Τον περασμένο Μάρτιο, κάπου εκεί έξω από το επιβλητικό φαράγγι του Glencoe, άκουσα τον Τζίμι τον οδηγό του μίνι μπας που μας συνόδευσε στο μονοήμερο τουρ στα εξωπραγματικά Highlands, να αναφέρεται με ζέση στο δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου και στο πόσο καθοριστικό θα είναι για το μέλλον της Σκωτίας.

Θα συνεχίσει να πορεύεται ως αναπόσπαστο μέλος της Μεγάλης Βρετανίας ή θα κοντύνει τα πόδια του γίγαντα ψηφίζοντας υπέρ της ανεξαρτησίας της; Ο ίδιος προέκρινε την προοπτική μιας Σκωτίας ανεξάρτητης χωρίς να μπαίνει σε λεπτομέρειες για την απόφασή του αυτή.

Η ημέρα του δημοψηφίσματος φάνταζε τότε πολύ μακρινή. Και να που ξημέρωσε η μέρα, που ο Τζίμι μαζί με άλλους 4.3 εκατομμύρια συμπολίτες του βρίσκονται ήδη πάνω από την κάλπη. Και όταν λέμε συμπολίτες δεν εννοούμε μονάχα εκείνους που έχουν την σκωτσέζικη υπηκοότητα, αλλά όλους όσοι διαμένουν στη χώρα νόμιμα, Ευρωπαίους και μη. Μαθήματα δημοκρατικότητας ή ριψοκίνδυνη πολιτική απόφαση για ένα τόσο καίριο ζήτημα;

Όπως και να έχει, από τις 9 το πρωί (ώρα Ελλάδας) οι κάτοικοι της Σκωτίας σπεύδουν στις κάλπες και τα διεθνή ΜΜΕ έχουν στρέψει κάμερες και μικρόφωνα προς τη βόρεια αυτή βρετανική γωνιά για να καταγράψουν δράσεις και αντιδράσεις. Οι δημοσκόποι από την πλευρά τους, αν δεν έχουν σκίσει ακόμη τα πτυχία τους από τα αμφιταλαντευόμενα αποτελέσματα των τελευταίων ημερών, αναμένουν κι αυτοί το κλείσιμο των εκλογικών κέντρων στις 12 το βράδυ για να δουν τι “σφύριξε” -όχι ο διαιτητής αλλά- ο κυρίαρχος λαός.

Κι ενώ τους τελευταίους μήνες οι Ενωτικοί αποτελούσαν ένα ξεκάθαρο πλειοψηφικό ρεύμα, οι Εθνικιστές (οι οποίοι ωστόσο πολύ απέχουν από το οτιδήποτε ξενοφοβικό ή άλλο άκρο ανά την Ευρώπη), με μπροστάρη το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) και τον Πρωθυπουργό Άλεξ Σάλμοντ, είδαν τις τελευταίες ημέρες τις ελπίδες τους για πλήρη ανεξαρτησία να αυξάνονται δραματικά.

Έτσι κι αλλιώς, ο γάμος της Σκωτίας με το Ηνωμένο Βασίλειο προκλήθηκε το 1707 από εξαναγκαστικό προξενιό και όχι από αγάπη. Έκτοτε οι Σκωτσέζοι συμπορεύονται με τους Άγγλους, τους Ουαλούς και τους Βορειοϊρλανδούς τους γείτονες, σε μια ημι-ομόσπονδη κατάσταση που, παρά τα όποια προβλήματά της, ανέδειξε το βρετανικό πρότυπο κρατικής οργάνωσης ως ένα από τα κυρίαρχα παγκοσμίως.

Από το 1999, άρχισαν σταδιακά να εκχωρούνται ολοένα και περισσότερες αρμοδιότητες στο τοπικό κοινοβούλιο που εδρεύει στο Εδιμβούργο, σε τομείς χαμηλής πολιτικής όπως αυτοί της παιδείας και της υγείας. Οι φωνές όμως εκείνες που ζητούσαν πλήρη και απόλυτη ανεξαρτησία -αν και δεν ήταν ποτέ τους κυρίαρχες- δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν. Και κάπως έτσι φτάσαμε στα σημερινά, όπου το μέλλον της Μεγάλης Βρετανίας κρέμεται από ένα μανιχαϊστικό ερώτημα.

Το συγκεκριμένο ερώτημα, που ήδη οι Σκωτσέζοι άνω των 16 ετών απαντούν, είναι αυτολεξεί το εξής: Θα πρέπει η Σκωτία να είναι ανεξάρτητη χώρα; Οι υποστηρικτές του «ΝΑΙ» (ανάμεσά τους, μάλιστα, έχουν στρατευθεί και πολλές διασημότητες) θεωρούν πως μια ανεξάρτητη Σκωτία θα προωθήσει καλύτερα τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά της συμφέροντα. Και ότι επίσης, θα είναι σε θέση να λύσει με αποδοτικότερο τρόπο τα προβλήματά της, που τώρα βρίσκονται στη σκιά των αντίστοιχων του Λονδίνου.

«Η ψήφος υπέρ της ανεξαρτησίας είναι η μεγαλύτερη ευκαιρία που θα έχει ποτέ ο λαός της Σκωτίας να αποκτήσει εξουσίες που θα του επιτρέψουν να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να προστατεύσει το εθνικό μας σύστημα υγείας από τη ζημία που επιφέρουν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι περικοπές που επιβάλλει το Γουέστμινστερ», ανακοίνωνε προ ημερών η εκστρατεία υπέρ της απόσχισης.

Στην αντίπερα όχθη, όλοι εκείνοι που επιθυμούν τη Σκωτία αναπόσπαστο κομμάτι της Μεγάλης Βρετανίας, με προεξάρχοντα όλων τον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον (από σήμερα κιόλας το βράδυ ενδέχεται να βλέπει εφιάλτες -με τον ίδιο πρωταγωνιστή- ως ο πρωθυπουργός εκείνος που επί των ημερών του έπαψε η Βρετανία να είναι και τόσο… μεγάλη), τρέμουν στην ιδέα της απόσχισης. Κι αν ανάμεσα στους Βρετανούς πολίτες μπορείς να βρεις ένα σημαντικό ποσοστό που στηρίζει την ένωση με τη Σκωτία πάνω σε έναν κάποιον συναισθηματισμό, οι τραπεζίτες του Σίτι, από κοινού με την πλειοψηφία των Συντηρητικών, των Εργατικών και των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, κοιτούν καθαρά με όρους τεχνικοοικονομικούς τόσο την υφιστάμενη ένωση όσο και την ενδεχόμενη απόσχιση.

Και για αυτόν ακριβώς το λόγο, έχουν επιδοθεί όλες αυτές τις ημέρες σε μια καταστροφολογική επιχειρηματολογία μέσω των βρετανικών ΜΜΕ (αναπόφευκτοι οι συνειρμοί…) , η οποία στέκεται στις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει στην οικονομική ζωή της Σκωτίας ο μοναχικός της δρόμος. Δεν επικεντρώνονται, δηλαδή, σε ένα γόνιμο μανιφέστο, σε μια θετικιστική διακήρυξη για ένα κοινό όραμα, τα οφέλη του οποίου μπορούν να επιμεριστούν ισάξια όλα τα μέλη του Βασιλείου.

Ίσως και αυτός να είναι ο λόγος που -διακινδυνεύω την πρόβλεψη- οι θερμόαιμοι και περισσότερο συναισθηματικοί Σκωτσέζοι, θα δώσουν αργά το βράδυ ένα σαφές μήνυμα. Όχι μονάχα προς το Γουέστμινστερ, αλλά και σε κάθε άλλο υδροκέφαλο σύστημα διακυβέρνησης που δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει ότι είναι αναγκαία μια γενναιόδωρη ενίσχυση των περιφερειακών δυνάμεων και της αποκεντρωμένης διοίκησης ανά τη Γηραιά Ήπειρο.

Και τέλος, τι τραγική ειρωνεία: Οι Βρετανοί, οι οποίοι εδώ και δεκαετίες κρατούν αποστάσεις από το ομοσπονδιακό επιχείρημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκχωρούν με το σταγονόμετρο αρμοδιότητες, βρίσκονται τώρα να κοιτούν απορημένοι τα σπλάχνα τους που «κλωτσάνε» και ζητούν να αποχωριστούν τον βρετανικό κορμό…

Life is a bitch, που λένε και οι οι ίδιοι.