Στην καρδιά ενός σύγχρονου «μαύρου καφενείου», όπου τα όνειρα μπερδεύονται με τις παραγγελίες και η καθημερινότητα χάνει κάθε ελπίδα διαφυγής, ο Αλέξανδρος Τσιλιφώνης μας ξεναγεί στη νέα του ταινία CAFE 404, μια ανατρεπτική μαύρη κωμωδία που μιλάει για την Ελλάδα του σήμερα. Μαζί με τον συν-σεναριογράφο Σωτήρη Νίκια, που αντλεί έμπνευση από τον χώρο της κουζίνας fast-food, στήνουν έναν κόσμο καθηλωτικό, όπου το αστείο και το τραγικό βρίσκονται σε τέλεια ισορροπία. «Το 404 συμβολίζει για μένα το αδιέξοδο, τον εγκλωβισμό», μας λέει ο Τσιλιφώνης, αποκαλύπτοντας τη φιλοσοφία πίσω από τον αινιγματικό τίτλο.
Στον κόσμο του CAFE 404, οι χαρακτήρες είναι αληθινοί, γεμάτοι ελαττώματα και αντιφάσεις, και προσπαθούν να βρουν νόημα μέσα από μικρές πράξεις καθημερινής επιβίωσης. Ο Τσιλιφώνης τους περιγράφει σαν καθρέφτες των ανθρώπινων αδυναμιών μας, ενώ η ένταση που προκύπτει ανάμεσα στο σκοτάδι και το γέλιο είναι για τον ίδιο η πεμπτουσία του ελληνικού μικροσύμπαντος. «Η ταινία», λέει, «ταρακουνά όσους νιώθουν ασφαλείς στα όριά τους», φέρνοντας στην επιφάνεια ερωτήματα για την ηθική, τα προσωπικά αδιέξοδα και την ίδια τη σύγχρονη κοινωνία που σαν το 404, πλοηγείται σε χαμένους παραδρόμους.
O Αλέξανδρος Τσιλιφώνης στο Provocateur
Τι σε ενέπνευσε να δημιουργήσεις το “CAFE 404” και πώς γεννήθηκε η ιδέα για αυτή τη dark comedy;
Η αρχική ιδέα προήλθε από τον συν-σεναριογράφο Σωτήρη Νίκια, ο οποίος πέρασε ένα διάστημα δουλεύοντας σε μια κουζίνα fast-food. Από αυτή την εμπειρία άντλησε πολλά στοιχεία που ενσωμάτωσε στην ιστορία και ανέπτυξε μια προσωπική οπτική για τη μαύρη κωμωδία και την τραγικότητα της κατάστασης. Βιώματα και παρατηρήσεις από τον κόσμο των fast-food αποτέλεσαν το έδαφος για να φυτευτεί η ιδέα του “CAFE 404” και να εξελιχθεί σε μια ταινία γεμάτη χιούμορ και σκοτεινή ειρωνεία.
Ο τίτλος της ταινίας, “CAFE 404”, φέρνει στο νου κάτι χαμένο ή ακατόρθωτο. Τι κρύβεται πίσω από αυτόν;
Για μενα το “404” συνδέεται συμβολικά με το αδιέξοδο, το σημείο όπου βρίσκεσαι παγιδευμένος, χωρίς κατεύθυνση. Το “CAFE 404” αντιπροσωπεύει ένα μέρος όπου οι άνθρωποι παλεύουν για κάτι ακατόρθωτο, μια κατάσταση που είναι καταδικασμένη σε αποτυχία ή αναπόφευκτες δυσκολίες. Είναι ένας κόσμος χωρίς απόδραση, όπου οι χαρακτήρες προσπαθούν να βρουν νόημα και διέξοδο από προσωπικά και κοινωνικά αδιέξοδα.
Πώς ισορροπείς το στοιχείο της κωμωδίας με το σκοτεινό ύφος που επιλέγεις για την ταινία;
Η σωστή ισορροπία μεταξύ κωμωδίας και σκοτεινού ύφους επιτυγχάνεται με κατάλληλη επιλογή ηθοποιών που μπορούν να κατανοήσουν τη συνθήκη και να αποδώσουν την αίσθηση του παράδοξου, χωρίς να καταλήγει γελοία ή καρικατούρα. Η κωμωδία πρέπει να προκύπτει από τις συνθήκες και την κατάσταση, όχι από τους ίδιους τους ηθοποιούς. Όταν οι ηθοποιοί βιώνουν την ένταση και δεν προσπαθούν να είναι αστείοι, δημιουργείται αυθεντική μαύρη κωμωδία.
Οι χαρακτήρες σου είναι πολύπλοκοι, ατελείς και αληθινοί. Πόσο αυτοβιογραφική είναι η ιστορία αυτή;
Οι χαρακτήρες είναι γεμάτοι αντιφάσεις, αδυναμίες και μικρές στιγμές μεγαλείου – είναι αληθινοί γιατί αντανακλούν τον κόσμο γύρω μας. Παρόλο που η ιστορία δεν είναι αυτοβιογραφική, έχει μέσα της δικά μου βιώματα και παρατηρήσεις, καθώς και συναισθήματα που όλοι έχουμε νιώσει. Κάθε χαρακτήρας κουβαλάει κάτι δικό μου, ίσως κάποια σκέψη ή μια αμφιβολία που έχω για τον εαυτό μου. Η ταινία εξερευνά το πώς οι άνθρωποι μπορούν να βρεθούν στο σκοτάδι, να κάνουν λάθη και να ξεπεράσουν τα όριά τους – στοιχεία που, νομίζω, όλοι κρύβουμε μέσα μας σε κάποιο βαθμό.
Τι σκέφτεσαι όταν φαντάζεσαι το κοινό της ταινίας; Ποιους θες να ταρακουνήσεις περισσότερο;
Όταν φαντάζομαι το κοινό της ταινίας, σκέφτομαι ανθρώπους που είναι ανοιχτοί σε ερωτήματα για τα όρια της ηθικής και της προσωπικής ευθύνης. Θέλω να ταρακουνήσω αυτούς που ίσως νιώθουν ασφαλείς στα όριά τους, να τους προκαλέσω να αναρωτηθούν για το τι θα έκαναν σε συνθήκες πίεσης, πόσο εύκολα θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν μια παράνομη πράξη αν αυτό τους εξυπηρετούσε ή τους γλίτωνε από μια δύσκολη κατάσταση. Με ενδιαφέρει να δω αν το κοινό θα συνδεθεί με τους χαρακτήρες και να σκεφτεί: «Θα κρατούσα εγώ τη βαλίτσα;» Πιστεύω πως η ταινία λειτουργεί σαν ένας καθρέφτης, αποκαλύπτοντας πού τοποθετεί καθένας από εμάς τα όριά του και τι είναι διατεθειμένος να κάνει για να προστατεύσει τον εαυτό του και τους δικούς του..
Ποια σκηνή της ταινίας σου είναι πιο αγαπημένη και γιατί;
Η σκηνή με την εμφάνιση του αστυνομικού είναι η αγαπημένη μου, τόσο για τα ρίσκα που διακυβεύονταν όσο και για την κινηματογράφηση. Χρειάστηκε όλη η ομάδα να ξεπεράσει τα όριά της σε αυτό το συνεχόμενο μονόπλανο. Αφιέρωσαμε μια ολόκληρη μέρα για μια σκηνή επτά λεπτών και κάναμε 11 λήψεις, χρησιμοποιώντας τελικά την 10η. Όταν βλέπεις το αποτέλεσμα μιας τέτοιας αφοσίωσης από όλη την ομάδα, είναι πραγματικά μαγικό.
Πώς συνεργάστηκες με τους ηθοποιούς σου; Πόση ελευθερία τους δίνεις στις ερμηνείες τους;
Η έννοια της ελευθερίας για μένα είναι σχετική· όμως, όταν ένας ηθοποιός μπορεί να προσφέρει διαφορετικές ερμηνευτικές επιλογές, το καλοδέχομαι. Για το CAFE 404, δημιουργήσαμε ένα οικογενειακό και ασφαλές κλίμα όπου μπορούσαμε να πειραματιστούμε σε λεπτομέρειες και να εξερευνήσουμε τους χαρακτήρες σε βάθος. Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι στη διαδικασία, θα ήθελα να προχωρούσαμε ακόμα πιο πολύ με improv απευθείας στον χώρο, δουλεύοντας όχι αυστηρά με το σενάριο, αλλά με τα βασικά wants κάθε χαρακτήρα. Θα διαβάζαμε το κείμενο μόνο μία φορά και ύστερα θα βουτούσαμε στον χώρο, αφήνοντας την ατμόσφαιρα να μας οδηγήσει, έτσι ώστε το σενάριο να αναπνέει μέσα από τους ίδιους τους χαρακτήρες.
Υπάρχουν στιγμές που το καφέ στην ταινία γίνεται σύμβολο για κάτι περισσότερο; Για τι παλεύει το “CAFE 404” κατά βάθος;
Για μένα, το “CAFE 404” είναι ένα σύμβολο της σύγχρονης Ελλάδας, προσκολλημένο σε παλιές αντιλήψεις και φοβίες που δεν επιτρέπουν την πρόοδο. Απεικονίζει μια χώρα που μάχεται να ξεφύγει από τα παραδοσιακά, αλλά παραμένει εγκλωβισμένη σε αδιέξοδα.
Τι σημαίνει για σένα το ελληνικό τοπίο στην ταινία; Πώς επηρεάζει το σκηνικό του παράδρομου;
Το ελληνικό τοπίο, ιδιαίτερα όπως παρουσιάζεται μέσα από τον σκηνικό χώρο του παράδρομου, αποτελεί ουσιαστικά έναν «χαρακτήρα» στην ταινία. Αυτό το τοπίο, με τα ατέλειωτα μπλε, τα βιομηχανικά και ημιτελή κτίρια, τους παρατημένους δρόμους και τις μικρές ταβέρνες στη μέση του πουθενά, ενσαρκώνει μια αίσθηση απομόνωσης και κοινωνικού αποκλεισμού. Ο παράδρομος γίνεται το σύμβολο για τη “σκοτεινή πλευρά” της Ελλάδας – έναν κόσμο που βρίσκεται λίγο έξω από το ορατό, από το προφανές, γεμάτο αντιφάσεις και κρυφές ιστορίες.
Στο “CAFE 404” βλέπουμε έναν αγώνα επιβίωσης. Για σένα, τι σημαίνει πραγματικά το να επιβιώνεις;
Επιβίωση σημαίνει να αποδέχεσαι τις σκοτεινές πλευρές του εαυτού σου, και να βρίσκεις την ισορροπία ανάμεσα σε αυτό που σε ωθεί να ξεπεράσεις τα όρια και σε ό,τι κρατάει την ηθική σου ακεραιότητα.
Πώς φαντάζεσαι το μέλλον του ελληνικού σινεμά; Υπάρχει χώρος για περισσότερες ταινίες σαν τη δική σου;
Όσο υπάρχουν δημιουργοί που ονειρεύονται και τολμούν, το ελληνικό σινεμά έχει μέλλον. Η εποχή μας αναζητά νέες ιστορίες και περιεχόμενο, οπότε όσο διατηρούμε τη δίψα για αφήγηση, το σινεμά θα συνεχίζει να ανθίζει.
Ποιο ήταν το πιο αστείο ή παράξενο περιστατικό που συνέβη στα γυρίσματα;
Ήταν οι τελευταίες μέρες των γυρισμάτων, Δεκέμβριος, και είχαμε μια σκηνή στην ταράτσα. Ξαφνικά ξεκίνησε χιονοθύελλα και η παραγωγή ήταν έτοιμη να σταματήσει το γύρισμα λόγω των συνθηκών, που σήμαινε ότι ίσως δε θα μπορούσαμε να γυρίσουμε ξανά τη σκηνή. Εκεί εμφανίστηκε ο Ισλανδός DOP μας, Antri Haraldsson, λέγοντας: “It’s not how cold it is but how well you are prepared for the cold.” Το γύρισμα συνεχίστηκε κανονικά, και καταφέραμε να πάρουμε μια από τις ωραιότερες λήψεις της ταινίας και ευτυχώς χωρίς κανένα να πάθει πνευμονία.
Η ταινία CAFÉ 404, παραγωγή της Central Athens Film Productions είναι μια dark comedy διάρκειας 93 λεπτών που γεφυρώνει τα όρια συνύπαρξης του εμπορικού σινεμά με το arthouse. Είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που υπογράφει ο Αλέξανδρος Τσιλιφώνης (The T3ST, Rookie, The Mockroom). Το σενάριο έχουν γράψει οι Σωτήρης Νικίας, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος και ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Την πρωτότυπη μουσική υπογράφει ο Stefano Fasce. Το τραγούδι τίτλων της ταινίας έγραψε ο Ανδρέας Τσιλιφώνης και το ερμηνεύει ο Χρήστος Δάντης.
Η παραγωγή της Central Athens Film Productions έχει γίνει σε συμπαραγωγή με ΕΡΤ, ΝOVA Batavia films και με την υποστήριξη του ΕΚΟΜΕΔ. Executive Producer στην ταινία είναι ο Fred Fuchs (Godfather 3, Frankestein, The Rainmaker). Η ταινία έχει ήδη εξασφαλίσει διανομή στη Βόρεια Αμερική από τη 7 Palms Entertainment, ενώ επιλέχθηκε για το διαγωνιστικό τμήμα του προγράμματος Film Forward του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου θα γίνουν 2 επίσημες προβολές:
Αίθουσα Τζον Κασσαβέτης, Αποθήκη 1 ,Λιμάνι: 5/11/2024 στις 13:00
Αίθουσα Τζον Κασσαβέτης, Αποθήκη 1, Λιμάνι: 3/11/2024 στις 22:00