Αν και δεν ήμουν και πολύ ενθουσιασμένος που θα χρησιμοποιήσω το Μετρό της Θεσσαλονίκης, αφού περνάει ακόμη τις παιδικές του ασθένειες και δεν θα θελα να με κατεβάσουν από κάποιο βαγόνι και να με βάλουν να το σπρώξω, εν τούτοις, αναγκάστηκα να το χρησιμοποιήσω.
Οι Θεσσαλονικείς -και όσοι έχουν βρεθεί στη Θεσσαλονίκη παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, γνωρίζουν πως από τους δρόμους του κέντρου της πόλης δεν χωρά να περάσει ούτε μέλισσα, από τους τόνους της λαμαρίνας που τους καταλαμβάνουν.
Το Μετρό της υπομονής
Για αυτόν τον λόγο βρέθηκα στον τερματικό σταθμό της Νέας Ελβετίας. Θα έπαιρνα για πρώτη φορά το μετρό της Θεσσαλονίκης για να κατέβω στο κέντρο της πόλης. Το σχέδιο ήταν να παρκάρουμε το αυτοκίνητο στον περιβάλλοντα χώρο, ο οποίος όμως είναι υπό κατασκευή -λες και πριν από πέντε χρόνια δεν γνώριζαν πως θα κατασκευαστεί εκεί.
Φυσικά και δεν μας προξένησε έκπληξη. Η έκπληξη είναι πως δεν υπήρχε κανείς κάδος εκεί κοντά για να πετάξει κανείς τον καφέ στο πλαστικό ποτήρι. Έτσι, μπήκα με τον καφέ στο χέρι, περιμένοντας πως θα βρω έναν κάδο μέχρι να φτάσω στα τουρνικέ. Κι όμως… Όχι απλά δεν υπήρχε κάδος, αλλά οι ουρές που σχηματίζονταν έμοιαζαν με αεροδρομίου και όχι στάση μετρό.
Δεν χρειάστηκε καν, να ρωτήσουμε τι είχε συμβεί. Οι ουρές κατέληγαν στα μηχανήματα που αγοράς εισιτηρίου. Υπήρχαν σε τρία σημεία, αλλά παρότι ήταν περισσότερα του ενός, μόνο το ένα δούλευε. Για αυτό και οι τρεις ουρές…
Ο κόσμος περίμενε υπομονετικά, καθώς οι ουρές αντί να μειώνονται αυξάνονται. Αποφασίσαμε με τον ξάδερφό μου να χωριστούμε για να μειώσουμε τον χρόνο αναμονής. Εκείνος μπήκε στη δεύτερη ουρά, εγώ στην τρίτη… Καθώς πλησίαζε η σειρά μου 25 λεπτά από τη στιγμή που μπήκαμε στο μετρό, είδα έναν νεαρό εργαζόμενο να στέκεται μπροστά από το μηχάνημα έκδοσης εισιτηρίων και θέλησα να τον ρωτήσω τι συνέβη.
«Τα μηχανήματα έχουν αγοραστεί από καιρό, για αυτό και δεν δουλεύουν σωστά» μου είπε για να δικαιολογηθεί.
«Μα πώς γίνεται να δουλεύει το ένα από τα τρία» επέμεινα.
Δεν απάντησε.
«Έχετε ενημερώσει για τη βλάβη, θα διορθωθεί» επανήλθα.
«Ναι, φυσικά» μου λέει.
Εκείνη τη στιγμή ήρθε ο ξάδερφός μου. Η ουρά του είχε ακινητοποιηθεί, είδε πως η δική μου είχε ροή…
«Ελπίζω να παίρνει κάρτα» ρώτησε ο Γιάννης, ο ξάδερφός μου τον υπάλληλο.
«Όχι, δεν παίρνει, δυστυχώς» του απάντησε.
«Ωχ» του λέω, «έχω μόνο ένα 50ικο».
«Μόνο χαρτονομίσματα των 5 και των 10» μου λέει.
Ο ξάδερφός μου έχει 20ικο και ψάχνουμε να το «χαλάσουμε», καθώς έρχεται η σειρά μας. Εμφανίζονται ένα πρόθυμο ζευγάρι να μας σώσει, αλλά η περιπέτεια δεν τελειώνει εδώ.
«Αν πάρετε δύο εισιτήρια δεν θα σας βγάλει ρέστα» μας λέει ο υπάλληλος. «Για να πάρετε ρέστα θα πρέπει να αγοράσετε εισιτήρια άνω των 5 ευρώ».
«Καλά, είστε σοβαροί» αναρωτιέμαι. «Δεν φτάνει η καθυστέρηση, με δική σας ευθύνη, δεν δίνετε ούτε καν ρέστα;».
Ο υπάλληλος κουνάει το κεφάλι του δηλώνοντας άγνοια για τις αποφάσεις της διοίκησης. Μια κυρία γίνεται έξαλλη όταν συνειδητοποιεί, μπροστά στο μηχάνημα, πως δεν παίρνει κάρτα, αλλά ο κόσμος στις ουρές τη χαρακτηρίζει «αγάμητη» επειδή ζητάει εξηγήσεις από τους ανενημέρωτους υπάλληλους.
Αποφασίζουμε να αγοράσουμε 10 εισιτήρια (το απλό εισιτήριο κοστίζει 60 λεπτά) για να πάρουμε τα ρέστα.
«Ας πουλήσουμε τα 6» λέω του ξαδέρφου μου, που γρήγορα βρήκε ανθρώπους στη μέση της ουράς που ήθελαν να τελειώσουν με το μαρτύριο της ουράς όσο πιο σύντομα γινόταν.
Τα πρώτα Χριστούγεννα της Θεσσαλονίκης με μετρό
Μπαίνοντας στο βαγόνι συνειδητοποίησα πως οι ταχύτητες δεν ήταν Αθήνας – ή έτσι ένιωσα. Προφανώς γιατί οι αποστάσεις μεταξύ των σταθμών είναι μικρότερες, σε σχέση με εκείνους της πρωτεύουσας. Βγαίνοντας στην επιφάνεια της γης από τον σταθμό της Αγίας Σοφίας, ήταν τα κάλαντα μιας χορωδίας που υπενθύμιζε πως ήταν παραμονή Χριστουγέννων. Δεν υπήρχε η χαρακτηριστική ακινησία της ημέρας, ούτε ουρές αυτοκινήτων, ούτε κορναρίσματα και βρισίδια.
«Τέτοια τάξη, τέτοια αλφαδιά…» που θα έλεγε ο γραφικός γέρος.
Δύο ώρες μετά, παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής, στον σταθμό της Νέας Ελβετίας, οι ουρές ήταν ίδιες και απαράλλαχτες. Τόσο που σκέφτηκα, «έχει γούστο να είναι οι ίδιοι που είχαμε αφήσει φεύγοντας, 120 λεπτά πριν».
Δεν με ένοιαζε για τους πολίτες, όμως. Θα περίμεναν καρτερικά, αλλά 25 λεπτά. Περίμεναν μισή ζωή το μετρό, άλλωστε, τι είναι 25 λεπτά…