Μια φράση που μας χαρακτηρίζει ως λαό είναι η εξής: «Να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα». Είναι θλιβερό πώς η ανάγκη για κριτική, σχολιασμό και κακό κουτσομπολιό κυλάει στο αίμα μας. Με τα social media και την ανωνυμία που μας παρέχουν, βρίσκουμε τη «λύτρωσή» μας και εκτοξεύουμε χολή ανενόχλητοι.
Ποια είναι η αιτία ;
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αρνητική κριτική, με τις γυναίκες να γίνονται συχνότερα θύματα. Οι πιο συνηθισμένοι παράγοντες στα social media είναι:
- Εξωτερική εμφάνιση.
- Σεξουαλικές προτιμήσεις.
- Οικονομική άνεση.
- Προσωπικές απόψεις.
Έχω δει βίντεο στο TikTok όπου σχολιαστές προσβάλλουν ανερυθρίαστα μια γυναίκα για την εμφάνισή της. Η λανθασμένη πεποίθηση ότι η δημόσια έκθεση «επιβάλλει» την ανοχή στην κριτική δείχνει την τοξικότητα της διαδικτυακής μας κουλτούρας.
Υπάρχει η εντελώς λανθασμένη πεποίθηση ότι επειδή κάποιος επιλέγει να εκτεθεί δημόσια πρέπει να είναι έτοιμος να ακούσει και τα αρνητικά σχόλια. Αν κάποιος διάσημος πχ δέχεται τρομερά προσβλητικά σχόλια και επιλέξει να τα απενεργοποιήσει από τους λογαριασμούς του στα social, τότε αυτομάτως είναι κατακριτέος επειδή «δεν μπορεί να δεχθεί την κριτική». Η ερώτηση που έχω να κάνω εγώ σε όσους γράφουν τέτοιου είδους πράγματα είναι η εξής : Τι σε ωθεί να σχολιάσεις κάτι τέτοιο και να το βαφτίσεις «κριτική» και όχι κακία όπως είναι στην πραγματικότητα;
Γιατί νιώθουμε καλύτερα όταν μειώνουμε τους άλλους;
Η ανάγκη να μειώσουμε τους άλλους πηγάζει από τις δικές μας ανασφάλειες. Οι γυναίκες υποτιμούν άλλες γυναίκες λόγω ζήλιας, ενώ οι άνδρες συχνά εκφράζουν ομοφοβία λόγω φόβου ότι απειλείται ο ανδρισμός τους. Η «χλιδή» που προβάλλουν influencers είναι άπιαστο όνειρο για πολλούς, άρα το μόνο που μένει είναι η επίθεση.
Για πολλούς, αυτή η κακή συνήθεια είναι ένα μέσο εκτόνωσης και βρίσκουν «ανακούφιση» στις προσβολές και τον αρνητισμό που εκτοξεύουν. Αυτό ήταν και είναι κάτι που δυσκολευόμουν να καταλάβω μέχρι που με κάλυψε μια απάντηση της Αθηνάς Τσαγκαράκη (athinoid). Την είχα ρωτήσει για ένα εντελώς άλλο ζήτημα , από που πηγάζει αυτή η ανάγκη των ανθρώπων να βάζουμε «ταμπέλες» στο τι είναι φυσιολογικό και τι όχι. Ανάμεσα σε άλλα μου είπε : «Το γιατί το 2024 υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που ταλαιπωρούνται από την ύπαρξη διαφορετικών ατόμων πάνω στη γη, το θεωρώ καθαρά σημάδι καταπίεσης και πόνου. Κανένα ον που κάνει στη ζωή του ακριβώς αυτό που θέλει και ζει ελεύθερο θα έμπαινε σε αυτή τη διαδικασία».
Γιατί μεταφράζουμε την αγένεια στα social media ως κριτική
Η λεπτή γραμμή μεταξύ «αγένειας», «κριτικής» και «προσωπικής άποψης» συχνά διαστρεβλώνεται. Το να έχεις άποψη δεν συνεπάγεται την ελευθερία να προσβάλλεις. Υπάρχει τρόπος να διαφωνείς χωρίς να γίνεσαι αγενής.
Πρέπει να δεχόμαστε κριτική, αλλά όχι προσβολές. Κριτική που εξυπηρετεί την κοινωνία είναι απαραίτητη, όχι όμως η μανία για αρνητικά σχόλια.
Είναι αρκετά θολό το τοπίο και αρκετά λεπτή η γραμμή ανάμεσα στις έννοιες «αγένεια», «κριτική» και «προσωπική άποψη». Για να τα βάλουμε σε μια σειρά , όλοι έχουν δικαίωμα να έχουν άποψη και να την στηρίζουν. Το γεγονός ότι ο καθένας μας έχει τη δική του γνώμη δεν μας δίνει την ελευθερία να θεωρούμε νορμάλ την κριτική και την αγένεια. Ούτε μπορούμε να καπελώνουμε την χολή που βγάζουμε με την πρόφαση ότι «είμαστε ειλικρινείς». Μπορείς να είσαι ειλικρινής και με ευγενικό τρόπο εάν δεν συμφωνείς.
Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τα αρνητικά σχόλια; Πάντα, γιατί ποιος ξέρει; Ίσως και να μας φανούν χρήσιμα. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να ανεχθούμε κανενός είδους προσβολή μόνο και μόνο επειδή πήραμε την απόφαση να εκτεθούμε. Και προφανώς δεν αναιρούμε το γεγονός ότι υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες ο σχολιασμός και η κριτική είναι απαραίτητο να υπάρχουν, όπως συμβαίνει όταν συζητάμε θέματα που αφορούν όλη την κοινωνία.
If you can’t say something nice don’t say nothing at all που λένε και η τάση αυτή να σχολιάζουμε μανιωδώς αρνητικά τους συνανθρώπους μας ασκώντας ένα είδους διαδικτυακό bullying είναι κάτι που θέλει βαθύ ψάξιμο. Μια καλή αρχή είναι να κρατάμε τις προσβολές (ειδικά τις “εύκολες” στα social media) και να μην τις μοιράζουμε αβέρτα από τη βολή του καναπέ μας και μια άλλη πρόταση είναι να αναρωτηθούμε γιατί έχει γίνει normalize το να είμαστε μισάνθρωποι.