Γιατί χάσαμε πάλι; Αυτό το ερώτημα πλανάται μετά και τον δεύτερο αγώνα της εθνικής ομάδας μπάσκετ με την Ισπανία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπου και πάλι εγκαταλείψαμε ηττημένοι το γήπεδο. Πάλι με επτά πόντους διαφορά, όπως στο πρώτο παιχνίδι με τον Καναδά. Με σχεδόν ίδιο σκορ (79-86 από Καναδά, 77-84 από Ισπανία).
Σε τέτοια οριακά ματς στο μπάσκετ οι λεπτομέρειες παίζουν ρόλο. Μπορείς να κρυφτείς πίσω τους, να πεις «αν δεν έμπαινε αυτό το απίστευτο του Γιουλ ή το άλλο απίστευτο του Ρούντι» ή «αν είχαμε βγάλει δύο καλύτερες άμυνες στη δεύτερη περίοδο» κι άλλα τέτοια «αν» και να βγάλεις ένα καθ’ όλα σωστό αφήγημα. Με τα «αν», όμως, μόνο ο Κίπλινγκ έκανε καριέρα, κι αυτός έγραφε ποιήματα, δεν έπαιζε μπάσκετ.
Το ζήτημα είναι ότι η εθνική ομάδα μπάσκετ πάει να πάρει ματς εναντίον ομάδων εξαιρετικά ποιοτικών, που στηρίζονται σε πολλούς έμπειρους παίκτες, έχοντας μόνο δύο κολώνες επιθετικές. Καλή η άμυνα, καλή η αυταπάρνηση, καλές οι αλληλοκαλύψεις, εξαιρετικές οι βουτιές, τα ριμπάουντ, τα «κολλήματα» στον αντίπαλο επιθετικό, αλλά για να νικήσεις στο μπάσκετ πρέπει να βάλεις τη μπάλα στο καλάθι. Κι εμείς δεν τη βάζουμε.
Θέλεις και αριθμούς; Με τον Καναδά ο Γιάννης Αντετοκούμπο είχε 34 πόντους με 11/17 σουτ (65%) και 12/15 βολές (80%). Ο δεύτερος πυλώνας τότε, ο Κώστας Παπανικολάου, είχε 17 πόντους με 5/8 σουτ (62%) και 4/5 βολές (80%). Οι υπόλοιποι επτά που έπαιξαν ξέρετε τι απολογισμό είχαν; 28 πόντους με μόλις 7/34 σουτ (21%) και 8/12 βολές (67%).
Με την Ισπανία τι έγινε; Ο Γιάννης και πάλι πρώτος σκόρερ με 27 πόντους, 12/17 σουτ (71%) και 3/5 βολές (60%), ο Τολιόπουλος που έγινε ο δεύτερος πυλώνας είχε 14 πόντους με 5/8 σουτ (62%) και οι υπόλοιποι οκτώ που έπαιξαν είχαν 26 πόντους με 14/45 σουτ (31,1%)
Μετά τον Γιάννη ποιος, ποιος να σουτάρει ποιος;
Οι αριθμοί κάποιες φορές λένε ψέματα, αλλά εδώ λένε την αλήθεια. Από τον Γιάννη, φυσικά, δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο, έχει σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, και πολλές φορές μάλιστα έχει αντιμετωπίσει σκληρό παιχνίδι από τους αντιπάλους χωρίς την προστασία που δικαιούται, ως ένα σημείο, ένας παίκτης του επιπέδου του.
Από την άλλη, η επιθετική συγκομιδή της ομάδας είναι πολύ φτωχή. Με αντιπάλους τύπου Καναδά και Ισπανίας, όπου το επιθετικό ταλέντο περισσεύει, χρειάζεσαι 90 πόντους για να νικήσεις. Με κάτω από 80 απλά, όσο σκυλίσια άμυνα και να παίξεις, θα παρακαλάς να είναι πολύ άστοχοι οι αντίπαλοί σου, κάτι που σ’ αυτό το επίπεδο μπάσκετ φεύγει από τα παρακάλια και φτάνει στα όρια της προσευχής.
Ναι, ήταν τραβηγμένα κάποια σουτ που έβαλαν οι Ισπανοί, αλλά τα περισσότερα έγιναν υπό πολύ καλές προϋποθέσεις. Γι’ αυτό άλλωστε είχαν και καλύτερο ποσοστό στα τρίποντα απ’ ότι στα δίποντα! Είχαν 15/31 τρίποντα (48%) έναντι 12/26 στα δίποντα (46%). Και ήταν σχεδόν αλάνθαστοι στις ελεύθερες βολές (15/18), ενώ οι δικοί μας παίκτες δεν εκτέλεσαν καμία, πλην των 3/5 του Γιάννη!
Να βάλει κανένα σουτ παραπάνω η εθνική μπάσκετ
Τι έπρεπε να κάνουμε καλύτερα; Να βάλουμε κανένα σουτ παραπάνω από τα «ανοιχτά» που μας έδωσαν, επειδή έπαιξαν τέσσερις ζώνη-ένας μαν του μαν τον Αντετοκούμπο. Την επιθετική δυσκολία του Γουόκαπ και του Καλάθη στο μπάσκετ, ακόμα και σε σουτ χωρίς άμυνα δεν τη μάθαμε τώρα, απλά περιμένεις ένα ξέσπασμα. Ο Καλάθης έβαλε δύο στην αρχή, αλλά έχασε τα υπόλοιπα τέσσερα που τόλμησε. Ο Γουόκαπ είχε 1/4 συνολικά. Ο Λαρεντζάκης, που συχνά-πυκνά δείχνει μια άγνοια κινδύνου και παίρνει ευθύνες, είχε πάλι 1/6 τρίποντα. Ακριβώς τα ίδια είχε και με τον Καναδά.
Οι ψηλοί μας, επίσης, δεν απειλούν καθόλου με πλάτη στο καλάθι. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Παπαγιάννης είχε περισσότερες προσπάθειες για τρίποντο (1/4) παρά για δίποντο (1/2) στο ματς με την Ισπανία! Ο δε Μήτογλου, ένα παιδί που έχει αποδεδειγμένα καλή σχέση με το καλάθι και με κινήσεις από κοντά και από μακριά, έχει μείνει στα ρηχά. Σε συνολικά 30 λεπτά συμμετοχής και στα δύο παιχνίδια έχει μόλις 9 πόντους με 3/12 σουτ.
Από τον Καλαϊτζάκη κανείς δεν περιμένει σπουδαία επιθετική συνεισφορά. Ο ρόλος του στην εθνική ομάδα μπάσκετ είναι κυρίως αμυντικός. Επίσης ο προπονητής Σπανούλης έχει αποφασίσει να πάει στα παιχνίδια ουσιαστικά με ροτέισιον 9 παικτών. Μωραϊτης και Χουγκάζ δεν έπαιξαν καθόλου στα πρώτα δύο ματς, ούτε δευτερόλεπτο, ενώ ο Χαραλαμπόπουλος χρησιμοποιήθηκε μόνο για τρία λεπτά με την Ισπανία, έκανε ένα άστοχο σουτ και βγήκε.
Για να μην ζαλίζουμε περισσότερο με αριθμούς, και για να φτάσουμε σε κάποιο συμπέρασμα: Χάσαμε γιατί για ένα ακόμα παιχνίδι (όπως και με τον Καναδά) δεν βρέθηκαν περισσότεροι από ένας παίκτες να βοηθήσουν τον Γιάννη στην παραγωγή πόντων. Φαίνεται πολύ απλοϊκό, αλλά αυτό είναι το σοβαρότερο πρόβλημα.
Βεβαίως με την παρουσία του Γουόκαπ η ομάδα κερδίζει σε άμυνα, με τον Καλάθη κερδίζει πολύ σε δημιουργία, η αυταπάρνηση που δείχνουν οι παίκτες είναι συγκινητική, η έννοια της ομάδας είναι αδιαμφισβήτητη (δεν είναι αυτονόητο αυτό, δυστυχώς) και η άρνηση του να αποδεχτεί νωρίς ότι το’ χασε το ματς επίσης σημαντική (με την Ισπανία γυρίσαμε από -16, με τον Καναδά από -14). Αλλά όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, δεν φτάνει σ’ αυτό το επίπεδο μπάσκετ.
Πολλά ακούστηκαν επίσης για την απόφαση του Σπανούλη να αποσύρει τον Τολιόπουλο για να επαναφέρει στο ματς τον Γουόκαπ δύο λεπτά πριν τη λήξη κι ενώ το σκορ ήταν ισόπαλο (71-71). Τότε οι Ισπανοί ξέφυγαν μ’ ένα +8 (79-71), από το οποίο δεν μπορέσαμε, μάλλον δεν προλάβαμε, να επιστρέψουμε.
Για να αναλύσει κανείς το σκεπτικό του Σπανούλη πρέπει να βάλει πολύ περισσότερα στο ζύγι από το ότι «ο Τολιόπουλος σκόραρε» και «ο Γουόκαπ τα’ χανε». Υπάρχουν πολλά ζητήματα, που έχουν να κάνουν με το τι θεωρεί εκείνη την ώρα ο προπονητής πιο σημαντικό, ποιον θεωρεί πιο έμπειρο για να πάρει δύσκολες αποφάσεις, ποιον εμπιστεύεται περισσότερο να κάνει δουλειές στο γήπεδο, και τέλος πάντων ποιον θεωρεί «ιεραρχικά» ότι δικαιούται να κλείσει το ματς στο παρκέ. Αυτές είναι λειτουργίες της ομάδας που ο κάθε οπαδός δεν (υποχρεούται να) γνωρίζει.
Σε κάθε περίπτωση, ο Σπανούλης έκανε μια επιλογή. Και εκ του αποτελέσματος δεν δικαιώθηκε. Και την ευθύνη την ανέλαβε, όπως πρέπει να κάνει. Έτσι είναι η ζωή του προπονητή.
Φωτογραφίες: Instagram/@hellenicbf