«Όταν ήμουν έξι χρόνων, ο πατέρας μου μου είπε ότι θα ξέρω ότι έχω πετύχει στη ζωή μου, όταν σταματήσουν να αναφέρονται σε εμένα ως «η κόρη της Λάτση» ή «η κόρη του Κούρκουλου» και θα είμαι απλώς η «Εριέττα». Αυτό που δε μου είπε ήταν ότι ανάμεσα σε αυτά τα δύο πολύ βαριά επώνυμα θα δυσκολευόμουν πολύ να βρω την ταυτότητά μου. Χρησιμοποιώ συνειδητά τη λέξη «βρω», γιατί η Εριέττα πάντα υπήρχε, όπως υπάρχει ο αυθεντικός εαυτός κάθε ανθρώπου».
Με αυτήν τη μικρή ιστορία ξεκινάει η περιγραφή του βιβλίου «Είμαι η Εριέττα» στο οπισθόφυλλο της αυτοβιογραφίας της Εριέττας Κούρκουλου, η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
Η Εριέττα και οι haters
Δεν είμαι σίγουρος αν όλοι όσοι την ειρωνεύονται/κράζουν στο Χ διάβασαν την περιγραφή. Δεν χρειάζεται όταν είσαι στα social media, βέβαια. Αυτό που συνηθίζεται είναι να δεις τι γράφουν οι γνωστοί σου, να πάρεις μια άποψη και να την πας παραπέρα. Πώς; Με ό, τι όχημα βολεύει τον καθένα: Ένα αβάσιμα επιχείρημα, μια βιτριολική ατάκα, ένα αυθαίρετο συμπέρασμα και να ένα Tweet με αξιώσεις να συγκεντρώσει αρκετά Retweets…
Αντίθετα με τα social media, για να γράψει κανείς τη βιογραφία του θα πρέπει να ξεφύγει από το manual των τοξικών tweets. Φυσικά και δεν απαιτείται να είναι λόγιος ή να διαθέτει μια φαντασία πολλαπλώς οργασμική. Στη χώρα που αυτοσυστήνεται ως φιλόσοφος ο Ράμφος, τι απαιτήσεις θα μπορούσαμε να έχουμε και πού ακριβώς θα τοποθετούσαμε τα στεγανά;
Δεν γνωρίζω αν η Εριέττα Κούρκουλου χρησιμοποίησε κάποιον shadow writer (συγγραφέας που πληρώθηκε, αλλά το όνομά του δεν δημοσιεύεται) για να δώσει βάθος, ουσία και να ομορφύνει την αφήγηση ή αν έχει γράψει την αυτοβιογραφία μόνη της. Αυτό που έχει σημασία είναι πως εκείνη θέλησε να «εκτεθεί» στο ελληνικό κοινό, πράγμα που διόλου εύκολο. Γιατί αυτή η θύελλα στα social media προκλήθηκε από την είδηση, όχι από το περιεχόμενο. Ίσως να ακολουθήσει άλλη μια, όταν αυτό το περιεχόμενο γίνει γνωστό.
Ωστόσο, και μόνο που τόλμησε μια γόνος του βεληνεκούς της Εριέττας Κούρκουλου να γράψει την αυτοβιογραφία της, θα έπρεπε να υπενθυμιστεί όλα όσα κατέχει από τύχη, τα οποία δεν είναι προϊόν αγώνα, ιδρώτα, εργασίας… Φυσικά και η διαφορετική της αφετηρία με το 99% της υπόλοιπης Ελληνικής κοινωνίας θα αναφέρεται με κάποιο τρόπο πλάι στο όνομά της. Για την ακρίβεια, το «πελουσία» είναι ουσιαστικά το μεσαίο της όνομα, που θα έλεγαν και στο Κεντάκι.
Όμως αυτό δεν είναι και το προφανές. Αν η Εριέττα Κούρκουλου ανήκει στο 1% της Ελληνικής ελίτ, ανήκει και σε άλλο 1%: Αυτό των γόνων πανίσχυρων οικογενειών που δεν προκαλούν με σκάνδαλα διαφόρων ειδών. Δεν είναι λίγα τα παιδιά αυτών των οικογενειών που ζουν και κινούνται σαν να έχουν τα κλειδιά της χώρας στην τσέπη του Loro Piana κοστουμιού τους.
Όμως εκείνη, η Εριέττα Κούρκουλου, αφοσιώθηκε στη διάσωση των αδέσποτων, με την παρουσία της στα social media φανερώνει μια ενσυναίσθηση αταίριαστη με τους ενοίκους του ρετιρέ της διατροφικής αλυσίδας. Ο δημόσιος λόγος της είναι συγκροτημένος και οι ιδέες της δεν ανταποκρίνονται σε κάποιον από τους ρόλους της οικογένειας του Succession.
Ναι, φυσικά, κι εμείς κάπως έτσι θα ήμασταν -με τη φιλοζωία, τη φιλανθρωπία, τις προοδευτικές ιδέες, αν δεν αγωνιούσαμε για την επιβίωσή μας, αν είχαμε εξασφαλισμένη την πολυτελή διαβίωση των δισέγγονών μας. Αλλά η Εριέττα Κούρκουλου δεν θέλησε να βουτάει στο θησαυροφυλάκιο του παππού της, μακριά από τα φτώχεια των διάφορων Ντόναλντ. Απαιτεί τόλμη να μοιραστεί κανείς τις σκέψεις και τις ιδέες, τα περίεργα -για εμάς τους πτωχούς- βιώματά της.
Αν κάτι αδυνατώ να αντιληφθώ είναι αν πρόκειται για ένα βήμα ενός μεγαλύτερου και απώτερου σκοπού. Γιατί να ψάχνει αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας με ανθρώπους που σπάνια θα συναντήσει στην καθημερινότητά της και που η άποψή τους για εκείνη δεν είναι καθοριστική. Θα μπορούσε να κάνει μια σειρά συνεντεύξεων σε φιλικά media. Ποιον σκοπό να εξυπηρετεί η κυκλοφορία μιας αυτοβιογραφίας; Ίσως μάθουμε αργότερα.
Στη χώρα που η αναλογία συγγραφέων/αναγνωστών είναι κωμικά δυσανάλογη, η Εριέττα Κούρκουλου θέλησε να συστηθεί στους συμπολίτες της. Είναι επιλογή της να γράψει την αυτοβιογραφία της και επιλογή του εκδότη να κρίνει το περιεχόμενο και να προβλέψει αν η κυκλοφορία της θα είναι επικερδής.
Απλά εμείς, για άλλη μια φορά, κρίνουμε από το εξώφυλλο. Δυστυχώς.
Ακολουθεί το υπόλοιπο κείμενο από το οπισθόφυλλο.
«Αυτό το βιβλίο περιγράφει τη διαδρομή των τριάντα χρόνων της ζωής μου, μέσα στα οποία κατάφερα να επιστρέψω στον αυθεντικό μου εαυτό. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων πέρασα όμορφα, αλλά και δύσκολα. […] Γέλασα, χόρεψα και ταξίδεψα πολύ, όμως έπεσα και στα πατώματα, φοβήθηκα, έκλαψα και απελπίστηκα. Σε αυτές τις στιγμές, με κράτησαν όρθια οι αγαπημένοι μου άνθρωποι, στους οποίους δεν ντράπηκα και δε δίστασα να στηριχτώ, αλλά και το όνειρό μου να χρησιμοποιήσω την τύχη και τη δύναμη που μου χαρίστηκαν για να συμβάλω σε έναν καλύτερο κόσμο για όλους. Χωρίς αυτόν τον σκοπό, θα είχα χαθεί σε μια ύπαρξη χωρίς νόημα, από την οποία δε θα μπορούσα να επιβιώσω.
Σήμερα, μπορώ επιτέλους να πω ότι στέκομαι στα πόδια μου και ξέρω πολύ καλά ποια είμαι – ΕΙΜΑΙ Η ΕΡΙΕΤΤΑ».