Είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς, ειδικά μιλώντας για νυχάδικα, αλλά η απλή επίσκεψη μιας χολιγουντιανής σταρ σε ένα προσφυγικό καταυλισμό στη βόρεια Καλιφόρνια τη δεκαετία του ’70, θα άλλαζε ριζικά την αμερικανική βιομηχανία ομορφιάς και θα δημιουργούσε έναν μικρό στρατό από Βιετναμέζες που σήμερα έχουν καταλάβει πάνω από το 50% των νυχάδικων της χώρας. Πρωταγωνίστρια αυτής της ιστορίας είναι η Τίπι Χέντρεν. Ναι, η ξανθιά μούσα του Άλφρεντ Χίτσκοκ, που την έχουμε δει να τρέχει πανικόβλητη κυνηγημένη από κοράκια και γλάρους στο The Birds.
Η ιστορία, όμως, είναι πιο ενδιαφέρουσα από ό,τι ακούγεται. Βρισκόμαστε το 1975, η Σαϊγκόν πέφτει στα χέρια του κομμουνιστικού καθεστώτος και χιλιάδες Βιετναμέζοι αναζητούν άσυλο στις ΗΠΑ. Μέσα σε αυτούς, και γυναίκες, οι οποίες έμελλε να αλλάξουν την οικονομία ομορφιάς της Αμερικής για πάντα.
Η Χέντρεν βρέθηκε στο Hope Village, έναν καταυλισμό κοντά στο Σακραμέντο, ως μέρος της ανθρωπιστικής της δράσης. Εκεί συνάντησε μια ομάδα γυναικών που είχαν χάσει τα πάντα: οικογένειες, σπίτια, δουλειές και φυσικά, την πατρίδα τους. Οι περισσότερες ήταν σύζυγοι αξιωματικών ή εργαζόμενες στη στρατιωτική νοημοσύνη του νοτίου Βιετνάμ. Αντίκρισε την καταστροφή στα μάτια τους, αλλά και τη θέλησή τους να ξεκινήσουν από το μηδέν.
Η Τίπι, που λάτρευε τα καλοσχηματισμένα της νύχια, δεν άργησε να παρατηρήσει το βλέμμα τους καρφωμένο στα χέρια της. Κι έτσι της ήρθε η ιδέα. Έφερε τη μανικιουρίστα της από το Λος Άντζελες και σε συνεργασία με μια τοπική σχολή ομορφιάς, άρχισε να εκπαιδεύει τις γυναίκες του καταυλισμού στις τεχνικές του μανικιούρ και του πεντικιούρ.
Μια βιετναμέζικη “αυτοκρατόρια” από νυχάδικα σε όλες τις ΗΠΑ
Από αυτές τις πρώτες 20 γυναίκες, γεννήθηκε μια ολόκληρη δυναστεία στον χώρο των νυχιών. Σήμερα, το 80% των τεχνικών νυχιών στην Καλιφόρνια είναι βιετναμέζικης καταγωγής, με το επάγγελμα να έχει γίνει όχι μόνο τρόπος επιβίωσης, αλλά και σύμβολο ανεξαρτησίας και οικονομικής ισχύος για πολλές οικογένειες.
Η σκληρή πραγματικότητα πίσω από την επιτυχία
Το επάγγελμα αυτό, όμως, δεν ήταν απλώς ένα εύκολο εισιτήριο για την αμερικανική μεσαία τάξη. Ας μην ξεχνάμε την πραγματικότητα: οι συνθήκες εργασίας σε πολλά νυχάδικα είναι άκρως επικίνδυνες. Η Catherine Hann, άλλη μια βιετναμέζα πρόσφυγας, μοιράζεται τις δυσκολίες που βίωσε στη μετάβασή της στην Αμερική και τη σταδιακή είσοδό της στη βιομηχανία νυχιών. Γεννημένη στο Σαϊγκόν, η Hann εγκατέλειψε τη χώρα της με την οικογένειά της το 1981, σε μια πολυήμερη θαλασσινή οδύσσεια.
Όταν εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, η Hann δούλεψε για χρόνια σε ηλεκτρονικές εταιρείες, όπως η Intel, αλλά πάντα είχε μια πίεση για κάτι καλύτερο, πιο σταθερό. Η πίεση αυτή οδήγησε τη Hann στη βιομηχανία νυχιών, έναν χώρο όπου δεν απαιτούταν άψογη γνώση της γλώσσας, αλλά μόνο μερικές βασικές λέξεις για να συνεννοηθείς με τους πελάτες και τη μαεστρία των χεριών.
Όπως πολλές άλλες Βιετναμέζες, έτσι και η Hann συνδύαζε την εκπαίδευσή της στις νύχτες και τα Σαββατοκύριακα με την εργασία της στη βιομηχανία ηλεκτρονικών. Δεν ήθελε να αποδεχτεί το ρίσκο της αλλαγής, μέχρι που η κόπωση και οι χαμηλές απολαβές την έκαναν να πάρει την απόφαση. Παρά τις δυσκολίες, η βιομηχανία των νυχιών της πρόσφερε μεγαλύτερη ελευθερία και οικονομική ευχέρεια.
Η ιστορία των Βιετναμέζων προσφύγων στον κόσμο της αισθητικής δεν είναι απλώς μια ιστορία επιτυχίας. Είναι γεμάτη σκληρή δουλειά, θυσίες, και πολλές φορές εκμετάλλευση. Σύμφωνα με μελέτες της UCLA, πολλές εργαζόμενες σε νυχάδικα εκτίθενται σε τοξικές ουσίες, όπως η φορμαλδεΰδη και η τολουόλη, που επηρεάζουν σοβαρά την υγεία τους.
Ενώ οι πελάτες βγαίνουν από τα νυχάδικα χαμογελαστοί και γεμάτοι αυτοπεποίθηση, λίγοι κατανοούν τις συνθήκες στις οποίες εργάζονται αυτές οι γυναίκες. Η επαναλαμβανόμενη χρήση χημικών ουσιών, όπως τα ασετόν και τα βερνίκια, εκθέτει τις τεχνικούς σε μακροχρόνιους κινδύνους, από αναπνευστικά προβλήματα έως δερματικά νοσήματα. Για αυτές τις γυναίκες, όμως, η σκληρή αυτή δουλειά σημαίνει ευκαιρία. Σημαίνει οικονομική ανεξαρτησία και ένα μέλλον για τις οικογένειές τους.
Από τη Χέντρεν στην Χαν: Το μέλλον των βιετναμέζικων νυχάδικων
Η βιομηχανία νυχιών σήμερα αγγίζει τα 8 δισεκατομμύρια δολάρια, και το βιετναμέζικο στοιχείο είναι κυρίαρχο. Γυναίκες όπως η Χέντρεν έδωσαν μια διέξοδο στις Βιετναμέζες, και αυτές με τη σειρά τους μετέτρεψαν την ευκαιρία αυτή σε δύναμη. Παρά τις δυσκολίες, την έλλειψη ιατρικής κάλυψης, και τη συνεχή έκθεση σε χημικά, η επιμονή τους τις έχει οδηγήσει στην κορυφή μιας βιομηχανίας που κάποτε ανήκε μόνο στις πλούσιες Αμερικανίδες.
Πλέον, οι Βιετναμέζες δεν είναι απλά υπάλληλοι στα νυχάδικα· είναι ιδιοκτήτριες, διευθύντριες σχολών ομορφιάς και επιχειρηματίες που εκπαιδεύουν τις επόμενες γενιές. Η Hann, για παράδειγμα, κατέληξε να εργάζεται σε πλήρη απασχόληση σε ένα νυχάδικο, ενώ συγχρόνως ανέπτυσσε τη δική της πελατεία. Μεγάλες ελπίδες και ακόμα μεγαλύτερες αποφάσεις σφράγισαν την πορεία αυτών των γυναικών.
Το ρίσκο δεν σταματάει ποτέ, όμως. Η Hann προσπάθησε να ανοίξει το δικό της σαλόνι, επενδύοντας το σύνολο των αποταμιεύσεών της. Όμως, οι δυσκολίες ήταν πολλές, από προβλήματα με τον ιδιοκτήτη του χώρου μέχρι την έλλειψη προσωπικού. Το σαλόνι έκλεισε, αλλά η Hann δεν το έβαλε κάτω. Με επιμονή συνέχισε να εργάζεται ως ελεύθερη επαγγελματίας και τελικά βρήκε τη θέση της σε έναν άλλο χώρο, κλείνοντας τον κύκλο με μια σίγουρη θέση στα Totally Polished, ένα γνωστό νυχάδικο.
Η συμβολή των βιετναμέζων γυναικών στο χώρο της αισθητικής υπερβαίνει τα σύνορα της απλής επιτυχίας. Έχουν καταφέρει να δώσουν ζωή σε μια βιομηχανία που άλλοτε ανήκε αποκλειστικά σε εύπορες γυναίκες. Πλέον, με την εισαγωγή νέων τεχνικών, όπως τα τεχνητά νύχια και τα ηλεκτρικά εργαλεία, η διαδικασία έγινε πιο προσβάσιμη για όλες τις γυναίκες, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης.
Τι θα γινόταν αν η Τίπι Χέντρεν δεν είχε δείξει τα όμορφα της νύχια εκείνη τη μέρα; Το πιθανότερο είναι πως πολλές από αυτές τις γυναίκες θα αναζητούσαν άλλες δουλειές ή ακόμα θα πάλευαν με την επιβίωση σε μια ξένη χώρα. Όμως, η μοίρα ήταν διαφορετική. Και αυτή η μοίρα έφερε τις βιετναμέζες πρόσφυγες στην κορυφή μιας βιομηχανίας που πλέον τους ανήκει.
Οι νυχάδες, πέρα από μια προσωπική πολυτέλεια, έγιναν μια πραγματική διέξοδος για αυτές τις γυναίκες. Ένας δρόμος που δεν τους προσέφερε απλώς εισόδημα, αλλά κάτι πολύ περισσότερο: το δικαίωμα να κρατήσουν τον έλεγχο της ζωής τους στα χέρια τους, μέσα από τα νύχια τους.