Ένα από τα ωραία, από τα πολλά τέτοια, των Ολυμπιακών Αγώνων είναι πως μας γνωρίζει με αθλήματα και αθλητές που υπό «νορμάλ» συνθήκες δεν συναντιούνται οι δρόμοι μας. Η Δώρα Γκουντούρα και η ξιφασκία είναι μια τέτοια περίπτωση.
Το κλάμα της Ελληνίδας ξιφομάχου αμέσως μετά το τέλος του αγώνα της με την Γαλλίδα Μανόν Απιτί – Μπρουνέ δεν ήταν επειδή έχασε. Ήταν επειδή, σαν σε ταινία, πέρασαν από μπροστά της όλες οι ατέλειωτες ώρες προπόνησης για να φτάσει ως αυτό το σημείο. Ο κόπος της, ο ιδρώτας της. Οι δικοί της άνθρωποι που την στήριξαν, που βοήθησαν τη Δώρα Γκουντούρα.
Η Δώρα Γκουντούρα και τα… φαλτσοσφυρίγματα
Οι περισσότεροι μείναμε στα λάθη της διαιτησίας. Ακόμα και οι αδαείς, δηλαδή η συντριπτική πλειονότητα εξ ημών, καταλάβαμε πως ο Ιταλός ρέφερι «έπαιξε έδρα». Σε θυμώνει αυτό. Ειδικά καθώς μιλάμε για ένα άθλημα που είναι αρκετά μέσα στην τεχνολογία, με τους αθλητές φουλ καλωδιωμένους. Θεωρητικά ακριβώς για να περιορίζονται στο ελάχιστο οι λάθος ανθρώπινες ερμηνείες. Να όμως που ακόμα και με φουλ του βίντεο, η δικαιοσύνη μπορεί να γίνει ουτοπία.
Έβλεπες τη Γαλλίδα να πανηγυρίζει πριν φανεί καθαρά τι είχε συμβεί, να παίζει με τη ψυχολογία του κοινού, με τη δύναμη της μάζας. Ήταν προφανώς ένα τέχνασμα, τρόπος να επηρεάσει. Εντελώς εκτός του fair play ως ύφος και ήθος, από την άλλη, καταπώς είδαμε και σε άλλους αγώνες της ξιφομαχίας, είναι κάτι που «παίζει» ως τακτική. Μες στο παιχνίδι, που λέμε.
Να, αυτό το βίντεο με τον Γεωργιάνο Σάντρο Μπαζάτζε, που ούρλιαζε και ούρλιαζε πανηγυρίζοντας, μόνο και μόνο τελικά για να… χάσει από τον Αιγύπτιο Μοχάμεντ Αμέρ, βρίσκεται στο εντελώς άλλο άκρο του ευγενούς αθλήματος:
@zacstime The passion #olympics #olympics2024 #fencing
♬ original sound – Zac
Παρότι, ξανά θεωρητικά, η ξιφομαχία λογίζεται ως ένα ευγενές άθλημα στο οποίο ένα από τα πρώτα πράγματα που διδάσκεται ο επίδοξος αθλητής είναι ο σεβασμός στον αντίπαλο και ένας συγκεκριμένος κώδικας συμπεριφοράς.
Η Δώρα Γκουντούρα αυτό το εξέφρασε στην πράξη. Απέφυγε να χρησιμοποιήσει τη διαιτησία ως δικαιολογία. Ενώ κάλλιστα (θα) μπορούσε. Την τιμάει και δείχνει το σπάνιο μέταλλο από το οποίο είναι καμωμένη ως προσωπικότητα. Την κάνει επίσης να ξεχωρίζει από το μέσο όρο.
Οι μέρες θα περάσουν. Τα δάκρυα θα στεγνώσουν. Το ίδιο και η φούρια της οργής για τη διαιτησία. Τι θα μείνει; Τι πρέπει να μείνει; Η γνωριμία του κόσμου με τη ξιφασκία. Να πάνε περισσότερα παιδάκια να μάθουν. Να δούμε όλοι εμείς λίγο περισσότερους αγώνες, να ξεφύγουμε από την εντελώς basic γνώση του «Αν γκαρντ» (En Garde) ως ιαχή.
Είναι ένα άθλημα που απαιτεί τρομερή εσωτερική ηρεμία, επιδεξιότητα, αυτοσυγκέντρωση και αφοσίωση. Αλλά κυρίως είναι ένα άθλημα που μπορεί να «πλάσει» και υπέροχους ανθρώπους. Καλή ώρα σαν την Δώρα Γκουντούρα. Ας μην περάσει μια 4ετία μέχρι να ασχοληθούμε ξανά μαζί της. Αυτό θα κάνει το κλάμα της, λυτρωτικό.