Η έκφραση «κυβέρνηση των ηττημένων» έπαιξε πολύ έντονα στην ελληνική επικαιρότητα όταν πλησίαζαν οι πρώτες εκλογές του 2023, με την απλή αναλογική. Ήθελε να περιγράψει μια δυνητική συμμαχία κομμάτων που θα τερμάτιζαν σε θέση εκτός της πρώτης, αλλά θα τους «έβγαιναν τα κουκιά», κατά το κοινώς λεγόμενο, για να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Και το πρώτο κόμμα, αυτό με τους περισσότερους βουλευτές, θα έμενε με την κρυάδα. Ακριβώς αυτό συνέβη στη Γαλλία με τις μεθοδεύσεις του Εμανουέλ Μακρόν.
Ο Γάλλος πρόεδρος, αφού είδε κι απόειδε ότι δεν μπορεί να σχηματίσει μια κυβέρνηση που θα είχε ελπίδες στήριξης από την πλειοψηφία του κοινοβουλίου με το αριστερόστροφο Νέο Λαϊκό Μέτωπο, έβαλε όχι από το παράθυρο, αλλά από την κεντρική είσοδο τη Μαρίν Λε Πεν στη γαλλική κυβέρνηση!
Ο Μισέλ Μπαρνιέ, ο συντηρητικός (“γκωλικός” κατά την ντόπια αργκό) πολιτικός που ορίστηκε πρωθυπουργός της Γαλλίας από τον πρόεδρο Μακρόν την Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου θα έχει τη στήριξη όχι μόνο των κεντρώων βουλευτών του κόμματος του Μακρόν (159 στο σύνολο), αλλά και την «ανοχή», αν όχι τη σκιώδη στήριξη, των 142 βουλευτών της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης της Μαρίν Λε Πεν.
Πρόκειται για μια σοκαριστική στροφή προς τα δεξιά, την οποία ελάχιστοι περίμεναν από τον Μακρόν. Το να στηρίζεται η παραδοσιακά δημοκρατική Γαλλία σε ακροδεξιά δεκανίκια μόνο και μόνο για να υπάρχει κυβέρνηση, θα έκανε ακόμα και παραδοσιακούς συντηρητικούς πολιτικούς, όπως ο ίδιος ο Ντε Γκωλ ή ο πιο πρόσφατος Ζακ Σιράκ, να στριφογυρίζουν στις τελευταίες τους κατοικίες.
Φυσικά ο Μακρόν έχει από το Σύνταγμα κάθε δικαίωμα να ορίσει πρωθυπουργό αυτόν που επιθυμεί, με τη λογική βέβαια ότι τόσο η κυβέρνησή του, όσο και τα νομοσχέδια που θα προτείνει, θα περνούν από την πλειοψηφία της Εθνοσυνέλευσης. Αυτή τη στιγμή τα κουκιά βγαίνουν και με το παραπάνω: Οι 159 του Μακρόν μαζί με τους 39 του δεξιού κόμματων των Ρεπουμπλικάνων και 33 ανεξάρτητους δεξιούς και κεντρώους βουλευτές δίνουν μια «μαγιά» 231 βουλευτών που δυνητικά μπορούν να στηρίξουν τις επιλογές του Μπαρνιέ σε πρόσωπα και πολιτικές. Για να φτάσουμε, όμως, στους 289 και την απόλυτη πλειοψηφία χρειάζονται κι άλλοι. Αυτοί θα είναι οι «πρόθυμοι» της Εθνικής Συσπείρωσης, της Λε Πεν και του «πουλέν» της, του Ζορντάν Μπαρντελά.
Οι δικαιολογίες του Μακρόν
Ο Μακρόν στις δηλώσεις του υπονόησε μια φανερή και μια κρυφή δικαιολογία, βάσει των οποίων προχώρησε σ’ αυτή την απόφαση. Η φανερή ήταν ο χρόνος. Οι σχεδόν 50 ημέρες της ακυβερνησίας μπορεί να φαίνονται «τίμιο» διάστημα διαπραγματεύσεων στο Βέλγιο, την Ολλανδία, ακόμα και τη Γερμανία τα τελευταία χρόνια. Αλλά στο γαλλικό πολιτικό σύστημα, που έχει δημιουργηθεί έτσι για να προσφέρει σταθερότητα ανά πάσα στιγμή, τέτοια περίοδος ακυβερνησίας θεωρείται απαράδεκτη. Και πρωτόγνωρη για την 5η Δημοκρατία.
Η κρυφή δικαιολογία είναι ακόμα πιο επικίνδυνη. Ο Μακρόν προσπαθεί να αντικρούσει τις φωνές του Νέου Λαϊκού Μετώπου, που είναι το κόμμα με τους περισσότερους βουλευτές αλλά θα αναγκαστεί να κάνει πάλι αντιπολίτευση, με τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των εκλογών, εκεί όπου συμμετέχουν όλοι και καταγράφονται πιο καθαρά οι πολιτικές δυνάμεις. Είναι γνωστό ότι στον πρώτο γύρο οι υποψήφιοι της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης είχαν το υψηλότερο ποσοστό, με 1,5 εκατομμύριο περισσότερους ψηφοφόρους από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο και σχεδόν 4 εκατομμύρια ψηφοφόρους περισσότερους από το κόμμα του Μακρόν.
Οπότε; Ο Γάλλος πρόεδρος αποφάσισε να παίξει κι αυτό το χαρτί. Και όχι μόνο να αμυνθεί για τις επιλογές του, αλλά να περάσει και στην αντεπίθεση. Οι βουλευτές και τα στελέχη του έλεγαν, χωρίς να κοκκινίζουν μάλιστα, ότι το λάθος είναι του Νέου Λαϊκού Μετώπου, και κυρίως των πιο ακραίων εκπροσώπων, του Ζαν Λικ Μελανσόν και του κομουνιστή Φαμπιάν Ρουσέλ, οι οποίοι δεν δέχτηκαν να βάλουν νερό στο κρασί τους και να δεχτούν ένα πιο μετριοπαθές πρόσωπο από τον κεντροαριστερό χώρο για να τον στηρίξουν, ώστε να έχουν το πάνω χέρι στην κυβέρνηση. Έτσι ο ίδιος «αναγκάστηκε» να στραφεί προς τη λύση της Λε Πεν.
Ο 73χρονος Μπαρνιέ, πρόεδρος των Ρεπουμπλικανών, διαπραγματευτής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Brexit, επίτροπος της ΕΕ για τα οικονομικά και διπλωμάτης καριέρας, φέρεται ως ένα πρόσωπο υπό την ομηρεία της ακροδεξιάς. Τίποτα δεν μπορεί να περάσει χωρίς τις ψήφους του Μπαρντελά, οπότε θέλοντας και μη τους κάνει συνομιλητές στον σχεδιασμό και την κατάθεση των νομοσχεδίων και των άλλων κυβερνητικών αποφάσεων. Ο ίδιος αυτοπροβλήθηκε ως μια «σταθερή» λύση, αλλά οι πολέμιοί του καταλογίζουν ότι δεν έχει δείξει την παραμικρή φαντασία σ’ όλα τα χρόνια που πολιτεύεται και είναι απλά ένας διαχειριστής. Το πώς θα μπορέσει να φέρει σταθερότητα με τέτοια εύθραυστη πλειοψηφία μένει να φανεί.
Το αριστερό Νέο Λαϊκό Μέτωπο βρέθηκε μπροστά σε μια ιστορική πρόκληση. Το αν έκανε καλά που επέμεινε σε αριστερό πρόσωπο για πρωθυπουργό (δεν συζητούσε καν κάποιον από τους σοσιαλιστές, ή τον Μπερνάν Καζνέβ που έχει πολύ πιο κεντρώο προφίλ), θα το κρίνει η ιστορία. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και ο Μελανσόν, που θεωρείται η πιο δυνατή φιγούρα του χώρου, δεν χαίρει εκτίμησης απ’ όλες τις πλευρές και το όνομά του είχε αποκλειστεί εξαρχής στην κούρσα για την πρωθυπουργία ακόμα και από τις δυνάμεις που αποτέλεσαν τον αριστερό συνασπισμό.