Η Σαμπρίνα Τζαβελάνα ζει έναν εφιάλτη εδώ και χρόνια. Έναν εφιάλτη, από τον οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει. Και το πιο δύσκολο γι’ αυτήν είναι να αποδεχτεί το αναπόφευκτο: Ότι δεν μπορεί να ξεφύγει. Ακόμα κι αν ζει σε ένα κράτος που υπερηφανεύεται ότι την προστατεύει.
Ο εφιάλτης της ξεκίνησε στο Χάλαντεϊλ Μπιτς, στη Φλόριντα των ΗΠΑ, το 2018. Όταν η Σαμπρίνα ήταν, στα 21 της χρόνια, μια από τις νεότερες εκλεγμένες εκπροσώπους στο τοπικό κοινοβούλιο, στην ιστορία της πολιτείας. Μία από τις πρώτες προτάσεις της ήταν να μετονομαστεί μα λεωφόρος που λεγόταν Dixie Highway, για να απαλειφθεί όσο το δυνατόν περισσότερο το ρατσιστικό «νότιο» παρελθόν της πολιτείας. Αυτό την έβαλε στο στόχαστρο συγκεκριμένων κύκλων.
Με τις απειλές που δεχόταν, συχνά, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η κοπέλα είχε συμβιβαστεί. Αλλά το πρωί της 5ης Φεβρουαρίου 2021 της ήλθε ένα μήνυμα από έναν άγνωστο «φίλο» της, το οποίο την πληροφορούσε ότι σε συγκεκριμένη πλατφόρμα με φωτογραφίες κυκλοφορούν και δικές της, που τη δείχνουν χωρίς ρούχα! Ο άγνωστος αποστολέας της έστειλε και αποδείξεις: Ήταν δικές της φωτογραφίες που είχαν αποθηκευτεί στο διαβόητο φόρουμ 4chan, με τη διαφορά ότι είχαν «πειραχτεί» προφανώς από λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης και την έδειχναν ολόγυμνη.
Με την παραβολή που έκανε, η Τζαβελάνα ανακάλυψε ότι κάποιος είχε πάρει φωτογραφίες της από τους λογαριασμούς της σε ΜΚΔ (κυρίως από το Instagram) και τις είχε επεξεργαστεί κατάλληλα, ώστε να μην εξευτελίσει τελείως. Τα δε σχόλια που ακολουθούσαν αυτές τις φωτογραφίες δεν χρειάζονται αναφορά, φαντάζεστε την χροιά τους.
Αμέσως προσπάθησε να περιορίσει όσους είχαν πρόσβαση στους λογαριασμούς της, αλλά ήταν πια αργά. Οι φωτογραφίες της κυκλοφορούσαν πλέον σε όλες τις σελίδες αυτού του περιεχομένου. Αν αυτά τα deepfakes γίνονταν viral, τα πράγματα θα γίνονταν ακόμα πιο δύσκολα γι’ αυτήν. Ακόμα δε περισσότερο αν έφταναν στην οικογένειά της. Όντας παιδί Φιλιππινέζων μεταναστών, που σπάνια μιλούσαν για σεξ και ήταν πολύ συντηρητικοί, θα έπρεπε να τους εξηγήσει τα ανεξήγητα.
Σύντομα έπιασε τον εαυτό της να παραλογίζεται. Επιτιθόταν σε οποιονδήποτε σήκωνε το κινητό του για να την φωτογραφίσει, αν και οι δημόσιες εμφανίσεις ήταν μέρος της (πολιτικής) καθημερινότητάς της. Τα βράδια δεν κοιμόταν, καθόταν μόνη της στην κρεβατοκάμαρά της, χτενίζοντας το διαδίκτυο για πληροφορίες σχετικά με την «κατάχρηση προσωπικής εικόνας» ή τη μη συναινετική κοινή χρήση σεξουαλικών εικόνων, η πιο γνωστή μορφή της οποίας είναι αυτό που αποκαλούμε «εκδικητικό πορνό» (revenge porn).
H Σαμπρίνα βρήκε άρθρα που προειδοποιούσαν για την αυξανόμενη απειλή των deepfakes. Η τεχνητή νοημοσύνη προχωρούσε τόσο γρήγορα που οποιοσδήποτε με υπολογιστή ή smartphone μπορούσε να έχει πρόσβαση σε πολλές εφαρμογές για να δημιουργεί εύκολα τέτοιες εικόνες. Μια μελέτη που επικαλείται το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας σημείωσε ότι περισσότερο από το 90% των deepfake βίντεο παρουσίαζαν μη συναινετικές, σεξουαλικά σαφείς εικόνες, στη συντριπτική πλειοψηφία γυναικών.
Τότε ξεκίνησε κι ένας νομικός αγώνας. Ο οποίος οδήγησε σ’ ένα πικρό αδιέξοδο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, είναι μάλλον απίθανο να εντοπιστεί ποιος ακριβώς πήρε τις φωτογραφίες της και τις επεξεργάστηκε. Κι αυτό, διότι το τσουνάμι της επεξεργασίας είναι πλέον ανεξέλεγκτο: Η πιο δημοφιλής τέτοια εφαρμογή επεξεργάστηκε περισσότερες από 600.000 φωτογραφίες (!) τις πρώτες 15 ημέρες μετά την κυκλοφορία της.
Η Τζαβελάνα κατάλαβε ότι η αστυνομία δεν θα μπορούσε να τη βοηθήσει να αφαιρέσει τις εικόνες και άρχισε να πανικοβάλλεται. Είχε δουλέψει σκληρά για να δημιουργήσει μια καριέρα στην πολιτική για τον εαυτό της και να κερδίσει τον σεβασμό των παλαιότερων συναδέλφων της και τώρα ένιωσε ένα κύμα τρόμου. Αυτές οι φωτογραφίες μπορούσαν να την καταστρέψουν εντελώς, όχι μόνο στην πολιτική της καριέρα, αλλά και στη δουλειά της. Τι θα γινόταν αν εμφανίζονταν σ’ ένα απλό Google search, που κάνουν πλέον «υποχρεωτικά» όλα τα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού, ακόμα και στην πιο μικρή εταιρεία;
Σύντομα ο αρχικός θυμός της έγινε μούδιασμα. Το οποίο εξελίχθηκε σε αποδοχή της κατάστασης. Αν δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να βγάλει τις εικόνες από το διαδίκτυο, ήθελε τουλάχιστον να τις σβήσει από τη μνήμη της. Αποστασιοποιήθηκε από φίλους, που φοβόταν ότι δεν θα καταλάβαιναν την κατάστασή της. Αποφάσισε να μην συμμετάσχει σε εξετάσεις για να διεκδικήσει μια θέση δασκάλας. Ούτε και έθεσε πάλι υποψηφιότητα για την έδρα της στο κοινοβούλιο της Φλόριντα.
Τον Ιανουάριο του 2024 το αμερικανικό Κογκρέσο εισήγαγε ένα ομοσπονδιακό νομοσχέδιο που ονομάζεται νόμος Disrupt Explicit Forged Images and Non-Consensual Edits Act του 2024 ή ο νόμος DEFIANCE, το οποίο ψηφίστηκε πρόσφατα στη Γερουσία. Εάν τεθεί σε ισχύ, το νομοσχέδιο θα επιτρέψει στα θύματα να διεκδικήσουν αποζημίωση 150.000 δολαρίων και να υποβάλουν προσωρινές εντολές περιορισμού κατά των παρενοχλητών τους. Να, μια αχτίδα φωτός.
Οι ειδικοί, ωστόσο, προειδοποιούν ότι ο περιορισμός των deepfakes θα απαιτούσε από τις εταιρείες τεχνολογίας να ελέγχουν τις πλατφόρμες τους για καταχρηστικό περιεχόμενο και να αφαιρούν εφαρμογές που θα μπορούσαν να διευκολύνουν την παρενόχληση. Οι πλατφόρμες δεν έχουν κίνητρα να αφαιρέσουν αυτό το υλικό εκτός και αν αντιμετωπίσουν πιθανές οικονομικές και νομικές επιπτώσεις.
Η Τζαβελάνα αποφάσισε να δημοσιοποιήσει την ιστορία της έξι ολόκληρα χρόνια μετά το ξέσπασμά της. Μέχρι και πριν λίγο καιρό ελάχιστοι γνώριζαν την ύπαρξη των φωτογραφιών. Μέχρι τον Απρίλιο του 2024 συνέχισε να «ανακαλύπτει» φωτογραφίες της: Βρήκε τουλάχιστον 40 links στο αρχείο του 4chan, το καθένα από τα οποία περιείχε πολλές εικόνες που δημοσιεύτηκαν από διαφορετικούς χρήστες. Πώς θα μπορούσε να τους κυνηγήσει όλους; Πόσα χρήματα και πόσος χρόνος θα χρειάζονταν για να γίνει αυτό;
Και το χειρότερο; Αυτή η ιστορία μοιάζει με το μύθο της Λερναίας Ύδρας. Αν προσπαθήσεις να κόψεις ένα κεφάλι, να σβήσεις μια τέτοια deepfake φωτογραφία, αμέσως «φυτρώνουν» δύο και περισσότερες.