Ποιος θα το έλεγε, ε; Από τα τέλη του 2019 στις αρχές του 2022 και ένας ολόκληρος πλανήτης εξακολουθεί να ασχολείται -δικαίως- με τον κορονοϊό και τους αναγκαστικούς περιορισμούς που επέβαλλε στην καθημερινότητά μας. Θυμάστε τις πρώτες μέρες; Θυμάστε την αντίδραση της οικογένειάς σας ή των διαδικτυακών σαν φίλων μόλις ο ΠΟΥ ανακοίνωσε με κάθε επισημότητα ότι έχουμε να κάνουμε με μια πανδημία;

Κυρίες και κύριοι, θέλοντας και μη, για αυτή η γενιά θα γραφτεί ένα ξεχωριστό, τεράστιο κεφάλαιο στα Ιστορικά βιβλία του μέλλοντος. Οι επόμενες γενιές που θα χαρακτηρίζονται από την καμπούρα τους, θα διαβάζουν με το στόμα ανοιχτό για την οικονομική, υγειονομική, κλιματική, μεταναστευτική και πνευματική κρίση που τρώμε στη μάπα τα τελευταία χρόνια. Θα είναι τα λεπτά δημοσιότητας που μας αναλογούν και μας αξίζουν σε έναν αιώνα από τώρα.

Φυσικά, ιδιαίτερη μνεία θα γίνει από τους Ιστορικούς στους ήρωες αυτών των ημερών, τους επιστήμονες, τους γιατρούς, όλο το υγειονομικό προσωπικό που παρά τις δυσκολίες, έκαναν το έργο τους. Και σε μας, για την υπομονή μας. Και κάπου εκεί, δευτερόλεπτα πριν γυρίσουν τη σελίδα, θα δουν με χρυσά γράμματα τις λέξεις «Η Διαχείριση της Πανδημίας στην Ελλάδα». Και θα κλάψουν από συγκίνηση, θα πέσουν στα πατώματα, οι πωλήσεις βιβλίων του Άδωνι Γεωργιάδη θα αυξηθούν, η μουσική στα μαγαζιά θα διακοπεί προς τιμήν του Θάνου Πλεύρη, το «κοκούνινγκ» του Κυριάκου Μητσοτάκη θα παίζει παντού στο ίντερνετ και θα χρησιμοποιείται σε κάθε δημοσιογραφικό άρθρο σαν το «Σιδηρούν παραπέτασμα» του Τσώρτσιλ, χωρίς βέβαια να γνωρίζουν τι σημαίνει.

Λίγο πριν το βιβλίο «Η Γενιά που Έφαγε Όλο το Σκατό» κλείσει με δύναμη, λίγο πριν τα σωματίδια σκόνης αιωρηθούν στο δωμάτιο και γίνουν αντιληπτά με τη βοήθεια του φωτός που τρύπωσε από τα μισάνοιχτα  παραθυρόφυλα, θα διαβάσουν για τα άτομα που ποστάρουν το self test τους ή μοιράζονται την ιστορία τους με τον κορονοϊό για ψυχαγωγικούς σκοπούς. «Όλα για την Τέχνη», θα ψελλίσουν και θα στραγγίξουν το μαντήλι τους. Από το 70% του νερού που υπάρχει στο σώμα τους θα μείνει το 40%, τόσο κλάμα θα ρίξουν. «Μέσα σε όλη αυτή τη μαυρίλα που επικρατούσε έβρισκαν χρόνο και δύναμη να φλεξάρουν το θετικό ή το αρνητικό τους τεστ», θα πει με ενθουσιασμό ένας καθηγητής σε κάποια high class τάξη και οι μαθητές, για πρώτη ίσως φορά, θα κρατήσουν σημειώσεις.

via GIPHY

Σε όλες τις ιστορίες, όμως, υπάρχει ένας Μαλάκας. Με συγχωρείτε για την έκφραση, δεν μπορούσα να την αποφύγω. Σε μερικά χρόνια από τώρα οι γονείς θα είναι τόσο «προχώ» που για να τιμήσουν την ελληνική τους καταγωγή θα φωνάζουν σαν άλλοι τουρίστες στην Πλάκα τα παιδιά τους «Μαλάκα» και κάτω από την απαραίτητη ανακοίνωση στο Facebook θα δέχονται συγχαρητήρια. Αυτός ο Μαλάκας, λοιπόν, θα διακόψει τον καθηγητή του και θα κάνει την εξής ερώτηση: «Συγνώμη, αλλά δεν υπήρχε κοινωνικός στιγματισμός στην αρχή της πανδημίας; Δεν έδειχναν με το δάχτυλο όποιον είχε συμπτώματα;». Ο μεσήλικας προφέσορας θα ισιώσει τα κοκάλινα γυαλιά του και θα αναστενάξει. «Καλώς το πικροχάμπαρο», θα πει και θα συνεχίσει λέγοντας πως, «για τα likes όλα επιτρέπονται, μικρέ, πότε σκοπεύεις να το μάθεις αυτό; Υπάρχουν και άνθρωποι που θέλουν προσοχή. Αν δεν πόσταρες το self test σου ή την ιστορία σου δεν ήσουν κουλ. Επίσης, η μισή Ελλάδα είχε την μετάλλαξη Όμικρον. Όταν κάτι γίνει συλλογικό και παύει να είναι προσωπικό, δεν τρέχει κάτι. Πώς σου φάνηκε;».

Τότε, οι συμμαθητές του πικροχάμπαρου, Μαλάκα στο όνομα, θα του πετάξουν τα τάμπλετ στο κεφάλι και θα γελάνε μαζί του, με τον προφέσορα να επιμένει πως δεν είναι σωστό και πως θα ήταν προτιμότερο να του ανοίξουν το κεφάλι στο διάλειμμα, όσο εκείνος στέλνει DM στο άτομο που του πάτησε τέσσερις σερί καρδούλες σε παλαιότερες φωτογραφίες και σε ένα status που γράφτηκε 2 χρόνια πριν.