Ένα παράδοξο -ακόμα- ακολούθησε την υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό, με νεότερη ουσιαστική εξέλιξη την προφυλάκιση της μητέρας της. Η οικογένεια του παιδιού, που πολλοί προτιμούν να αποκαλούν «κοπέλα», από τον αέρα της εκπομπής του Νίκου Ευαγγελάτου, εγκάλεσε την Τατιάνα Στεφανίδου για προβολή φωτογραφίας της 12χρονης στην εκπομπή της και άρα παραβίαση προσωπικών δεδομένων. Τουλάχιστον. Το παράδοξο είναι ότι της δόθηκε το βήμα από την εκπομπή του Νίκου Ευαγγελάτου, ο οποίος όχι μόνο αρνήθηκε το αυταπόδεικτο, σίγουρος πως η δημοσιογράφος και σύζυγός του χειρίστηκε το θέμα σύμφωνα με τα δέοντα, αλλά είχε προβάλει την ίδια ακριβώς φωτογραφία λίγα λεπτά νωρίτερα στη δική του εκπομπή. Η φωτογραφία του παιδιού; Μια κοντινή λήψη στην οποία κρύβει το μισό της πρόσωπο με τη βοήθεια μιας «βεντάλιας» από πενητάευρα. Σκηνοθετικά αρτιότατη επιλογή, μόνο που δεν βλέπουμε ταινία.

Κάνοντας πως ξεχνάμε για λίγο τα πώς και τα γιατί της πρωτοβουλίας, ας ζουμάρουμε στην επιλογή της ίδιας της φωτογραφίας. Τι οδήγησε στην επιλογή της; Η σατανική ταύτιση «ταρίφας» που της είχε ορίσει ο βιαστής και μαστροπός της με τα χαρτονομίσματα που κρατούσε στα χέρια της; Μέχρι ποιο σημείο αυτά τα «ας ξεχάσουμε για λίγο» μας προστατεύουν από την πιο άγαρμπη βουτιά στον χυλό της χυδαιότητας;

Η τραγωδία δεν αργεί να μετατραπεί σε ριάλιτι, με τις ευλογίες των ΜΜΕ που ξέρουν να ερεθίζουν καλύτερα από τον καθένα τα κατώτερα ένστικτά μας. Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η υπόθεση του Κολωνού, το 12χρονο θύμα έπαψε με την επίφαση των «συνεχόμενων εξελίξεων» να είναι ένα ανήλικο θύμα βιασμού και human trafficking και μετατράπηκε σε πρωταγωνίστριας μιας σαδιστικής, μιντιακά μαγειρεμένης σαπουνόπερας. Φωτογραφίες του παιδιού με χαρτονομίσματα στα χέρια, λεπτομέρειες της ζωής και της σχέσης του με τον μαστροπό, ο οποίος από ό,τι φαίνεται ούτε σόκαρε ούτε εξόργιζε αρκετά όταν συστηνόταν «απλώς» ως εργοδότης της.

Μπαίνει και η υποκρισία στο mix και εξοργίζει, όταν μας βομβαρδίζουν με μια κλειδαροτρυπική ροή ειδήσεων για τις ώρες που περνούσε στον οίκο ανοχής. ΤΟ ΠΑΙΔΙ. Ποιος τη βίαζε πρώτος; Με πόσους άντρες αναγκαζόταν να συνευρεθεί στο μισάωρο; Με πέντε, μάθαμε χθες. Αλήθεια, τώρα το κάδρο γίνεται πιο προβληματικό; Αν ήταν με έναν το μισάωρο θα τη ζυγίζαμε αλλιώς την κατάσταση; Δεν μιλάμε για το πώς προχωρά θεσμικά η διαδικασία, τι διαβάζουν οι εισαγγελείς, τι μαθαίνουν οι παιδοψυχολόγοι. Μιλάμε για το τι φτάνει στα δικά μας αυτιά, που ανεβοκατεβάζουμε την «ανάμειξη» με τον αντίχειρα, με την ευκολία να σκρολάρουμε με ταχύτητα φωτός μακριά από το κακούργημα.

Με επίφαση την ενημέρωση, εμπορευματοποιείται ένα 12χρονο παιδί. Στην απόλυτη εκδοχή του concept αποπροσωποποίηση γίνεται τίτλος, είδηση, θέμα, υποκείμενο σε συνομιλίες που όχι μόνο δεν χρησιμεύουν στην πορεία της υπόθεσης, αλλά στην καλύτερη κανονικοποιούν την ανήλικη παρουσία του σε σκηνές και συνδιαλλαγές στην οποία δεν έχει θέση όχι απλώς ένα παιδί, αλλά κάθε απρόθυμη ύπαρξη που δεν έχει συναινέσει συνειδητά. Στη χειρότερη; Ποτίζεται με σεξουαλικές νότες και χυδαία υποσυνείδητα μηνύματα η παιδεραστία. Ένα παιδί δεν έχει θέση σε έναν οίκο ανοχής, για να ξεκινήσουμε από τα απολύτως βασικά αυτονόητα. Ένα παιδί δεν «συνευρίσκεται». Ένα παιδί βιάζεται.

Το κόλπο της κλειδαρότρυπας, της περιέργειας, της κοντόφθαλμης, βαθιά λυπηρής, αλλά και ανθρώπινης κουτσομπολίστικης προσέγγισης μιας υπόθεσης που νομίζουμε πως δεν χαϊδεύει πονηρά και τη δική μας πόρτα, είναι παλιό, είναι δοκιμασμένο (κανείς δεν ξεχνά τη δημοσιοποίηση των ημερολογίων της Κάρολαϊν, μιας και τα θύματα γυναικοκτονίας δεν έχουν αποτελέσει εξαίρεση στον κανόνα), αλλά θέλουμε να πιστεύουμε πως δεν βρίσκει πρόθυμα αυτιά και μάτια. Όχι το 2022. Όχι όταν η ίδια η ζωή σε διπλανά διαμερίσματα γίνεται μια από εκείνες τις ταινίες που μας δημιουργούσαν την στρουθοκαμηλίστικη αντίδραση «μωρέ, αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα».