Έβλεπα βραδινό δελτίο την Κυριακή, νομίζω του Mega ήταν, κι έπεσα πάνω στη γνωστή είδηση που ανακυκλώνεται από καιρού εις καιρόν. Ότι δηλαδή ανακάλυψε μια ξένη εφημερίδα πως φεύγουν τα καλύτερα μυαλά από τη χώρα και πως αυτό το πράγμα, το brain drain αγγλιστί, είναι μια μεγάλη καταστροφή και θα πάμε κατά διαόλου και δεν θα μας σώνει κανένας, ούτε ο Άδωνις, ούτε ο Μήτρογλου, ούτε καν ο Χορταρέας. Και δώσε πόνο…
Υπάρχουν ωστόσο και κάποια παιδιά που δεν τα κλαίνε τα δελτία. Που δεν τα βλέπουν, δεν τα ακουμπάνε, δεν τα γνωρίζουν οι τηλεοπτικές εκπομπές. Κάποια στιγμή, κάποιον καιρό, κάποια εποχή είχε ασχοληθεί με την πάρτη τους ο Σταύρος Θεοδωράκης (οφείλουμε να του το αναγνωρίσουμε) κι από τότε μούγκα. Για τα παιδιά λέω που έχουν πέσει στα ναρκωτικά και λυγίζουν ένα προς ένα μέρα με την ημέρα. Τώρα μάλιστα που μπούκαρε για τα καλά η σίσα σε όλες τις γειτονιές, αρχίζει το στόρι και χάνει κάθε έλεγχο.
Το βλέπω απ’ το παράθυρό μου στο Άλσος Παγκρατίου, δεν χρειάζεται να κατεβώ Ομόνοια πια. Τρελαμένα πιτσιρίκια που έως χθες αρκούνταν στους μπάφους, έχουν πια περάσει στο επόμενο στάδιο. Γιατί έχει πέσει τρελή αφραγκία, γιατί το χάι είναι δυνατότερο, γιατί άλλαξε η διανομή, λόγοι υπάρχουν ένα σωρό. Δεν θα τους ψάξω τώρα εδώ, δεν είναι άλλωστε η δουλειά μου. Υπάρχουν άλλοι αρμοδιότεροι γι’ αυτό το πράγμα, και δεν δείχνουν πολύ μεγάλη προθυμία να δραστηριοποιηθούν όταν σπεύδει κανείς να διαμαρτυρηθεί.
Μόνο που έτσι κινδυνεύεις να απολέσεις μια γενιά ολόκληρη. Όπως την έχασε η Αργεντινή την περασμένη δεκαετία, όταν την έπληξε η κρίση κι έπεσε ένας σωρό κόσμος σε ένα άθλιο ναρκωτικό που το λέγανε paco. Ένα υποπροϊόν της κόκας, της χημικής επεξεργασίας που υφίστανται τα φύλλα κόκας για να είμαι ακριβής, μαζί με ένα σωρό συνοδευτικά για να αυγατίσει. Βλέπε θειϊκό οξύ, βλέπε κηροζίνη, βλέπε ποντικοφάρμακο, βλέπε ακόμη και τριμμένο γυαλί. Κάθε «παφ» σου ‘κοβε κι ένα μήνα ζωής. Αλλά ποιος νοιάζεται για το μέλλον όταν δεν υπάρχει αύριο;
Γιατί άμα είσαι τζίνι, άμα είσαι ένας στους δέκα χιλιάδες, θα σε βρούνε οι ξένοι από μόνοι τους και θα σε τσιμπήσουνε. Άμα δεν είσαι όμως; Άμα είσαι άνθρωπος κανονικός, νορμάλ; Κι ακόμη περισσότερο, άμα είχες μια ατυχία στη ζωή σου, άμα αρρώστησε η μάνα σου, άμα τράκαρες το μηχανάκι σου, άμα σε απογοήτευσε το αίσθημά σου και πήρες μια κατηφόρα και δυσκολεύεσαι να σταματήσεις; Δεν θέλει πολύ να χάσεις τη μπάλα, να αποσταθεροποιηθείς εντελώς, να μπλέξεις στα δίχτυα της ναρκομανίας. Ιδίως από τη στιγμή που δεν βλέπεις κανένα φως στο βάθος του τούνελ…
Αυτό είναι που μου λένε άνθρωποι έμπειροι από τις θεραπευτικές κοινότητες, άνθρωποι που κάποτε πέρασαν και οι ίδιοι απ’ το λούκι: «Κάποτε έπεφτες στην πρέζα για ένα λόγο. Για διάφορους λόγους. Γιατί είχε έναν ρομαντισμό, είχε μια περιπέτεια, είχε μια τρέλα. Τώρα βλέπουμε τα πιτσιρίκια να λιώνουν απ’ τη σίσα και δεν υπάρχει τίποτε από πίσω. Δεν υπάρχει τίποτα απολύτως. Μια αβάσταχτη απελπισία μόνο, ένα μηδενικό, μια μαυρίλα. Δεν μπορείς να το φανταστείς το κενό».
Και κάπως έτσι βλέπω απ’ το παράθυρό μου να κόβει βόλτες η σίσα στο Άλσος Παγκρατίου. Μια παραλλαγή του crystal meth, μια απ’ τις εκατοντάδες παραλλαγές του crystal meth, που έρχεται να μουρλάνει και να σκοτώσει κόσμο. Χειρότερη κι από την ηρωίνη εν τέλει, μιας και οι χρήστες χάνουν μεν το έλεγχο αλλά δεν χάνουν την ικανότητά τους να βλάπτουν τους γύρω τους. Σε αντίθεση με τα δόλια τα πρεζόνια που τα φυσάς και πέφτουν στο πάτωμα, οι tweakers (διεθνής αργκό για τους χρήστες του crystal meth) διατηρούν μεγάλο μέρος των δυνάμεών τους. Και διακρίνονται για την επιθετικότητά τους, όταν δυσκολέψουν τα πράγματα. Το σημειώνω, για να μην αρχίσει μία των ημερών το γνωστό «ρε συ κοίτα κάτι πράγματα που γίνονται στον κόσμο». Και για να μην την πληρώσουν, ως συνήθως, οι γέροι με τις γριές…