Οι ρίζες του κλισέ αγνοούνται, μα φτάνουν τόσο βαθιά στη συλλογική σκέψη που πλέον διαθέτουν το κύρος αφορισμού: ο χρόνος στην πολιτική είναι τόσο πυκνός που μετράει διαφορετικά. Από εκείνο το 5o συνέδριο του Συνασπισμού τον Φεβρουάριο του 2008, όταν ο Αλέξης Τσίπρας εξελέγη πρόεδρος του κόμματος, ο νεότερος στην ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας, μέχρι τη σημερινή ανακοίνωση της παραίτησής του, νιώθεις ότι δεν έχουν περάσει 15 χρόνια, αλλά 15 αιώνες. Βλέποντας τα πράγματα με την απόσταση αυτών των ετών, είναι σαν να μιλάμε για άλλη χώρα, άλλο κόσμο και άλλες ζωές.
Ίσως μια από τις πρώτες ερωτήσεις που θα κληθεί να απαντήσει στις συν/ξεις που θα δώσει από εδώ και στο εξής και αναπόφευκτα θα έχουν έναν απολογιστικό τόνο θα είναι αν σήμερα, το 2023, αναγνωρίζει ακόμα εκείνον τον τύπο που το 2008 ήταν πρόεδρος του ΣΥΝ και ανέβαινε την Πειραιώς με τη μηχανή του.
Ήταν το πρόσωπο μιας γενιάς και ενός πολιτικού σχηματισμού με διαχρονική παρουσία στο χώρο των κινημάτων
Η φρενήρης ωστόσο πορεία του Τσίπρα προς την εξουσία δεν ήταν μόνο το αποτέλεσμα της τυχαιότητας των συγκυριών ούτε του «αντιμνημονιακού» κύματος το όποιο δάμασε με εγνωσμένη επιτυχία. Ο Τσίπρας ήταν το πρόσωπο μιας γενιάς και ενός πολιτικού σχηματισμού με διαχρονική και ιστορική παρουσία στο χώρο των κινημάτων. Η εκλογή του το 2008 ερχόταν στον απόηχο των κινητοποιήσεων για το άρθρο 16 και, λίγους μήνες αργότερα, η εξέγερση του Δεκεμβρίου άφηνε την πρώτη (από τις αρκετές που θα ακολουθούσαν) ρωγμή στο πολιτικό και κοινωνικό σώμα. Το κίνημα των πλατειών το 2011 τον σήκωσε στους ώμους του μαγεμένο από το επικοινωνιακό του χάρισμα, την ώρα που η βίαιη φτωχοποίηση, το μακέλεμα του κοινωνικού κράτους λόγω των πολιτικών λιτότητας και το σκοτάδι του φασισμού μέσα από τις δολοφονίες της ΧΑ δεν ήταν απροσδιόριστες απειλές αλλά άφηναν το αποτύπωμά τους στις μεσοτοιχίες των διαμερισμάτων και στους δρόμους των πόλεων.
Εκμεταλλεύτηκε και εδραίωσε μια αίσθηση ριζοσπαστικοποίησης μεγάλου μέρους της κοινωνίας, την οποία στη συνέχεια, ως πρωθυπουργός αρχικά εν αναμονή και κατόπιν εν ενεργεία, αναίρεσε, υπέσκαψε και νέκρωσε στο όνομα της προσωπικής φιλοδοξίας, της «κυβερνησιμότητας», των συσχετισμών και των συμβιβασμών. Αντλούσε από τα ίδια αποθέματα κυνισμού και καιροσκοπισμού με πολιτικούς του αντιπάλους.
Είχε το αποκλειστικό «προνόμιο» κάθε του λέξη να κόπτεται παρουσία πελάτου στη μηχανή του κιμά των εγχώριων προπαγανδιστικών μηχανισμών, δεχόμενος εμμονικές και τιμωρητικές επιθέσεις από την συντριπτική πλειοψηφία των εγχώριων μίντια -μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον άλλοι δεν θα είχαν αντέξει ούτε εξάμηνο. Η εξόντωσή του έγινε αυτοσκοπός. Ακόμα και την ύστατη ώρα, οι ομιλούσες κεφαλές το βράδυ της 25ης Ιουνίου, όταν επιβεβαιωνόταν ότι σχηματίζεται ένα κοινοβούλιο με τρία ακροδεξιά κόμματα και μια πόρτα ορθάνοιχτη στον σκοταδισμό, θεωρούσαν ότι το κρίσιμο θέμα είναι αν θα παραμείνει εκείνος στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Τσίπρας αποχωρεί από ένα κόμμα που ο ίδιος μετέτρεψε σε προσωποκεντρικό
Άνοιξε παρτίδες σε παιχνίδια που πολλοί θα θεωρούσαν εξ αρχής χαμένα: η διαπραγμάτευση του ‘15, το Δημοψήφισμα, οι τηλεοπτικές άδειες, η συμφωνία των Πρεσπών. Περισσότερο όμως και από το επίδικο κάθε ιστορίας, ήταν αυτή η αίσθηση της «ζαριάς» που έδινε τον τόνο. Τόσο πολύ δίκιο, τόσο κακή προετοιμασία και κτηνώδης αφέλεια στις ικανότητες και τις κρίσεις των συντρόφων του.
Αντίστοιχα, έκλεισε με συνοπτικές διαδικασίες παρτίδες που ένα αριστερό κόμμα θα όφειλε να κρατά ανοιχτές. Η τελευταία είναι αυτή που ξεκίνησε με την παραίτηση του. Ο Τσίπρας αποχωρεί από ένα κόμμα που ο ίδιος μετέτρεψε σε προσωποκεντρικό μέσα από μια σειρά κινήσεων και παραλείψεων, το οποίο πάσχει σε επίπεδο δομών και οργάνωσης. Αποχωρεί από ένα κόμμα που φαίνεται ότι μπορεί να λειτουργήσει μόνο με εκείνον στην κορυφή. Πριν φανεί αν η νέα ηγεσία θα φέρει αέρα ανανέωσης, θα πρέπει κάποιος να απενεργοποιήσει τη βόμβα στα θεμέλια.
Ένα άλλο φιλελεύθερο κλισέ λέει ότι για να δημιουργήσεις μια νέα αγορά, θα πρέπει πρώτα να δημιουργήσεις ένα πρόβλημα και μετά να το λύσεις. Τα 48 είναι νωρίς για να βγει κάποιος στην εφεδρεία.