητότητα δεν είναι κατάρα – είναι το κίνητρο να ζούμε περισσότερο, καλύτερα, εντονότερα.
Ο Λακάν, από την άλλη, θα εστίαζε στο «Τα λεφτά είναι δανεικά». Γιατί το χρήμα, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι το αντικείμενο της επιθυμίας, αλλά ποτέ της πλήρους ικανοποίησης. Το τραγούδι το ξέρει: το χρήμα είναι απαραίτητο, αλλά δεν είναι αυτό που τελικά γεμίζει το κενό. Η αληθινή χαρά έρχεται όταν σταματάς να το κυνηγάς.
Στην εποχή μας, που η διαφήμιση και ο καπιταλισμός υπόσχονται τα πάντα, το μήνυμα του τραγουδιού γίνεται πιο ισχυρό. Η απόλαυση δεν αγοράζεται. Είναι εκεί, στις στιγμές, στις εμπειρίες, στα πρόσωπα που αγαπάμε.
Τρίτη πράξη: Επικούρεια σοφία και στωική γαλήνη
Ο Επίκουρος θα λάτρευε τους στίχους «Τι τα θέλεις τα λεφτά». Η φιλοσοφία του διδάσκει ότι η ευτυχία δεν βρίσκεται στην πολυτέλεια ή στη συσσώρευση, αλλά στην απλότητα και την ελευθερία από φόβους. Το τραγούδι, με την επική φράση «Γλέντα τη ζωή», αγκαλιάζει αυτή την ιδέα. Η ζωή είναι σύντομη, και το μόνο που έχει σημασία είναι να ζούμε με τρόπο που να μας γεμίζει.
Αλλά το τραγούδι δεν σταματάει εκεί. Ο Στωικισμός, που μας καλεί να δεχτούμε τα πράγματα όπως είναι, υπάρχει κι αυτός στους στίχους. «Όλοι δύο μέτρα παίρνουν γη» – μια υπενθύμιση της θνητότητας που δεν είναι λόγος φόβου, αλλά πηγή σοφίας. Γιατί, αν όλοι καταλήγουμε στο ίδιο μέρος, το ζήτημα είναι: πώς ζήσαμε μέχρι τότε;
Επίλογος: Ένας ύμνος που μας φέρνει όλους κοντά
Το «Τι τα θέλεις τα λεφτά» δεν είναι απλώς ένα τραγούδι. Είναι ένας καθρέφτης που μας δείχνει ποιοι είμαστε και πώς ζούμε. Μια υπενθύμιση ότι η ζωή δεν είναι μόνο οι υποχρεώσεις, τα χρήματα ή οι επιτυχίες.
Είναι και οι στιγμές που ξεχνάμε όλα αυτά και απλώς υπάρχουμε.
Και σήμερα, σε μια εποχή που όλα φαίνονται πιο ρευστά από ποτέ, το μήνυμά του είναι πιο δυνατό. Γλέντα τη ζωή. Όχι επειδή είναι εύκολη, αλλά επειδή είναι δική σου. Και είναι μοναδική.