Πολύ κουβέντα γίνεται κατά καιρούς, για την εγκυρότητα ή μη, των πολιτικών δημοσκοπήσεων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Η κοινή γνώμη γενικώς δυσπιστεί και θεωρεί πως υπάρχει σκοπιμότητα από την πλευρά αυτών που διενεργούν τις δημοσκοπήσεις προκειμένου να ευνοήσουν την μια ή την άλλη πλευρά. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια η συντριπτική πλειοψηφία, αν όχι όλες, των μετρήσεων κοινής γνώμης σ΄ ό,τι αφορά το εκάστοτε εκλογικό αποτέλεσμα έχουν λαθέψει. Τελικά υπάρχει σκοπιμότητα ή αστοχία σε αυτές τις μετρήσεις;


Μόλις προχθές, είδε το φως της δημοσιότητας έρευνα κοινής γνώμης, που εκτός την πρόθεση ψήφου εθνικών εκλογών, είχε και ερώτημα για τις εσωκομματικές εκλογές στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή το δείγμα ανερχόταν στα 2.805 άτομα εκ των οποίων οι 813 δήλωσαν πως θα συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία για ανάδειξη νέου προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στην πρόθεση ψήφου για τις εθνικές εκλογές το ΠΑ.ΣΟ.Κ συγκέντρωσε το 11,7% των ερωτώμενων. Στα στοιχεία της έρευνας αναφέρεται πως η δειγματοληψία έγινε με ποσοστώσεις σύμφωνα με τον πληθυσμό της κάθε διοικητικής περιφέρειας.


Η συγκεκριμένη έρευνα αναδημοσιεύθηκε από δεκάδες sites σε όλη τη χώρα. Στοιχεία δε αυτής, αναφέρθηκαν και στα κεντρικά δελτία ειδήσεων τηλεοπτικών σταθμών πανελλαδικής εμβέλειας. Σίγουρα δημιουργήθηκαν συγκεκριμένες εντυπώσεις, οι οποίες δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα επηρεάσουν το εκλογικό σώμα, τουλάχιστον στο σύνολό του.

Κατ’ αρχάς, τα αποτελέσματα της πρόθεσης ψήφου, τόσο για τις εθνικές εκλογές όσο και για τις εσωκομματικές στο ΠΑ.ΣΟ.Κ, δεν χρειάζεται ούτε πρέπει να τα αμφισβητήσει κανείς. Να προβληματιστεί για αυτά, ίσως πρέπει. Σ΄ ό,τι αφορά την θετική και αρνητική άποψη για τους πολιτικούς αρχηγούς, την ικανότητα διακυβέρνησης της χώρας, καθώς και τα υπόλοιπα ερωτήματα της έρευνας, τα δεχόμαστε όπως είναι γιατί για αυτά δεν υπάρχει κάλπη και δεν είναι μετρήσιμα. Η χρησιμότητα αυτών των ερωτημάτων αφορούν κυρίως τα επιτελεία των κομμάτων και των υποψηφίων, προκειμένου να χαράξουν την στρατηγική τους και να αναλάβουν τις κατάλληλες πολιτικές δράσεις. Ας δούμε προσεκτικά και με μια δεύτερη ματιά τα στοιχεία που παρουσιάζει η συγκεκριμένη μέτρηση.


Η δειγματοληψία με βάση τον πληθυσμό της κάθε «διοικητικής περιφέρειας» έχει ένα θέμα. Άλλη συμπεριφορά έχει το εκλογικό σώμα στη «εκλογική περιφέρεια» του νομού Ηρακλείου (συμμετοχή 60,41% στις τελευταίες εθνικές εκλογές) και άλλη στην εκλογική περιφέρεια Λακωνίας (συμμετοχή 39,07%.) Το ίδιο και στη βόρεια Ελλάδα, όπου στη Β Θεσσαλονίκης η συμμετοχή έφτασε στο 60,43%, ενώ στην εκλογική περιφέρεια της Φλώρινας στο 33,5%.

Από τους 2.805 ερωτηθέντες οι 813 δήλωσαν πως θα συμμετέχουν στις εκλογές για ανάδειξη αρχηγού στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Σε αντιστοιχία με την πραγματικότητα αυτό σημαίνει πως το 29% περίπου του ενεργού εκλογικού σώματος της χώρας θα συμμετέχει σε αυτές τις εκλογές. Και αν θεωρήσουμε πως αυτοί που συμμετέχουν στις εθνικές εκλογές είναι γύρω στα 5.000.000, ( με δεδομένο πως το ποσοστό συμμετοχής σε αυτές θα αυξηθεί σε σχέση με τις ευρωεκλογές,) τα παραπάνω σημαίνουν πως περίπου 1.450.000 πολίτες θα συμμετέχουν σε αυτή την εκλογική διαδικασία. Στις αντίστοιχες εκλογές το 2019 συμμετείχαν περίπου 270.000 ψηφοφόροι, το 2007 περίπου 770.000, ενώ το ρεκόρ συμμετοχής εσωκομματικών εκλογών γενικότερα, ανήκει στο ΠΑ.ΣΟ.Κ με συμμετοχή 1.020.000 πολιτών και μοναδικό τότε υποψήφιο τον Γιώργο Παπανδρέου στις εσωκομματικές εκλογές του 2004.


Στην ίδια έρευνα το 11,7% (328 ερωτηθέντες) του ερωτώμενων απαντάει πως προτίθεται να ψηφίσει ΠΑ.ΣΟ.Κ στις επόμενες εθνικές εκλογές όποτε και αν αυτές γίνουν. Το στοιχείο αυτό σημαίνει πως από τους συμμετέχοντες στις εσωκομματικές εκλογές μόλις το 40% θα είναι ψηφοφόροι του ΠΑ.ΣΟ.Κ και το υπόλοιπο 60% είναι αναποφάσιστοι και κυρίως ψηφοφόροι άλλων κομμάτων.


Οι αριθμοί είναι συγκεκριμένοι και σκληροί στην συμπεριφορά τους. Όταν δεν τους σέβεσαι σου το ανταποδίδουν. Και όταν η δημοσκόπηση γίνεται απλώς για δημοσίευση, μικρή σημασία έχει για τον υποψήφιο. Όταν όμως γίνεται μετά από παραγγελία του υποψηφίου για ανάλυση αυτής, χάραξη στρατηγικής και ανάληψη πολιτικής δράσης προκειμένου να πετύχει το στόχο του, τότε το πρόβλημα είναι σημαντικό αν η μέτρηση παρουσιάζει προβλήματα. Στις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑ.ΣΟ.Κ το 2019, τον τελευταίο μήνα πριν τις εκλογές δημοσιεύθηκαν 11 δημοσκοπήσεις. Στις 8 από αυτές προηγείτο ο Ανδρέας Λοβέρδος, στις 3 ο Νίκος Ανδρουλάκης, ενώ ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν μακράν τρίτος με εξαίρεση 3 μετρήσεις, στις οποίες ήταν οριακά δεύτερος πάνω από τον Νίκο Ανδρουλάκη. Η κάλπη ανέδειξε πρώτο τον Ανδρουλάκη με 37%, δεύτερο τον Παπανδρέου με 28% και τρίτο τον Λοβέρδο με 26%. Προφανώς το εκλογικό σώμα δεν επηρεάστηκε, τουλάχιστον υπέρ του πρώτου, από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων.


Σε ό,τι αφορά τη μάχη μεταξύ των υποψηφίων, υπάρχει μια υποψηφιότητα ανάμεσα στις 7 η οποία ενδεχομένως να αναπτύξει τη δυναμική, με κατάλληλη χάραξη πολιτικής και την ανάλογη πολική δράση αν και εφόσον εκλεγεί (πράγμα αβέβαιο αυτή τη στιγμή,) ώστε να αλλάξει τον πολιτικό χάρτη στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση για τις εθνικές εκλογές όποτε και αν αυτές γίνουν. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα έχουμε σχηματισμό νέου διπόλου στην πολιτική σκηνή και ίσως μάχη για την ανάδειξη πρώτου κόμματος. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση συμμετοχής στις εκλογές, την άνοδο και της Ν.Δ με παράλληλη συρρίκνωση άλλων δεξιών δυνάμεων και πολιτικών κομμάτων, ενώ ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α με τη σημερινή του μορφή αν υπάρχει έως τότε θα ανταγωνίζεται με την Νέα Αριστερά για το ποιος θα εισέλθει στη νέα βουλή. Σε αντίθετη περίπτωση και σύμφωνα με ό,τι φαίνεται στον ορίζοντα, η σημερινή κατάσταση θα εδραιωθεί με μόνη διαφορά την βύθιση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α και η Ν.Δ θα ζοριστεί να πιάσει το αρχικό μπόνους των 20 εδρών που παίρνει το πρώτο κόμμα στις εκλογές με βάση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο.


Υ.Γ 1 Συνηθίζεται η έκφραση «φωτογραφία της στιγμής» για να χαρακτηρίσει τις δημοσκοπήσεις. Αυτό φυσικά πρέπει να προβληματίσει πολλούς από αυτούς που το ισχυρίζονται. Αν ίσχυε αυτό, μια μέτρηση που θα ολοκληρωνόταν στις 12 τη νύχτα της παραμονής των εκλογών θα έδινε αποτελέσματα τα οποία στη διάρκεια της νύχτας θα άλλαζαν και με το άνοιγμα της κάλπης ο κόσμος θα είχε αλλάξει γνώμη για το πώς θα ψηφίσει. Προφανώς εκείνο το βράδυ το εκλογικό σώμα θα είχε δει το ίδιο περίεργο όνειρο για το πώς πρέπει να ψηφίσει.


Υ.Γ 2 Στην μέτρηση της πρόθεσης ψήφου, τις περισσότερες φορές γίνεται εκτίμηση ψήφου. Στα στοιχεία που δίνουν οι διενεργούντες τις μετρήσεις αναφέρουν σε αυτές πως η εκτίμηση δεν αποτελεί πρόβλεψη ψήφου. Συνήθως η λέξη «εκτίμηση» γίνεται συνώνυμη της λέξης «πρόβλεψη.» Τώρα, αν κάποιος μπορεί να αποσαφηνίσει τη διαφορά μεταξύ «εκτίμησης ψήφου» και «πρόβλεψης ψήφου» ας το κάνει. Κατά την άποψή μας «εκτίμηση ψήφου = πρόβλεψη ψήφου»


Υ.Γ 3 Οι μετρήσεις όταν γίνονται, αποτυπώνουν τις τάσεις του εκλογικού σώματος σε ό,τι αφορά τους προβληματισμούς και τα προβλήματα που αυτό έχει, τα θέλω του, τις επιδιώξεις του και το τι περιμένει από τα κόμματα και τους πολιτικούς για τη βελτίωση της καθημερινότητας και της ποιότητας ζωής του γενικότερα. Η σωστή μελέτη και ανάλυση τόσο των ποσοτικών όσο και των ποιοτικών χαρακτηριστικών της έρευνας, βοηθάει τα κόμματα και τους υποψηφίους να βελτιώσουν την εν γένει συμπεριφορά και τις πολιτικές τους δράσεις, προκειμένου να ωφεληθεί το εκλογικό σώμα από αυτές τις δράσεις αλλά και οι ίδιοι λαμβάνοντας κατά αυτόν τον τρόπο μεγαλύτερη στήριξη από το εκλογικό σώμα.


Μιχάλης Γιατράκος είναι φυσικός με μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στις πολιτικές επιστήμες, MSPS in Professional Politics, με εξειδίκευση Advanced Research Methods in Professional Politics.

Illustration: Peggy Dadaki