Αν χρειαστεί ποτέ σε μια παρέα να φέρεις ένα παράδειγμα για το πόσο επηρεάζουν τα social media τη ζωή μας, φύλαξε αυτό το κείμενο και θυμήσου το. Πρόκειται για την επιτομή του influencing και του fake news. Και είναι τόσο τεράστιο το μέγεθος του fake, που ξεπερνάει πια το μέγεθος της απάτης και γίνεται κοινωνικό φαινόμενο, άξιο να το παρατηρήσουν οι ειδικοί. Και οι αντιδράσεις ξεφεύγουν από την οργή ή τη γκρίνια, ή ακόμα και τα ειρωνικά χαμόγελα, και πάνε στο αντίθετο άκρο: Τον θαυμασμό.
Πώς τα κατάφερε ο γύπας αυτός των επιχειρήσεων, ο Αυστραλός (με κινεζικές ρίζες) Στάνλεϊ Τσαν, ένας… ταπεινός Youtuber, να πλασάρει το απόλυτο τίποτα ως πεντάστερο εστιατόριο, είναι μια ιστορία απόλυτα διδακτική.
Ο Τσαν σκέφτηκε να εφαρμόσει στην πράξη ένα κοινωνικό πείραμα: Πόσο θα μπορούσε να επηρεάσει με τις διαδικτυακές του αναρτήσεις δυνητικούς «πελάτες» για ένα εστιατόριο στο Σίδνεϊ, το οποίο θα προσέφερε στους πελάτες του ένα μοναδικό πιάτο: Ένα «ράμεν» (παραδοσιακό ιαπωνικό πιάτο με νούντλς και ζωμό κρέατος ή ψαριού), το οποίο όμως θα ήταν μαγειρεμένο με… ανθρώπινη αύρα! Δηλαδή με το τίποτα! Ένα πιάτο με νουντλς μόνα τους, βρασμένα σε απλό νεράκι.
Fake στα ιαπωνικά σημαίνει… Nise
Πόσοι θα μπορούσαν να καταπιούν αμάσητη μια τέτοια ιστορία; Ακόμα και ο ίδιος ο Τσαν αιφνιδιάστηκε με την αποδοχή που είχε η ιδέα του.
Στην ιστορία του, που έγινε video στο Youtube, εξιστορεί αναλυτικά τα πάντα: Πώς του ήλθε η ιδέα, πώς αποφάσισε να την εφαρμόσει και τα βήματα που ακολούθησε για να φτιάξει το μοναδικό εστιατόριό του. Όσο για τον τίτλο, βρήκε τον πιο ταιριαστό. Το μαγαζί ονομάστηκε “Nise”, που είναι η ιαπωνική λέξη για το “Fake”! Βεβαίως οι δυνητικοί του πελάτες φαίνεται ότι δεν γνώριζαν ιαπωνικά, για να καταλάβουν την παπάτζα.
Για να κάνει το event πιο πιστευτό, αλλά και να δημιουργήσει την αίσθηση της μοναδικότητας, ο Στάνλεϊ ξεκίνησε τις fake αναρτήσεις. Ότι το Nise έχει διοργανώσει παρόμοια «γεύματα» σε 50 διαφορετικές χώρες του κόσμου και ήταν η πρώτη φορά στην Αυστραλία. Και ότι λόγω της σπανιότητας του πιάτου δεν μπορούσε παρά να λειτουργήσει μόνο δύο φορές το χρόνο σε κάθε χώρα. Ο χώρος βρέθηκε γρήγορα (επρόκειτο για ένα μαγαζί που είχε να χρησιμοποιηθεί χρόνια και είχε ρημάξει) και αποκαταστάθηκε γρήγορα με τα φτηνότερα υλικά, από τον ίδιο τον Στάνλεϊ και μερικούς φίλους του.
Στην προσπάθειά του να δώσει δημοσιότητα, ο Στάνλεϊ στράφηκε προς food infuencers με έδρα το Σίδνεϊ. Τους οποίους και κάλεσε να φάνε δωρεάν (!) στο νέο του εστιατόριο. Περισσότεροι από δέκα τέτοιους τζαμπατζήδες food influencers απάντησαν θετικά στο αίτημά του, μάλιστα του έγραψαν ότι ανταποκρίνονται με πολύ ενθουσιασμό για να δοκιμάσουν τη φοβερή του ιδέα.
Το video με το οποίο ο Στάνλεϊ έκανε το promotion του νέου του εστιατορίου ξεπέρασε τις 100.000 views στο Youtube και όλα έδειχναν ότι το εγχείρημα θα στεφθεί από επιτυχία. Ζήτησε από δύο φίλους του απλούς μάγειρες να τον βοηθήσουν να ετοιμάσει τα «γεύματα» και κατάφερε να νοικιάσει μέχρι και DJ για ζωντανή μουσική.
Πριν ακόμα ανοίξει το εστιατόριο είχε αρχίσει να σχηματίζεται… ουρά από υποψήφιους πελάτες. Τελικά οι τρεις τους κατάφεραν να ετοιμάσουν μόλις 70 γεύματα από σούπα, στην οποία προστέθηκαν νουντλς κι ελάχιστος ζωμός. Εκατοντάδες άνθρωποι μαζεύτηκαν έξω από το μαγαζί των 30 θέσεων για να φάνε το… τίποτα, και η αναμονή ξεπέρασε τη 1,5 ώρα.
Ο Στάνλεϊ δεν θέλησε να εκμεταλλευθεί οικονομικά όλο αυτό το χαμό. Είχε εξαρχής διαλαλήσει ότι η αξία του γεύματος, παρ’ ότι πολύ μεγαλύτερη, δεν θα ξεπερνούσε τα 3 δολάρια. Ζήτησε, όμως, από τους πελάτες να αξιολογήσουν το κατάστημα μετά την εμπειρία τους κι αυτοί είπαν ότι θα ήταν πρόθυμοι να δώσουν από 50 ως και 80 δολάρια γι’ αυτό το «θεσπέσιο» γεύμα.
Υπήρξαν πολλοί πελάτες που δεν εξυπηρετήθηκαν τελικά κι ο «ιδιοκτήτης» Στάνλεϊ τους ζήτησε προσωπικά συγγνώμη που περίμεναν στην ουρά χωρίς τελικά να φάνε. Όπως κατάλαβε και ο ίδιος, αυτή η ταλαιπωρία όχι μόνο δεν κόστισε στο μαγαζί του, αλλά αύξησε το ενδιαφέρον και άλλων να δοκιμάσουν το μοναδικό φαγητό!
Είναι ακραίο, φυσικά, το παράδειγμα, αλλά αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την πλύση εγκεφάλου που μπορούν πια να προκαλέσουν τα social media και γενικά η διαφήμιση για οποιοδήποτε προϊόν.