Σεμνός, με μεγάλη φωνή, έχει χαράξει μια μακρά και αξιοθαύμαστη πορεία στον χώρο της ελληνικής μουσικής, με συνεργασίες με τους πιο τρανούς δημιουργούς. Από τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη, μέχρι τον Γιάννης Μαρκόπουλο, ο Βασίλης Λέκκας παρουσιάζει τη συναυλία «Οδός τραγουδιών», μια μουσική παράσταση – ταξίδι στη νεότερη ιστορία του τόπου μας στο ιστορικό κτίριο του Ολύμπια, του Δημοτικού Μουσικού Θεάτρου «Μαρία Κάλλας» με το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής Δήμου Αθηναίων. Λίγες μέρες πριν τη συναυλία στις 7 Οκτωβρίου, μιλήσαμε μαζί του για τις ξεχωριστές συνεργασίες που είχε όλα αυτά τα χρόνια, για τον Μάνο Χατζιδάκι, για τα παιδικά του χρόνια στα προσφυγοχώρια και την καταλυτική πάρουσία της μουσικής στη ζωή του.
Θα ήθελα να μοιραστείτε μαζί μας τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας σχετικά με τη συναυλία «Οδός τραγουδιών» που πρόκειται να παρακολουθήσουμε στις 7 Οκτωβρίου. Τι θα ακούσουμε;
Η «Οδός Τραγουδιών» αφορά την πορεία της δισκογραφίας μου και τους συνθέτες που συνεργάστηκα. Ονομάζω έτσι την παράσταση καθώς είναι μία διαδρομή όπου συναντώ ξανά αυτούς τους σταθμούς. Κάθε φορά όταν ανεβαίνω στην σκηνή, νιώθω την ανάγκη να μεταφέρω αυτό που επεξεργάστηκα μέσα από όλα αυτά τα χρόνια της τριβής μου με την μουσική. Θα συναντήσουμε πέρα από τους συνθέτες και τους μεγάλους Έλληνες ποιητές, τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Γκάτσο, τον Σαμαράκη, την Νικολακοπούλου, τον Αρανίτη, τον Γκανά, όλα αυτά τα πρόσωπα που συνδέθηκα μαζί τους από με μελοποιημένα τραγούδια.
Διαβάζουμε πως «Στις 2 Απριλίου του 1980 ο Βασίλης Λέκκας τραγουδάει υπό τη διεύθυνση του Μάνου Χατζιδάκι, στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, σε απευθείας μετάδοση από το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και το ταξίδι από νότα σε νότα αρχίζει». Πώς θυμάστε εκείνη τη βραδιά;
Την βραδιά την βλέπω ακόμα μπροστά μου. Την θυμάμαι με όλες τις λεπτομέριες και φανταστείτε ότι ο Χατζιδάκις είχε να κάνει πολύ καιρό συναυλία και ήταν η πρώτη συναυλία που έκανε μετά από πολλά χρόνια από την επιστροφή του από την Αμερική. Συν το γεγονός ότι θα μεταδιδόταν από το ραδιόφωνο. Να σας πω την αλήθεια δεν είχα αντιληφθεί εντελώς όλη αυτήν την οργάνωση που είχε από πισω όλο αυτο.
Την θυμάμαι πάρα πολύ έντονα αυτήν την συναυλία και για έναν επιπλέον λόγο. Όταν ανέβηκα για πρώτη φορά στην σκηνή για να ξεκινήσω να τραγουδάω, παρουσιάζαμε το έργο “Η εποχή της Μελισσάνθης”. Την ώρα λοιπόν που ξεκίνησα να τραγουδάω, χάλασε το μικρόφωνο μου. Το θέατρο ήταν κατάμεστο. Όταν έγινε αντιληπτό ότι δεν λειτουργεί, εγώ διατήρησα την ψυχραιμία μου, ο δε Χατζιδάκις, έκανε ένα πιανίσιμο, χαμήλωσε την ορχήστρα δίνοντας ένα νεύμα και συνέχισα να τραγουδάω σε ένα κατάμεστο θέατρο χωρίς την μικροφωνική δυνατότητα. Υπήρξε λοιπόν ένα τεχνικό λάθος την πρώτη φορά που τραγούδησα με τον Χατζιδάκι, αλλα η ψυχραιμία μου, μόνο πλεονέκτημα αποδείχθηκε. Δεν ξεχνιούνται αυτά!
Ο Μάνος Χατζιδάκις σας είχε ξεχωρίσει σε σόου του Φλωρινιώτη που είχε παρακολουθήσει, από όπου και είχατε ξεκινήσει. Ποια ήταν η σχέση σας με τον Χατζιδάκι;
Ο Χατζιδάκις, από ότι μου είπε ο Άρης Δαβαράκης, εκείνο το βράδυ ήρθε για να με ακούσει. Δεν ξέρω από που το έμαθε, ποιος το είπε, αλλά ο Μάνος είχε έρθει με την παρέα του για να με ακούσουν και έτσι ξεκίνησε όλη αυτή η υπόθεση συνεργασίας, δισκογραφίας και συναυλιών γενικότερα. Μιας ζωής που έζησα δίπλα του όλα αυτά τα χρόνια μια δεκαετία, βγάζοντας μαζί του 8 δίσκους. Το να ξαναμιλήσω για τον Μάνο Χατζιδάκι το θεωρώ σχεδόν περιττό. Το αποτύπωμα του έχει μείνει σε όλους μας, στην ελληνική κοινωνία είναι τεράστιο, ουσιαστικό και νομίζω είναι πολύ μεγάλη στιγμή ή ευτυχία -ό,τι θέλετε πείτε το- να είμαι αποδεκτός στον κόσμο της μουσικής του.
Ποιες άλλες συνεργασίες σας έχουν μείνει ανεξίτηλες;
Η οικογένεια της ελληνικής μουσικής: ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, όλη η συγκλονιστική γενιά των Socrates, ο Γιάννης Σπάθας, ο Γιώργος Τρανταλίδης που μαζί τους έκανα υπέροχους δίσκους και που θα παίξουμε βεβαίως και στην συναυλία μας τραγούδια από αυτές τις δουλειές. Επίσης ο Γιώργος Καζαντζής με τον οποίο είχα μία πρόσφατη συνεργασία στον δίσκο που κάναμε το «Κατάρτι και ατμός», η Βάσω Αλαγιάννη που κάναμε έναν υπέροχο δίσκο πριν από μερικά χρόνια, οι νεότεροι συνθέτες που έχω κάνει μεμονωμένες δουλειές. Όλες αυτές οι συνεργασίες νομίζω διακατέχονται από ένα κοινό παρονομαστή ότι αισθητικά βαδίζουμε με βάση το σκεπτικό μας, ότι η ελληνική μουσική για εμάς είχε πολύ μεγάλη σημασία, ότι η ιστορία έχει πολύ μεγάλη σημασία, οι άνθρωποι αποτυπώνουμε είτε τις χαλαρές στιγμές είτε τις ευτυχισμένες πορείες είτε τα μεγάλα γεγονότα με τη μουσική. Θα το δείτε δηλαδή μέσα από την δισκογραφία μου είναι σαν να ακούμε την ιστορία του τόπου.
Ποια ήταν η παρουσία της μουσικής στην παιδική σας ηλικία; Και πώς τελικά μπήκατε στον κόσμο της μουσικής;
Τα χωριά που μεγάλωσα ήταν προσφυγοχώρια. Οι άνθρωποι λοιπόν κουβαλούσαν την μουσική. Γεννήθηκα στο Άνω Μητρούσι Σερρών και πήγα σχολείο στις δύο πρώτες τάξεις του δημοτικού στην Κουμαριά Σερρών. Μετά φύγαμε εσπευσμένα για τη Θεσσαλονίκη, όπου εκεί συνέχισα το σχολείο. Αυτά τα χωρία ήταν πολύ καθοριστικά, κυρίως η Κουμαριά, γιατί εκεί πέρασα το μεγαλύτερο μέρος βιώνοντας τον τρόπο ζωής των προσφύγων. Οι παππούδες από την Μικρά Ασία κουβαλούσαν όλο αυτό το μουσικό της βίωμα είτε για να γλεντήσουν είτε για να παρηγορηθούν. Ο διάλογος γινόταν μέσα από την μουσική, έτσι το αντιλαμβανόμουν εγώ. Όλο αυτό το ρεπερτόριο, όλη αυτή η ατμόσφαιρα με οδήγησε στο να βρω το προσωπικό μου παραμύθι. Χωρίς να το καταλάβω κάποια στιγμή βρέθηκα να τραγουδάω σε μία εθνική εορτή τον «Χορό του Ζαλόγγου». Όταν ανέβηκα να το τραγουδήσω ήμουν τόσο σοβαρός, τόσο προσηλωμένος και ήμουν απλά ένα παιδάκι 6-7 χρονών.
Τα πάντα μπορεί να είναι ερεθίσματα για έναν καλλιτέχνη. Εσείς όταν χρειάζεστε έμπνευση, που την αναζητάτε;
Υπάρχουν πλευρές που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα μας και πόσο ενστικτωδώς ενδιαφερόμαστε για τον δίπλα μας, για το κάτι που έχουμε απέναντί μας για το πως το βλέπουμε. Αυτό μπορεί να είναι ένα ερέθισμα. Υπάρχει το ερέθισμα μιάς συνεύρεσης με μουσικούς όπου μπορεί να παίξουμε και ξαφνικά να δημιουργήσουμε κάτι, γιατί έχουμε την ανάγκη να δημιουργήσουμε κάτι. Νομίζω μας δίνει κίνητρο η ίδια η μουσική και καμιά φορά λέω ότι πολλές φορές η μουσική μας δοκιμάζει βάζοντας διάφορες δυσκολίες για να δει πόσο αντέχουμε ή πόσο ενδιαφερόμαστε για αυτήν.
Ακόμα και σε πρακτικά πράγματα όταν πας να τραγουδήσεις κάπου και για παράδειγμα δεν έχεις καλό ήχο, ή είσαι άρρωστος ή δεν έχεις την απαιτούμενη προσέλευση, αυτό μπορεί να επηρεάσει, ωστόσο, τότε είναι που πρέπει να δείξεις ότι όλα αυτά δεν έχουν σημασία και να δώσεις εκεί την ψυχή σου πρωτίστως για δικό σου καλό και για την μουσική.
Έτσι λοιπόν όταν εγώ θα ανέβω πάνω στην σκηνή απευθύνομαι στην μουσική, δεν απευθύνομαι σε τίποτα άλλο. Μέσω της μουσικής μπορώ να πω τα πάντα και επειδή διακρίνω αυτόν της τον ρόλο, δεν θέλω ποτέ να τον προδώσω. Θέλω να είμαι παρών την ώρα που τραγουδάω. Για εμένα το ελληνικό τραγούδι είναι τόσο χρήσιμο και τόσο αναγκαίο και στις εποχές που ζούμε και στο παρελθόν μας. Στο παρελθόν μας βλέπετε η κοινωνία μέσω της μουσικής μας παράδοσης προσπαθούσε να ξορκίσει καμιά φορά τις ταλαιπωρίες, σήμερα λοιπόν το ελληνικό τραγούδι έχει πάλι λόγο ύπαρξης, γιατί όπως έλεγε το τραγούδι «Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ».