Την έχουν αποκαλέσει «Η Κούρσα των Πρωταθλητών», αλλά στην καρδιά και την ψυχή  κάθε φίλου του αυτοκινήτου έχει μείνει ως «Η Κούρσα των Ονείρων»! Στις 12 Μαϊου 1984 στην (πολύ γνωστή πια) πίστα αγώνων του Νίρμπουργκρινγκ της Γερμανίας συνέβη κάτι που βγαίνει κατευθείαν μέσα από τα πιο τρελά όνειρα (τι όνειρα, ονειρώξεις!) όσων αγαπούν τους τέσσερις τροχούς: Ένας αγώνας στον οποίον συμμετείχαν 9 εν ενεργεία Πρωταθλητές Formula 1 με συμβατικά αυτοκίνητα Mercedes!

Η κούρσα αυτή έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο μήνυμα οδηγικού μεγαλείου που έστειλε στην παγκόσμια κοινότητα ο Άιρτον Σένα. Ο αδικοχαμένος Βραζιλιάνος πιλότος ήταν ο νικητής, σε μια ολωσδιόλου ιστορική στιγμή του αυτοκινήτου διεθνώς, έστω κι αν τα κίνητρα και όσων τη διογάνωσαν, αλλά και όσων συμμετείχαν, είχαν σχέση περισσότερο με το χρήμα, παρά με τη δόξα.

Στις 12 Μαΐου του 1984 οι κορυφαίοι οδηγοί ανταγωνίστηκαν στην πίστα του Νίρμπουργκρινγκ οδηγώντας το ίδιο αμάξι. Και ήταν η κούρσα στην οποία έλαμψε ένα νέο αστέρι: Το όνομά του; Άιρτον...

Το γκραν πρι του Νίρμπουργκρινγκ  μπορεί να είναι πια ένα από τα εμβληματικά στο καλεντάρι της Formula 1, ωστόσο από το 1976η πίστα είχε αφαιρεθεί από το επίσημο πρόγραμμα. Εκείνη τη χρονιά ο μεγάλος Αυστριακός πιλότος Νίκι Λάουντα είχε τραυματιστεί σοβαρά κατά τη διάρκεια του σιρκουί και λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του. Προηγουμένως ο ίδιος είχε εκφράσει τις ανησυχίες του στην οργανωτική επιτροπή για τη μεγάλη διάρκεια της κούρσας (ήταν όντως από τις μεγαλύτερες πίστες που είχαν εγκριθεί) κι αυτή ακριβώς η συγκυρία οδήγησε την FIA να αναστείλει τη λειτουργία της (και το παραδοσιακό γερμανικό γκραν πρι να μετακομίσει στο Χοκενχάιμ).

Το 1981 σχεδιάστηκε μια νέα και μικρότερη διαδρομή, πολύ πιο ασφαλής, και πήρε την έγκριση από την FIA ώστε το γκραν πρι να επιστρέψει στο καλεντάρι. Η επίσημη κούρσα της Formula 1 έγινε εκεί τον Οκτώβριο εκείνης της χρονιάς, αλλά οι διοργανωτές σκέφτηκαν να γιορτάσουν την επιστροφή μ’ έναν αγώνα που δεν θα είχε σχέση με τα μονοθέσια.

Η συγκυρία ήταν ιδανική: Την ίδια χρονιά η Mercedes-Benz παρουσίασε το μοντέλο της 190 Ε 2.3-16, ένα μοντέλο πολύ πιο αεροδυναμικό και σπορ από την «κλασική» Mercedes 190 και έψαχνε τρόπους να το προωθήσει στην αγορά. Τι καλύτερο; Η εταιρεία διέθεσε 20 αυτοκίνητά της (τα μισά σε χρώμα σκούρο γκρι smoke silver και τα άλλα μισά σε μεταλλικό σκούρο μπλε), τα οποία με ελάχιστες μετατροπές – κυρίως για την ασφάλεια των πιλότων – διατέθηκαν για τον αγώνα. Ήταν η πρώτη φορά που όλοι οι οδηγοί ενός τέτοιου αγώνα θα οδηγούσαν το ίδιο ακριβώς αυτοκίνητο, μάλιστα απαγορεύτηκε να επέμβουν δραστικά οι μηχανικοί τους σε οποιοδήποτε σημείο, έκαναν απλά ένα τσεκάρισμα για την ασφάλεια των οδηγών.

Ποιοι κλήθηκαν να αγωνιστούν στην κούρσα αυτή; Ό,τι καλύτερο υπήρχε τότε στην ιστορία της Formula 1 και βρισκόταν όχι μόνο στη ζωή, αλλά και σε κατάσταση τέτοια που να μπορούσε να οδηγήσει ανταγωνιστικά. Ο Σένα, που νίκησε τελικά, τότε δεν είχε στεφθεί ακόμα πρωταθλητής στη Formula 1. Ούτε και ο Γάλλος Αλέν Προστ, μια άλλη μυθική μορφή του σπορ, ο οποίος μάλιστα ξεκίνησε από την pole position στον αγώνα αυτόν, έχοντας κάνει τον καλύτερο χρόνο στα δοκιμαστικά.

Παρών ήταν, επίσης, ο ίδιος ο Λάουντα, μάλιστα λέγεται ότι ο ίδιος το ζήτησε για να εξοικειωθεί ακόμα περισσότερο με τη νέα διαδρομή. Αλλά μαζί του έτρεξαν πραγματικοί θρύλοι του αυτοκινήτου, όπως οι Βρετανοί Στέρλινγκ Μος, Τζον Σέρτις, Τζον Γουότσον και Τζακ Χαντ, οι Αυστραλοί Άλαν Τζόουνς και Τζακ Μπράμπαμ, ο Νεοζηλανδός Ντένι Χιουλμ, ο Αργεντινός Κάρλος Ρόιτεμαν, ο Φινλανδός Κέκε Ρόζμπεργκ, ο Ιταλός Έλιο ντε Άντζελις, ο Νοτιοαφρικανός Τζόντι Σέκτερ… Στην κούρσα αυτή ήταν ένα μεγάλο μέρος του Hall of Fame της Formula 1 παγκοσμίως.

Η κούρσα κράτησε 12 γύρους (συνολικά κάτι περισσότερο από 54 χιλιόμετρα). Ο Σένα ξεκίνησε από την 3η θέση και πήρε την πρωτιά μάλλον με ευκολία. Ο Προστ από την pole position κατρακύλησε στην 15η θέση με μηχανικά προβλήματα. Συγκινητική υπήρξε η παρουσία του Λάουντα, ο οποίος από την 14η θέση στα δοκιμαστικά οδήγησε λυσσασμένα και έφτασε 2ος, μόλις 1,39 δευτερόλεπτα πίσω από τον Σένα. Όπως δήλωσε αργότερα, ήθελε να αποδείξει στον εαυτό του αλλά και στους θεατές ότι δεν είχε κανένα πρόβλημα με την τοποθεσία εκείνη που λίγο έλειψε να του κόψει πρόωρα το νήμα της ζωής.