Η σημερινή Δευτέρα είναι παράξενη. Γνώμη μου, αλλά στην παραξενιά της συνέβαλε και η σημερινή κατάθεση του Δημήτρη Λιγνάδη, ο οποίος τη χαρακτήρισε λύτρωση. Θα σωθώ από τον λυρισμό του να βρω τη λογική στο γεγονός ότι η λυτρωτική ημέρα ενός κατηγορουμένου για βιασμούς ανηλίκων, είναι μια παράξενη μέρα για τους υπόλοιπους.
Ο κατηγορούμενος αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες, ενώ τόνισε πως κάποιους από τους μάρτυρες δεν τους γνωρίζει καν. Δεν τους γνώρισε ποτέ. Έναν από αυτούς τον θεωρεί «κατασκευή». Πίσω από όλα βλέπει μια σκευωρία εις βάρος του. Μια συντονισμένη επίθεση εναντίον της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη. Εκείνος, ως εργαλείο πικραμένων ηθοποιών, άφραγκων σκηνοθετών, επίδοξων εραστών, θυμάτων της γοητείας του, απλώς υπήρξε ωφέλιμος για τον σκοπό τους. Για άλλους πάλι παραδέχτηκε πως τους γνώριζε, τους φιλοξένησε, τους έδωσε στέγη, τους έβαζε να προσέχουν τον γάτο, τους μόρφωνε (ειπώθηκαν πολλές παροτρύνσεις του στυλ «διάβασε βιβλία»), τους προστάτευε, μα κυρίως τους έδινε υπερβολικές υποσχέσεις, απολαμβάνοντας τη γοητεία που τους ασκούσε. Όλοι ανήλικοι δε, αλλά αυτό δεν το έπαιρνε τόσο στα σοβαρά. Στην ουσία, δεν έκανε ούτε μισή σκέψη παραπάνω. Βέβαια όλα τα παραπάνω μπαίνουν κάτω από την ομπρέλα της αποπλάνησης εύκολα, καθώς και του χτισίματος εμπιστοσύνης μεταξύ θύματος και θύτη.
Τις προάλλες, για κάποιο παράξενο λόγο, βρέθηκα να βλέπω τη μια μετά την άλλη, παλιές τηλεοπτικές συνεντεύξεις του Δημήτρη Λιγνάδη. Αυτό με έναν τρόπο, αποτέλεσε μια άτυπη προετοιμασία για αυτή την κατάθεση. Εκνευριστικά ευφυής, τεχνηέντως χειριστικός. Τόσο όσο χρειάζεται για να αντικαταστήσει κανείς τη λέξη ευθύνη με τη λέξη «απερισκεψία». Άλλες φορές, όχι τόσο επιτυχημένα, ώστε να καταλήξει η χειριστικότητα να γίνεται τόσο εμφανής όσο όταν αποφάσισε, μέσα στο δικαστήριο, να κάνει χρήση του κλισέ ότι στο «σημαντικό κίνημα του MeToo, τα χλωρά καίγονται με τα ξερά» και μετά να ηθικολογήσει για το πώς κάποιοι άνθρωποι χρησιμοποιούν αυτό το δυναμικό κίνημα, για να γίνουν διάσημοι, να εκδικηθούν, να ικανοποιήσουν μικροσκοπιμότητες. Συγκλονιστικά κλισέ.
“Για να σας περιγράψω πόσο κατά των βιασμών είμαι, να σας πω ότι έχω δει γάτο να είναι πάνω από γάτα και την κλώτσησα. Το ξέρω ότι είναι κακούργημα αλλά είμαι τόσο κατά της βίας”.
Έντονα κυνικός -αν και για αυτή την τάση μας έχει προετοιμάσει καιρό τώρα ο συνήγορος υπεράσπισής του- βρήκε σε όλους τους καταγγέλλοντες και τους μάρτυρες «διάτρητες υπάρξεις». Υποτιμώντας τους, όχι το ίδιο αφ’ υψηλού όσο ο δικηγόρος και οι μάρτυρες υπεράσπισής του, άφησε να εννοηθεί πως έρχεται η ώρα τους. Τους αποκάλεσε «παρατράγουδα». Όρο που δεν δικαιολογεί την ευχαρίστηση που φαίνεται να έπαιρνε από την παρέα τους πριν τις καταγγελίες. Έκρινε τον τρόπο ζωής τους, άφησε υπονοούμενα για το κατά πόσο έναν από αυτούς τον καθοδηγούν τα χρήματα.
Έμαθε την παραίτησή του από μια ανάρτηση της Έλενας Ακρίτα και θεώρησε το ένταλμα σύλληψης «τρολάρισμα». Παράδοξο, μιας και πιστέψαμε πως εκείνος τρόλαρε, Πρόεδρο και κοινό, όταν για να αποδείξει πόσο κάθετα κατά του βιασμού και της κακοποίησης είναι, ανέφερε πως έχει κλωτσήσει γάτο πάνω από γάτα, γιατί το θέαμα του φάνηκε βίαιο. Πήγε ετοιμοπόλεμος, με όπλο την mild ειρωνεία, την υποτίμηση και τον ναρκισσισμό. Στο τέλος της μέρας, υποθέτουμε πως αν κάτι οφείλει να κάνει ένας κατηγορούμενος που δεν ομολογεί και πληρώνει μεγαλοδικηγόρους είναι να φορέσει τη στολή του ελευθεριακού μποέμ καλλιτέχνη που είναι εύκολος στόχος λόγω του ερωτύλου χαρακτήρα του (φράσεις όπως «έχω ξεφτιλιστεί για τον έρωτα» δεν έλειψαν από την κατάθεση), της αχόρταγου ηδονισμού του και της απερισκεψίας του, της με «πολύ καλές προθέσεις» απερισκεψίας του.
“Ζούσα μόνος αλλά κατά καιρούς έμενε κόσμος μαζί μου. Ήμουν δεκτικός και ανοιχτός, φιλικός, απολάμβανα το τυχαίο και το απρογραμμάτιστο και απ’ότι έδειξε και η πρακτική μετά, ζούσα απερίσκεπτα και επιπόλαια”
Αυτό που θα μείνει, ωστόσο, ανεξίτηλο για καιρό από τη σημερινή συνεδρίαση, είναι η δυσβάσταχτη ανισορροπία πόνου, βάρους και τραύματος σε σχέση με τις προηγούμενες. Πώς μετά από τόσες καταθέσεις που προκαλούν σε όποιον τις διαβάζει στο Lignadis Trial Watch, έναν κόμπο στο λαιμό, ένα σοκαριστικό τρακάρισμα με τη βία σε μια από τις χειρότερες μορφές της, σήμερα, ο κατηγορούμενος για τόσο πόνο, τόσο τραύμα και τόση καθοριστική για τη ζωή των θυμάτων οδύνη, μίλησε για τον ναρκισσισμό του. Τη «γοητεία» του και τη δύναμή της. Σκευωρίες επί σκευωριών, ζηλοφθονίες και γκομενικές πικρίες. Σε έναν κόσμο και μια υπόθεση που μας έμαθε πόσο πόνο προκαλεί η ψευδαίσθηση «ιδιοκτησίας» της εξουσίας, πόσο καθοριστικό μπορεί να είναι ένα απόγευμα πρόβας μονολόγου στο διαμέρισμα ενός σκηνοθέτη, που μπορεί να ξεπεράσει και τα πιο ανέγγιχτα όριά σου ανενδοίαστα, έρχεται κάποιος να ερμηνεύσει μια αλυσίδα καταγγελιών με όρους χαζογκομενίστικης εκδίκησης και χασούρας ενός ρόλου.