Δεν μου άρεσε ποτέ ο Μάρκος Σεφερλής. Ούτε για μια στιγμή στη ζωή μου. Αυτή είναι η άχρηστη πληροφορία της ημέρας για σένα. Και δεν έχει και καμία σημασία. Τα γούστα και το τι σε κάνει να γελάς, δεν είναι αντικείμενο κριτικής – τουλάχιστον σ’ αυτό εδώ το άρθρο – ούτε καν τα “όρια της σάτιρας”, το “τι είναι καλή κωμωδία” κι αν “ο άνθρωπος που γεμίζει τόσα θέατρα τόσα χρόνια” είναι ταλαντούχος, έξυπνος ή οτιδήποτε άλλο. Δεν υπάρχει κάτι που δεν έχει ειπωθεί, που δεν έχει γραφτεί επί του θέματος, και στο μόνο που μπορούμε να συμφωνήσουμε με -σχεδόν- όλους, είναι πως δεν υπάρχει “σωστό” και “λάθος” γέλιο. Αλλά το γεγονός πως δεν πλήρωσα ποτέ εισιτήριο, ή δεν είδα μερικές εκατοντάδες διαφημίσεις για να χαζέψω -κυριολεκτικά- βλέποντας τον στην τηλεόραση, δεν μου αφαιρεί το δικαίωμα να μιλάω γι’ αυτόν και, κυρίως, για όσα προκαλεί, με το απαρχαιωμένο είδος που τον έχει κάνει διάσημο, δοξασμένο και σίγουρα πλουσιότερο από την μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων του.
Υπάρχουν πολύ συγκεκριμένοι λόγοι που κάτι σε κάνει να γελάς, και κάτι δεν μπορείς να το “χωνέψεις”. Ο Μάρκος Σεφερλής αποτελεί αναμφίβολα ένα φαινόμενο στον χώρο της ελληνικής κωμωδίας. Το όνομά του είναι συνυφασμένο με έναν τύπο χιούμορ που δεν αναγνωρίζει σύνορα: είτε πρόκειται για σεξιστικά σχόλια, είτε για ρατσιστικά στερεότυπα, είτε για αναπαραγωγή αρχετυπικών και τοξικών εικόνων που μας γυρίζουν πίσω δεκαετίες, η κωμωδία του συνεχίζει να τραβά ένα σημαντικό κομμάτι του κοινού. Τελευταία, ο Σεφερλής επέστρεψε στο προσκήνιο γιατί στην τελευταία του παράσταση διακωμώδησε το νικητή της Eurovision, ένα άτομο που αυτοπροσδιορίζεται ως non binary, γιατί εμφανίστηκε στη σκηνή με ροζ γουνάκι και φούστα. Και ενώ το κοινό γέλασε, μια ερώτηση παραμένει: γιατί γελάμε ακόμα με αυτά; Ο Σεφερλής δεν θα αλλάξει ποτέ. Αυτό είναι δεδομένο. Όμως εμείς; Ο υπόλοιπος κόσμος; Η κοινωνία; Μπορούμε. Κι αν κοιτάξουμε γύρω μας, θα δούμε ότι η αλλαγή έχει ήδη αρχίσει.
Χιούμορ και άμυνες: Ο Σεφερλής ως καθρέφτης της κοινωνίας
Για να κατανοήσουμε την απήχηση του χιούμορ του Μάρκου Σεφερλή, πρέπει να εξετάσουμε την κοινωνική και ψυχολογική του διάσταση. Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία, το χιούμορ λειτουργεί ως ένας αμυντικός μηχανισμός που επιτρέπει στους ανθρώπους να απελευθερώσουν καταπιεσμένα συναισθήματα, άγχη και φόβους. Η κωμωδία του Σεφερλή αντλεί τη δύναμή της ακριβώς από αυτά τα σημεία: αντί να προκαλεί το κοινό να σκεφτεί και να αμφισβητήσει, το αφήνει να γελάσει με τα βαθύτερα άγχη του χωρίς να τα αντιμετωπίσει ποτέ. Οι θεατές γελούν με αστεία που βασίζονται σε κοινωνικά ταμπού, όπως η σεξουαλικότητα, οι έμφυλες σχέσεις ή η φυλή, επειδή το γέλιο τους βοηθά να εκτονώσουν τις εσωτερικές τους συγκρούσεις. Το αστείο αυτό, όμως, είναι προσωρινό. Όπως το είπε ο Φρόυντ, το γέλιο προσφέρει μια γρήγορη, επιφανειακή ανακούφιση χωρίς πραγματική επεξεργασία των συναισθημάτων.
Η περίπτωση με το νικητή της Eurovision είναι χαρακτηριστική. Ένα άτομο που ο Σεφερλής αντιμετωπίζει σαν “αγόρι που φοράει ροζ γούνινο παλτό και φούστα” δεν εντάσσεται στα παραδοσιακά, “αντρικά” πρότυπα που η κοινωνία του Σεφερλή έχει αποδεχθεί. Ο κωμικός αντλεί γέλιο μέσα από τη γελοιοποίηση της διαφορετικότητας. Το κοινό γελά όχι επειδή βρίσκει κάτι αστείο από μόνο του, αλλά επειδή αναγνωρίζει κάτι που το φοβίζει, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τα δικά του πρότυπα.
Αυτός ο μηχανισμός άμυνας που πυροδοτεί το γέλιο είναι αναπόσπαστο κομμάτι της κωμωδίας του Σεφερλή. Οι θεατές, γελώντας με τα σεξιστικά και ρατσιστικά του αστεία, προσωρινά αποφορτίζουν το άγχος που τους δημιουργούν αυτές οι “απειλές” προς την κανονικότητα. Το κοινό δεν χρειάζεται να εξετάσει τη διαφορετικότητα, τις αλλαγές στην κοινωνία ή τις αντιφάσεις στις δικές του αξίες – το γέλιο τους προστατεύει από το να αναγνωρίσουν αυτές τις βαθύτερες συγκρούσεις.
Προβολή και ταύτιση: Το κοινό στην παράσταση του Σεφερλή
Ένας άλλος ψυχαναλυτικός μηχανισμός που βρίσκεται στο επίκεντρο του χιούμορ του Σεφερλή είναι η προβολή και η ταύτιση. Οι θεατές συχνά ταυτίζονται με τους χαρακτήρες του, τους “παράξενους”, υπερβολικούς χαρακτήρες που αναπαριστά. Αυτή η ταύτιση προσφέρει μια αίσθηση ψυχολογικής ασφάλειας, καθώς οι χαρακτήρες του, αν και καρικατούρες, επιτρέπουν στους θεατές να δουν τις δικές τους ανασφάλειες και να γελάσουν με αυτές χωρίς να τις αντιμετωπίσουν άμεσα.
Για παράδειγμα, οι άνδρες θεατές ταυτίζονται με τον υπερβολικά ανδροπρεπή, κλασικό “μάγκα” που παρουσιάζει ο Σεφερλής, κάτι που τους επιτρέπει να ενισχύσουν την ταυτότητά τους μέσα από το γέλιο. Αυτή η διαδικασία της ταύτισης μπορεί να καταπιέζει βαθύτερες συγκρούσεις που σχετίζονται με την ταυτότητα, την αμφιβολία για τον ανδρισμό ή τις κοινωνικές σχέσεις. Η κωμωδία του Σεφερλή ενισχύει αυτήν την απλοποιημένη και στερεοτυπική μορφή ανδρισμού, κάτι που προσφέρει προσωρινή ανακούφιση στους θεατές, αλλά εμποδίζει την πραγματική τους εξέλιξη.
Το χιούμορ αυτό λειτουργεί ως μια ψυχολογική ασπίδα που προστατεύει τους ανθρώπους από την επίλυση των εσωτερικών τους συγκρούσεων. Οι θεατές γελούν, ανακουφίζονται προσωρινά και συνεχίζουν την καθημερινότητά τους χωρίς να αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα ερωτήματα που τους απασχολούν. Αυτό το είδος κωμωδίας είναι καθαρτικό, αλλά με έναν επιφανειακό τρόπο. Αντί να επιτρέπει την επεξεργασία των συγκρούσεων, τις κρύβει κάτω από το χαλί, διατηρώντας την ψευδαίσθηση της ψυχολογικής ασφάλειας.
Τα άκρα της ελληνικής κοινωνίας κι η εύκολη στοχοποίηση από πλευράς του
Από κοινωνιολογική σκοπιά, η κωμωδία του Μάρκου Σεφερλή δεν είναι απλώς ένα προϊόν του γούστου των μαζών, αλλά και μια αντανάκλαση των κυρίαρχων αξιών της ελληνικής κοινωνίας. Σε μια εποχή που η κοινωνία παλεύει να αποδεχθεί την ποικιλομορφία των ταυτοτήτων, το έργο του Σεφερλή έρχεται να επιβεβαιώσει και να ενισχύσει παραδοσιακά στερεότυπα. Ο Σεφερλής παίζει με τους φόβους της κοινωνίας, επιλέγοντας να γελοιοποιήσει αυτό που θεωρείται διαφορετικό, παρά να το κατανοήσει ή να το αποδομήσει.
Αυτό είναι ιδιαίτερα φανερό στην πρόσφατη διακωμώδηση του Nemo. Ένα non binary άτομο (που φοράει φούστα) γίνεται στόχος κοροϊδίας, επειδή δεν συμμορφώνεται με τα παραδοσιακά πρότυπα του “ανδρισμού”. Όμως η κοινωνία σήμερα αλλάζει. Η κοινή γνώμη και η πολιτιστική συνείδηση έχουν αρχίσει να δέχονται και να αναγνωρίζουν ότι η ταυτότητα φύλου και η σεξουαλικότητα είναι ρευστές έννοιες, όχι προκαθορισμένες κατηγορίες. Ο Σεφερλής, όμως, αγνοεί αυτές τις αλλαγές και επιλέγει να ενισχύσει την προκατάληψη αντί να την αποδομήσει.
Αυτός ο μηχανισμός της διακωμώδησης του “Άλλου” είναι επικίνδυνος, καθώς δεν συμβάλλει στην κοινωνική πρόοδο, αλλά παγιώνει τις παλιές αντιλήψεις που εμποδίζουν την ενσωμάτωση και την αποδοχή. Η κοινωνιολογική ανάλυση δείχνει ότι το χιούμορ αυτού του είδους μπορεί να αναπαράγει τις κοινωνικές διακρίσεις αντί να τις καταρρίπτει. Και ενώ το γέλιο μπορεί να φαίνεται ακίνδυνο, στην πραγματικότητα ενισχύει τις κοινωνικές δομές που βασίζονται στην ανισότητα και την καταπίεση.
Σεξισμός, ρατσισμός και στερεότυπα: Η στασιμότητα του Σεφερλή
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του χιούμορ του Σεφερλή είναι η αναπαραγωγή σεξιστικών και ρατσιστικών στερεοτύπων. Οι γυναίκες στις παραστάσεις του παρουσιάζονται συχνά ως υστερικές, ανίκανες να ελέγξουν τα συναισθήματά τους, ή ως αντικείμενα πόθου. Αυτές οι απεικονίσεις δεν είναι απλώς αστείες στιγμές· αναπαράγουν βαθιά ριζωμένες σεξιστικές αντιλήψεις, που διαμορφώνουν τις κοινωνικές σχέσεις και τις αντιλήψεις για το φύλο.
Η επαναλαμβανόμενη χρήση τέτοιων στερεοτύπων, ειδικά σε ένα τόσο δημοφιλές είδος κωμωδίας, συμβάλλει στη διατήρηση μιας κουλτούρας ανισότητας. Οι γυναίκες δεν έχουν θέση ισότητας στις παραστάσεις του, ενώ οι άνδρες πρέπει να αποδείξουν συνεχώς την “αρρενωπότητά” τους. Και αν κάποιος άνδρας αποκλίνει από αυτά τα πρότυπα, ή “ό μη γένοιτο” έχει άλλη άποψη για την σεξουαλικότητα του και την ταυτότητα του, γίνεται αυτόματα στόχος χλευασμού.
Μπορούμε να αλλάξουμε;
Ο Σεφερλής, όπως είπαμε, δεν πρόκειται να αλλάξει. Η κωμωδία του βασίζεται σε παλιές, δοκιμασμένες συνταγές που εξακολουθούν να έχουν απήχηση σε ένα μέρος του κοινού. Όμως, η υπόλοιπη κοινωνία έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει. Το ζήτημα της διαφορετικότητας και της αποδοχής είναι πιο έντονο από ποτέ. Το να γελάμε με σεξιστικά, ρατσιστικά ή ομοφοβικά αστεία δεν είναι πλέον ακίνδυνο. Είναι μια πράξη που αναπαράγει διακρίσεις και εμποδίζει την κοινωνική πρόοδο.
Ο Σεφερλής μπορεί να παραμείνει στη θέση του, προσφέροντας το ίδιο χιούμορ που τον έκανε διάσημο. Αλλά εμείς μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο που το δεχόμαστε. Μπορούμε να επιλέξουμε να μην γελάμε με αστεία που υποτιμούν και περιθωριοποιούν. Ο κόσμος γύρω μας αλλάζει, και το να μείνουμε κολλημένοι σε παλιές πρακτικές δεν μας βοηθά να προχωρήσουμε μπροστά.
Στο τέλος της ημέρας, ο Σεφερλής μπορεί να μην αλλάξει, αλλά οι υπόλοιποι μπορούμε. Ο κόσμος έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει. Είναι στο χέρι μας να προσαρμοστούμε, να αγκαλιάσουμε τη διαφορετικότητα και να προχωρήσουμε προς μια κοινωνία που δεν γελά εις βάρος των άλλων, αλλά που γελά μαζί με όλους.