Γιατί να το παίζει κάποιος αντικειμενικός, ενώ δεν είναι; Δεν είναι υποκριτικό ως ΜΜΕ να καμώνεσαι ότι κρατάς ίσες αποστάσεις από ιδεολογίες, κόμματα, ομάδες, τέλος πάντων οτιδήποτε έχει δύο πλευρές, ενώ έχεις τις δικές σου ιδέες κι αποκλείεται να το δεις αποστασιοποιημένα, όσο κι αν το θέλεις; Δεν είναι πιο έντιμο να πάρεις θέση σαφή και ξεκάθαρη υπέρ κάποιου, πολιτικού, αθλητή, κόμματος, ομάδας, αντί να κράζεις ή να αποθεώνεις με κάλυψη;

Αυτά τα ερωτήματα για τον δημοσιογραφικό κόσμο είναι… τροφή για σκέψη. Δεν θα αλλάξει ο κόσμος αν απαντηθούν, αλλά και φέρνουν πολλές απόψεις στο τραπέζι. Κι ήλθαν στην επιφάνεια και πάλι με τις παραδοσιακές πια «δηλώσεις υποστήριξης» από αμερικανικά μέσα ενημέρωσης υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ ή της Κάμαλα Χάρις.

Έχουν δίκιο τα αμερικανικά ΜΜΕ με τις «δηλώσεις υποστήριξης»

Το’ χουν αυτό οι Αμερικανοί. Έχουν μπει πολλά χρόνια τώρα στη λογική «ό,τι θέλει ο πελάτης». Διότι και ο ψηφοφόρος, πελάτης είναι, και μάλιστα από τους πιο καλούς, τους πιο πιστούς. Οπότε, με τη λογική της ξεκάθαρης άποψης, η κάθε εφημερίδα ή ακόμη και τα μεγάλα συγκροτήματα ενημέρωσης παραδοσιακά κάνουν αυτή τη δήλωσή τους, λίγες ημέρες πριν τις εκλογές. Είμαστε με την Χάρις. Είμαστε με τον Τραμπ. Και σ’ όποιον αρέσουμε, θα προσθέταμε εμείς. Αν θέλετε μας αγοράζετε, αν δεν θέλετε, υπάρχουν και οι απέναντι.

Όμορφα πράγματα, νοικοκυρεμένα. Για να ξέρει και ο αναγνώστης, και ο διαδικτυακός επισκέπτης, τι να περιμένει. Όχι ότι δεν θα το ξέρει ή δεν θα το καταλάβει, αν δεν το γράψεις φόρα-παρτίδα. Κακά τα ψέματα, όλοι προς κάπου κλίνουν. Δεν υπάρχει κάποιο από τα mainstream αμερικανικά media που να κρατάει ίσες αποστάσεις, να παρουσιάσει τις ειδήσεις και να βάλει αλλού τα σχόλια. Διότι ακόμα και το τι επιλέγεται ως πρώτο θέμα έχει μέσα του υποκειμενικότητα. Δεν χρειάζεται να πεις τη γνώμη σου. Τη «λες» και με τον τρόπο που χειρίζεσαι ένα θέμα. Πόσο μεγάλο θα είναι, πόσο ψηλά θα «χτυπηθεί», για πόση ώρα θα μείνει πρώτο θέμα (άρα θα πάρει και τα περισσότερα κλικ) και τα λοιπά.

Έχουν δίκιο τα αμερικανικά ΜΜΕ με τις «δηλώσεις υποστήριξης»

Την εποχή ακόμα που η Ελλάδα κρυβόταν πίσω από τον φερετζέ της αντικειμενικότητας, στον αθλητικό χώρο, καμιά 20αριά χρόνια πριν, οι «σοφοί» μάνατζερς του ΝΒΑ τα’ χαν λύσει αυτά τα θέματα. Στις πρώτες μεταδόσεις live streaming που προσφέρονταν τότε έναντι αμοιβής, ο χρήστης είχε το δικαίωμα να διαλέξει τον commentator, τον σχολιαστή της αρεσκείας του, ανάλογα με την ομάδα που υποστήριζε! Έπαιζαν π.χ. Μπόστον Σέλτικς-Σικάγο Μπουλς και υπήρχαν κουμπάκια “Celtics commentator” ή “Bulls commentator”, για να διαλέξει κάποιος και τον σχολιασμό που ήθελε να ακούσει.

Στην κυνική αμερικανική δημοσιογραφική κοινωνία, η «δήλωση υποστήριξης» έχει γίνει πια σημάδι υπερηφάνειας, αντί για στίγμα. Η προτίμηση προς συγκεκριμένο υποψήφιο πλέον περνάει στο φάσμα του ξεκαθαρίσματος, της ξεκάθαρης άποψης απέναντι στους αναγνώστες, ότι δεν τους κοροϊδεύεις, ούτε προσπαθείς να το παίξεις αντικειμενικός. Είναι, όμως, έτσι;

Τα αμερικανικά ΜΜΕ έχουν διαλέξει τον εύκολο δρόμο. Διότι τίποτα δεν είναι πιο εύκολο από το να κάνεις «στρατευμένη» δημοσιογραφία. Ότι ο δικός μας τα λέει και τα κάνει όλα καλά και ο απέναντι τα λέει και τα κάνει όλα στραβά. Και ο τρόπος που παρουσιάζονται τα πράγματα, αλλά και ο τρόπος να τα εκφράσεις, είναι τόσο ποικίλοι, που δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα να βρεις λάθος και στραβό ακόμα και στη θετικότερη είδηση. Κι αν δεν βρεις, δεν τη γράφεις καθόλου. Ή την υποβαθμίζεις, τη βάζεις τελευταία είδηση. Φόρο δεν θα πληρώσεις. Αφού έχεις κάνει το ξεκαθάρισμά σου ότι είσαι μ’ αυτόν που είσαι, δεν θα σου ζητήσει και κανείς το λόγο.

Βαμμένα ΜΜΕ και στην Ελλάδα και χωρίς δήλωση υποστήριξης

Το φαινόμενο προφανώς έχει παραβολές και στην Ελλάδα. Σε σημείο υπερβολικό, όπως κάνουμε τα περισσότερα πράγματα. Κι εδώ δεν χρειάζεται καν «δήλωση υποστήριξης». Το καταλαβαίνει κάποιος με την πρώτη τι… καπνό φουμάρει η εφημερίδα, η ιστοσελίδα, ακόμα και οι ραδιοφωνικές και οι τηλεοπτικές εκπομπές. Πέντε λεπτά να ασχοληθεί κάποιος φτάνουν για να αντιληφθεί ποιο παιχνίδι παίζουν, ποιο κόμμα είναι το αγαπημένο τους, ποια ομάδα αποθεώνουν, ακόμα και ποια τάση μέσα σ’ ένα κόμμα θέλουν να προβάλλουν ή ποιος συγκεκριμένος παίκτης ή ομάδα παικτών βρίσκονται στα «πουλέν» τους.

Κι όσο αυτό παγιώνεται, τόσο μεγαλώνει και ο φανατισμός. Διότι ο οπαδός του κόμματος ή της ομάδας δεν «εκτίθεται» στην αντίθετη άποψη. Παίρνει την πληροφόρησή του από ένα προστατευμένο περιβάλλον, το οποίο του’ χει δηλώσει κιόλας ποιο είναι. Τα αυτιά του και τα μάτια του συνηθίζουν στα χάδια για τους δικούς του και στις κατάρες για τους απέναντι. Κι αν επισκεφθεί, από λάθος, κατά τύχη ή επίτηδες, κάποιο αντίστοιχο ΜΜΕ των «απέναντι», θα δικαιολογήσει απόλυτα την επιλογή του. Διότι κι εκεί θα βρει επαίνους και κανακέματα για τους δικούς τους και βρισιές και κατάρες για τον ίδιο, που βρίσκεται στην απέναντι πλευρά.

Κι όλα αυτά, επειδή δεν υπάρχει αντικειμενικότητα. Που δεν υπάρχει, αλλά η πραγματική δουλειά του δημοσιογράφου είναι να την επιζητά. Αυτός είναι ο δύσκολος δρόμος.

Έχουν δίκιο τα αμερικανικά ΜΜΕ με τις «δηλώσεις υποστήριξης»

Καθένας από τους δημοσιογράφους που πιάνουν ένα μολύβι ή στέκονται μπροστά από ένα πληκτρολόγιο έχει τις απόψεις του. Τις εμμονές του. Τις προλήψεις του. Τις κακίες του. Τις αναμνήσεις του. Τις εικόνες του. Δεν μπορεί να σταθεί απέναντι απ’ αυτά, να «κείτεται αντί», να είναι αντικειμενικός. Τα κουβαλάει πάντα μαζί του. Και για να τα βγάλει, δεν χρειάζεται να γράψει σχόλιο. Ακόμα και οι λέξεις που θα διαλέξει για να παρουσιάσει μια είδηση, ακόμα και το ποιο στοιχείο θα χρησιμοποιήσει ως πρώτο, είναι υποκειμενικό.

Είναι άλλο, όμως, αυτό και άλλο να είσαι ταγμένος για να χαϊδεύεις αυτιά. Να είναι αυτή η δουλειά σου. Να προσπαθείς, μάλιστα, να βγάλεις δημοσιογραφικό ξύγκι κι από τη μύγα. Να προσπαθείς επί τούτου να παρουσιάσεις το μαύρο για άσπρο. Δηλαδή, να κάνεις το αντίθετο απ’ αυτό που πρέπει να προσπαθείς ως ΜΜΕ.

Το ότι ο άνθρωπος, ο δημοσιογράφος, δεν είναι εξ ορισμού αντικειμενικός, δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα’ πρεπε να είναι και βαμμένος, φανατικός, χειροκροτητής. Μπορείς να έχεις την άποψή σου, να την περνάς θέλεις δεν θέλεις, αλλά από την άλλη να αναγνωρίζεις. Να γράφεις τον καλό λόγο εκεί που πρέπει. Να στηλιτεύεις τους δικούς σου όταν πρέπει. Να δίνεις τροφή για σκέψη, να πηγαίνεις και κόντρα στο ρεύμα, κι εναντίον του «πελάτη» σου κάποιες φορές.

Αυτό έχει ανάγκη σήμερα ο κόσμος. Ειδικά από τα μεγάλα, σοβαρά ΜΜΕ. Όχι την πόλωση και την στείρα αντιπαράθεση. Το ξέρουν όλοι ότι αποκλείεται ένα μέσο να είναι αντικειμενικό. Αλλά φαίνεται το αν προσπαθεί, δεν τα βλέπει όλα μαύρα ή άσπρα, πράσινα ή κόκκινα, μπλε ή ροζ. Όσες λιγότερες «δηλώσεις υποστήριξης» γίνονται, τόσο το καλύτερο για το έρμο το επάγγελμα. Το οποίο οι ίδιοι του οι «λειτουργοί» (απαραίτητα τα εισαγωγικά) έχουν διαλύσει.