Όταν ήταν μικρή δεν έλεγε πως θα γίνει ηθοποιός, ωστόσο η Εριέττα Μανούρη αντιλήφθηκε στην πανεπιστημιακή σχολή όπου είχε περάσει, πως «κάτι» της έλειπε. Έτσι, έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Το όνομά της είναι συνυφασμένο με δραματικούς ρόλους, ωστόσο, φέτος, είχαμε την ευκαιρία να τη δούμε και σε κωμικό ρόλο, στην τηλεοπτική σειρά «Μην αρχίζεις τη μουρμούρα». Στο θέατρο την βρίσκουμε στην παράσταση «Κακούργα Πεθερά», η οποία πήρε παράταση μέχρι και τις 13 Φεβρουαρίου, επομένως όσοι δεν προλάβατε, σπεύσατε. Με αφορμή, λοιπόν, τον ρόλο που ενσαρκώνει, μιλήσαμε μαζί της και αντιληφθήκαμε γιατί είναι από τα πρόσωπα που ξεχωρίζουν στον χώρο της υποκριτικής. Ίσως, βέβαια, να την αγαπήσαμε και λίγο παραπάνω, μιας και δηλώνει φανατική των Friends, αφού όπως λέει, παρακολουθεί τη σειρά επί καθημερινής βάσεως.
Που σε βρίσκουμε αυτή τη στιγμή επαγγελματικά;
Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε γυρίσματα για τη σειρά «Μην αρχίζεις την μουρμούρα» και παίζω στην παράσταση «Κακούργα Πεθερά» -που έκανε πρεμιέρα στις 4 Δεκέμβρη- στο θέατρο Πόρτα, κάθε Δευτέρα και Τρίτη.
Σε ό,τι αφορά τη σειρά, είμαι πολύ χαρούμενη για αυτή τη δουλειά, γιατί πρώτη φορά δοκιμάζομαι στην κωμωδία, κάτι που ήθελα πολύ. Τόσο στο θέατρο, όσο και στην τηλεόραση, έπαιζα σε δραματικούς ρόλους, επομένως είχα ανάγκη να αναμετρηθώ υποκριτικά με έναν τέτοιο ρόλο. Είναι μεγάλη πρόκληση η κωμωδία. Σίγουρα το δράμα έχει τις δυσκολίες του, αλλά αντίστοιχα έχει και η κωμωδία, αφού βασίζεται στον ρυθμό και την ατάκα, που σημαίνει ότι χρειάζεται να έχεις καλή επικοινωνία με τον παρτενέρ. Με τον Στάθη Κόικα έχουμε εξαιρετική χημεία, οπότε είμαι πολύ χαρούμενη για αυτή τη δουλειά φέτος.
Σχετικά με την «Κακούργα Πεθερά», πρόκειται για ένα κείμενο της Νεφέλης Μαϊστράλη, βασισμένο στο φρικτό έγκλημα της Χαροκόπου, που συντάραξε την Ελλάδα τον 20ο αιώνα. Τοποθετείται χρονικά το 1931, όπου σε ένα ποτάμι ξεβράζονται σακιά, τα οποία περιέχουν ένα διαμελισμένο σώμα. Μετά από έρευνα της αστυνομίας, διαπιστώνεται ότι το σώμα αυτό ανήκει σε έναν άντρα και οι βασικοί ύποπτοι είναι η πεθερά, η νύφη, ο ξάδερφος της και η υπηρέτρια του σπιτιού. Ο ρόλος της νύφης που ενσαρκώνω, σχετίζεται με μια γυναίκα που έχει υποστεί χρόνια ψυχολογικής και σωματικής κακοποίησης.
Ήταν δύσκολο για εσένα να προσεγγίσεις αυτόν τον ρόλο; Ποιες ήταν οι προκλήσεις που αντιμετώπισες για να μπεις στον ψυχισμό της ηρωίδας που ενσαρκώνεις;
Ήταν πολύ δύσκολο, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Κάναμε έρευνα σε αυτή τη θεματική. Είδα ταινίες, διάβασα ιστορίες γυναικών που έχουν υποστεί σωματική και λεκτική βία. Με απασχόλησε περισσότερο να εμβαθύνω στο πώς αυτές οι γυναίκες – ενώ έχουν υποστεί όλη αυτή την βιαιότητα-, μένουν εκεί. Πόσο δύσκολο είναι να βρουν τη φωνή και να ζητήσουν βοήθεια. Να σημειώσουμε, μάλιστα, ότι δεν μιλάμε για το 2024 αλλά για το 1930, που η θέση της γυναίκας ήταν εξαιρετικά μειονεκτική σε σχέση με τους άντρες.
«Η αυτοδικία δεν είναι λύση, αλλά μέσα από αυτή την παράσταση προσπαθούμε να φωτίσουμε τα κίνητρα τους, το γιατί έφτασαν εκεί αυτοί οι άνθρωποι».
Και είναι αναπόφευκτη η σύνδεση με το σήμερα, που εξακολουθούν να υπάρχουν κακοποιητικές συμπεριφορές για πάρα πολλές γυναίκες. Αυτό που θέλετε να επικοινωνήσετε μέσα από την παράσταση, πως συνδέεται με το σήμερα;
Ακόμα και σήμερα, το 2024, η κοινωνία μας είναι βαθιά πατριαρχική. Υπάρχουν ριζωμένες στερεοτυπικές προκαταλήψεις και τα φαινόμενα ενδοοικογενειακής και ενδοσυντροφικής βίας είναι καθημερινά. Οι γυναικοκτονίες είναι πάρα πολλές. Εμείς θέλουμε να στρέψουμε το φως στα θύματα και να φανερώσουμε το σκοτεινό πρόσωπο της κοινωνίας, το ότι, δηλαδή, παραμένουμε σιωπηλοί, το ότι πολλές φορές οι άνθρωποι ακούμε και βλέπουμε αλλά δεν μιλάμε, το τί γίνεται πίσω από τις κλειστές πόρτες. Η αυτοδικία δεν είναι λύση, αλλά μέσα από αυτή την παράσταση προσπαθούμε να φωτίσουμε τα κίνητρα τους, το γιατί έφτασαν εκεί αυτοί οι άνθρωποι. Βλέπουμε την ψυχολογία των ανθρώπων που έχουν καταφύγει στη βία, έχοντας όμως υπάρξει προηγουμένως και οι ίδιοι θύματα.
Πότε αποφάσισες να ασχοληθείς με την υποκριτική;
Δεν ξέρω αν γεννιόμαστε με αυτό το μικρόβιο, αλλά θεωρώ ότι πάντα είχα μια τάση προς την καλλιτεχνική πλευρά των πραγμάτων. Ήμουν, βέβαια, και πολύ τυχερή, γιατί το σχολείο που πήγαινα υποστήριζε τις τέχνες, οπότε ασχολήθηκα από πολύ νωρίς. Κάπου εκεί έγινε το “κλικ” μέσα μου.
Δεν ήμουν όμως από τα παιδιά που έλεγα θα γίνω ηθοποιός. Πέρασα σε μια πανεπιστημιακή σχολή, αλλά πολύ σύντομα κατάλαβα ότι δεν μου ταιριάζει και ότι κάτι μου έλειπε. Και συνειδητοποίησα ότι αυτό που μου έλειπε ήταν το θέατρο, οπότε έδωσα εξετάσεις και πέρασα στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Ποιες προκλήσεις αντιμετώπισες από την δραματική σχολή στην αγορά εργασίας;
Τα τρία χρόνια της δραματικής σχολής, είναι τρία χρόνια μεγάλου κόπου, ιδρώτα, σωματικής και πνευματικής κόπωσης. Οι καθηγητές μας πάντα μάς προετοίμαζαν για τον δύσκολο χώρο, που θα βρεθούμε επαγγελματικά έξω. Πολλά από αυτά, βέβαια, τα ανακαλύπτεις όταν βγαίνεις στο επάγγελμα.
Εγώ δουλεύω από το 2018, οπότε μπορώ να πω πως είναι ένας κλάδος με πολλά προβλήματα θεσμικά και μισθολογικά. Σαφέστατα είμαστε ένας υποτιμημένος κλάδος. Από την πολιτεία θεωρούμαστε ακόμα χομπίστες, με την “ταφόπλακα” να είναι το προεδρικό διάταγμα και όλα όσα συνέβησαν το τελευταίο χρονικό διάστημα. Υπάρχουν πολλά προβλήματα -από τις απλήρωτες πρόβες μέχρι την έλλειψη συλλογικής σύμβασης- αλλά θέλω να πιστεύω ότι όλοι μαζί, ενωμένοι, μπορούμε να κατακτήσουμε πράγματα και να χτίσουμε τις συνθήκες που μας αξίζουν, για να μπορούμε να λέμε ότι έχουμε τις σωστές, επαγγελματικές, μισθολογικές συνθήκες για να υπάρχουμε σε αυτό τον χώρο.
«To MeToo δεν έχει να κάνει μόνο με το φύλο, δεν περιορίζεται μόνο στις γυναίκες. Το ότι ξεκίνησε αυτός ο διάλογος είναι μια αρχή για την κατάληψη της βίας, όπως και αν εκφράζεται αυτή».
Ξεκίνησες σε μια περίοδο, πολύ κοντά στην περίοδο των αποκαλύψεων του κινήματος #MeToo, που έφεραν αλλαγές στον χώρο της υποκριτικής.
Το κίνημα του #MeToo έδωσε ορατότητα, φωνή και λόγο στα θύματα. Μόνο καλό βγήκε από την όλη κατάσταση. Ζούμε σε μια κοινωνία με βαθιά πατριαρχικές προκαταλήψεις και τα πράγματα αυτά δεν αλλάζουν από την μια μέρα στην άλλη. Θεωρώ ότι χρειάζεται ένας διαρκής αγώνας, καθημερινός, δύσκολος και επίπονος, ούτως ώστε να προκληθεί μια ριζική αλλαγή στην κοινωνία μας. Το #MeToo περιορίστηκε στον κλάδο της υποκριτικής και τον καλλιτεχνικό χώρο, οπότε τα μέσα έδωσαν εκεί βάση. Θεωρώ όμως ότι είναι ένα φαινόμενο που εντοπίζεται σε πολλούς κλάδους. Δεν έχει να κάνει μόνο με το φύλο, δεν περιορίζεται μόνο στις γυναίκες. Το ότι ξεκίνησε αυτός ο διάλογος είναι μια αρχή για την κατάληψη της βίας, όπως και αν εκφράζεται αυτή.
Δυστυχώς, τα φαινόμενα αυτά συνεχίζουν να υπάρχουν πίσω από κλειστές πόρτες. Δεν ξέρω εάν υπάρχει ένα μαγικό ραβδάκι που θα λύσει αυτά τα προβλήματα για πάντα, αλλά πραγματικά πιστεύω ότι η ανάδειξη των φαινομένων και το να μην υπάρχει ανοχή πια, είναι ένα λιθαράκι για να χτιστεί ένας γερός τοίχος προστασίας για όλα αυτά τα θύματα.
Τι απολαμβάνεις και τι σε ενοχλεί από την αναγνωρισιμότητα;
Κάνουμε μια δουλειά που δεν είναι εσωτερικής κατανάλωσης. Δημιουργούμε περιεχόμενο για το κοινό. Και όταν αυτό φτάνει στον κόσμο και έχει ανταπόκριση, είτε καλή είτε κακή -γιατί και τα αρνητικά σχόλια αν έρχονται με καλή διάθεση και αγάπη-, είναι πάντα αποδεκτή. Είναι πολύ όμορφο να αναγνωρίζεται η δουλειά σου από τον κόσμο. Όταν όμως γίνεται παρεμβατικά στην πραγματική ζωή, σίγουρα εκεί με ενοχλεί και βάζω τα δικά μου όρια.
Κάποιο σχόλιο για τη δουλειά σου που θυμάσαι ή σου είχε κάνει εντύπωση;
Οι άνθρωποι που δουλεύουμε στην τηλεόραση, μπαίνουμε καθημερινά σε πάρα πολλά σπίτια και ειδικά σε σπίτια ανθρώπων που δεν έχουν πρόσβαση σε μια θεατρική παράσταση. Για εμένα δεν υπάρχει κάτι πιο όμορφο από όταν μας λένε ότι τους κρατάμε συντροφιά σε δύσκολες στιγμές στη ζωή τους.
Κάποια στιγμή από την έως τώρα πορεία σου που ξεχωρίζεις;
Αυτό που κρατάω από τις δουλειές είναι οι όμορφες συνεργασίες και οι άνθρωποι. Αλλά το γλυκό άγχος της πρεμιέρας, την πρώτη φορά που βγαίνεις στην σκηνή και μοιράζεσαι τη δουλειά που προετοιμάζεις μήνες, είναι ένα συναίσθημα απίστευτο. Αντίστοιχα και η τελευταία παράσταση, λόγω της χαρμολύπης που νιώθω στο τέλος, που το έργο “πεθαίνει”, που αποχωρίζομαι αυτό που έχουμε δημιουργήσει. Είναι οι πιο έντονα συναισθηματικά φορτισμένες στιγμές που βιώνω κάθε φορά σε αυτό το επάγγελμα.
Τρία πράγματα που χαρακτηρίζουν την προσωπικότητα σου;
Αρκετά κυκλοθυμική (γέλια), πολύ πεισματάρα και πολύ πιστή στους δικούς μου ανθρώπους,
Αγαπημένη βόλτα στην Αθήνα;
Μεγάλωσα στην Αθήνα, είμαι δυστυχώς παιδί της πόλης. Δεν περπατάω πολύ, είμαι του αμαξιού, κυρίως λόγω δουλειάς. Τελευταία έχω ανακαλύψει ένα spot κοντά στην θάλασσα και πηγαίνω εκεί όποτε θέλω να ηρεμήσει η ψυχούλα μου.
Αγαπημένο στέκι;
Είμαι άνθρωπος της συνήθειας, μου αρέσουν τα στέκια, έχω πολύ σταθερότητα σαν χαρακτήρας. Έχω ένα αγαπημένο μπαρ στα Άνω Πατήσια, το οποίο θεωρώ ότι είναι το πιο cult μαγαζί της Αθήνας. Είναι το καταφύγιο μου. Μπορώ να πάω, να πιω ένα ουίσκι με πάγο, να ακούσω από Παπακωνσταντίνου μέχρι Μπέλου και να κάνω συζητήσεις μέχρι το πρωί.
Αγαπημένη comfort σειρά;
Φιλαράκια, για πάντα, μέχρι να σβήσει ο ήλιος. Μπαίνω σπίτι και παίζει 24/7. Είναι η σειρά που θα δω για να φάω, για να κάνω τις δουλειές του σπιτιού και για να χαλαρώσω μετά τη δουλειά.
Αγαπημένος χαρακτήρας από την σειρά;
Ο Τσάντλερ. Μιλάει πολύ βαθιά στην ψυχή μου αυτός ο χαρακτήρας, που αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής του με χιούμορ. Ταυτίζομαι απόλυτα με αυτόν τον χαρακτήρα, προσπαθώ να το κάνω αυτό. Νομίζω θα ήμουν δυστυχισμένη χωρίς αυτόν. Όταν έμαθα για τον θάνατο του Μάθιου Πέρι, ήταν σαν να έχασα έναν φίλο μου.
Ποιο είναι το safe place σου;
Δεν είναι κάποιος χώρος ή μέρος. Για εμένα safe place έιναι το φαγητό. Είναι μεγάλη απόδραση. Ένα καλό φαγητό μπορεί να μου δώσει μεγάλη χαρά και ηρεμία.
Ποια είναι η άποψή σου για την γενιά σου;
Έχω μεγάλη πίστη για την γενιά μας. Είμαστε μια γενιά που έχει ζήσει πολλές δυσκολίες. Ζούμε σε μια αρκετά ζοφερή περίοδο. Θέλω να πιστεύω ότι η γενιά μας θα πάρει όλο αυτό το σκοτάδι και θα το μετατρέψει σε φως. Τώρα θα μου πεις πώς; Όσο κλισέ και αν ακούγεται, νιώθω ότι μόνο μαζί μπορούμε να φτάσουμε σε αυτό. Σαν μονάδες είμαστε φοβερά αδύναμοι και κάπως κλεινόμαστε στον εαυτό μας, γιατί πρέπει να προφυλαχθούμε από το σκοτάδι γύρω μας. Αλλά το μελάνωμα της κοινωνίας για να επουλωθεί, χρειάζεται φροντίδα και συλλογικότητα. Πιστεύω ότι υπάρχει η σπίθα σε αυτή την γενιά.
Μελλοντικά σχέδια;
Συνήθως όταν με ρωτάνε για μελλοντικά σχέδια, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι η δουλειά. Θα ήθελα αυτή την φορά τα μελλοντικά μου σχέδια να αφορούν την φροντίδα του εαυτού μου. Θα ήθελα πολύ να μου αφιερώσω περισσότερο χρόνο και κυρίως για ταξίδια. Μου λείπει και το έχω μεγάλη ανάγκη.
Info παράστασης:
Κακούργα Πεθερά – Θέατρο Πόρτα
Μέχρι 13 Φεβρουαρίου – Προπώληση εισιτηρίων ΕΔΩ