Το θύμα. Η επιζώσα. Αυτή πρέπει να στηρίξουμε. Αυτή η γυναίκα πρέπει να μάθει ότι δεν έκανε λάθος. Αυτή η γυναίκα που πρέπει να παραμείνει στη συλλογική συνείδησή μας ως μια όμορφη, γενναία, υπέροχη γυναίκα και όχι απλά ως θύμα του Στάθη Παναγιωτόπουλου. Μια γυναίκα με δικαίωμα να διεκδικήσει τη σεξουαλική απελευθέρωσή της αλλά όχι την κακοποιητική διαπόμπευσή της.
Λάθος είναι να πέφτουμε στο παγόβουνο και να βουλιάζουμε επειδή είδαμε μόνο την κορυφή του. Λάθος είναι να επιτρέπουμε σε fake ηθικολόγους, νοσηρούς κομπλεξικούς μαυροντυμένους Φρανσκενστάιν να κλαίνε πάνω από χυμένο γάλα. Λάθος είναι η μη θωράκιση των κεκτημένων εργασιακών δικαιωμάτων και να δημιουργείς ένα σεξιστικό περιβάλλον που ανέχεται την σεξουαλική παρενόχληση. Που όχι απλά δεν έχεις πολιτικές πρόληψης αλλά σε περίπτωση καταγγελίας περιστατικού από επιζώσες ακολουθούν εκδικητικές απολύσεις. Λάθος είναι να λες ότι στηρίζεις τις επιζώσες έμφυλης βίας και κακοποίησης και να μην έχεις εξασφαλίσει την ασφάλεια των υπαλλήλων σου απέναντι στα πεινασμένα, στα λιγούρια, στα ξεΐγκλωτα αρπακτικά που κυκλοφορούν – ενώ είναι μεσήλικες άνδρες που επιτρέπεις να μπαίνουν στα σαλόνια μας- φορώντας φθηνά μπλουζάκια «I love pussy». Λάθος είναι να μην υπάρχει ειδική επιτροπή διερεύνησης καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης. Λάθος είναι να μην προωθούνται γυναίκες σε θέσεις υψηλής ευθύνης για να εμπεδώνεται η ισότητα, να περιορίζεται δηλαδή η παρουσία της γυναίκας σε ένα δευτερεύον ρόλο που καλείται να είναι απλά ευπαρουσίαστη και πρόσχαρη.
Ας κάνουμε μια μικρή παρένθεση, καθόλου τυχαία, να μιλήσουμε για μοντέλα διαδικασίας διαµόρφωσης στρατηγικών επικοινωνιακής διαχείρισης σε ενδεχόµενο κρίσης. Αυτό που μας έμαθαν στα πανεπιστήμια που πήγαμε ως Crisis Management. Μάθαμε λοιπόν σε περιπτώσεις που δεχθείς επικοινωνιακό πλήγμα να καταστρώνεις σχέδιο για ανάρρωση και ανάκτηση του ελέγχου. Ένας εύκολος τρόπος είναι να πιέσεις πχ τον μέσο άνδρα τηλεθεατή να μπει στη δική σου θέση μιλώντας για τις κόρες σου, την αντιπολιτευτική σου σάτιρα, το καθαρό σου κούτελο κι άλλα τέτοια ρητορικά τερτίπια που αγγίζουν την λαϊκιστική βάση του κοινού που στοχεύεις. Κάτι άλλο που μάθαμε στα πανεπιστήμια, λοιπόν, είναι ότι οι φερόμενοι ως «σωτήρες» της Δημοκρατίας χρησιμοποιούν τον καιροσκοπικό λαϊκισμό. Κοινά χαρακτηριστικά: η απαξίωση της αστικής ευγένειας μέσω κάφρικων αστείων, η δίψα για εξουσία και κράξιμο. Κυρίως, η καλλιέργεια μιας ανταγωνιστικής θεώρησης του κόσμου, μεταξύ των ισχυρών, ελίτ και του μεροκαματιάρη λαού. Η ύπαρξη δηλαδή διχαστικών διπόλων. Για να ελέγχονται. Ο λαϊκισμός είναι πολυπρόσωπος. Είναι το μέσο χειραγώγησής μας. Είναι δύσκολο να τον αναγνωρίσεις. Αν συναντήσεις όμως τηλεοπτικό δημαγωγό τότε να είσαι σίγουρος ότι εφαρμόζει αυτή την πρακτική.
Αυτοί είναι οι τρόποι που μια μέση τηλεπερσόνα θέλει να σε πείσει: στόχευση κυρίως στο θυμικό της κοινωνίας (το συναίσθημα). Ρηχότητα θέσεων. Καλλιέργεια μαζικού θυμού. Χυδαία συνθηματολογία. Είναι εύκολο να βρεις τον πρόσωπο με το οποίο –αν το επικαλεστείς σε μια κρίση- θα θυμώσει ο μέσος τηλεθεατής.
Ο φεμινισμός του τέταρτου κύματος θέλει να πιστέψουμε τις γυναίκες. Λογικά, θα πει κάποιος, θα έπρεπε να πιστεύουμε όλα τα θύματα χωρίς έμφυλες διακρίσεις. Τι γίνεται όμως στην πράξη; Τι φορούσε; Γιατί δέχτηκε να την βιντεοσκοπήσει; Δέχτηκε να βιντεοσκοπήσουν τις ερωτικές πράξεις για να κερδίσει κάτι, το μετάνιωσε μετά. Στείλε λινκ για τα βίντεο. Στην πράξη, ακούγονται αυτά. Προκατασκευασμένες ερωτήσεις που ζητούν από τη γυναίκα θύμα να απολογηθεί. Τα τραύματά της στιγματίζονται.
Τέλος, για να μιλήσουμε για το «ανοίγουν τα στόματα». Κάποιες γυναίκες γνώριζαν και δεν κατήγγειλαν γιατί ήξεραν ότι το αφεντικό τους επίσης γνώριζε την σεξουαλική παρενόχληση. Κι έκανε τα στραβά μάτια και έβαζε πλάτες στη δημιουργία του τέρατος, το αφεντικό πιθανότατα θα έλεγε έτσι είναι αυτός ο χώρος και μπορεί να δέχεσαι ένα ανεπιθύμητο βλέμμα. Ευτυχώς, οι πεποιθήσεις αλλάζουν. Μέσα από τις ακόλουθες αναρτήσεις πχ. Με την εμπειρία από το διάστημα όπου εργάστηκε στους Ράδιο Αρβύλα πρώην εργαζόμενη της εκπομπής. Που σεβόμαστε το δικαίωμά της στην ανωνυμία.
«Σαν πρώην εργαζόμενη στο Ράδιο Αρβύλα θα τα πω, γιατί σαν γυναίκα τα έχω πει πολλάκις και τα είπαν κι άλλοι καλύτερα από ‘μένα. Το θέμα της δημοσίευσης πορνογραφικού υλικού εν αγνοία των συμμετεχόντων έχει προφανώς πολλές διαστάσεις, κοινωνικές, ψυχολογικές, νομικές. Θέλω εδώ να αναφερθώ σε μία μόνο, αυτή που αφορά την ανοχή των άλλων. Ας δεχτούμε ότι οι υπόλοιποι τρεις του πάνελ δεν ήξεραν ότι ο τέταρτος ανεβάζει στο ίντερνετ προσωπικές στιγμές άλλων ανθρώπων εν αγνοία τους. Μιας και είναι αδύνατο να ξέρουμε αν ισχύει στ’ αλήθεια ή όχι, ας δεχτούμε ότι δεν το ήξεραν. Θέλω όμως, σαν άνθρωπος που συνεργάστηκα μαζί τους, να πω τι ήξεραν.
Ήξεραν ότι ο εν λόγω τύπος είναι ένας γλοιώδης παρενοχλητής. Ήξεραν ότι την πέφτει σε ό,τι κινείται, προχωρώντας άμεσα και σε κινήσεις – χοντράδες αν τυχόν η εκάστοτε κοπέλα προσπαθούσε να αρνηθεί με ευγενικό τρόπο. Γιατί δεν έφτανε να δείξεις ευγενικά ότι δεν ενδιαφέρεσαι, καθώς κάθε ευγένεια την έπαιρνε ως αφορμή για περισσότερο μπάσιμο.
Ήξεραν όλοι ότι παρενοχλούσε τα κορίτσια στο γραφείο, στο στούντιο, όπου στεκόταν κι όπου βρισκόταν. Φαίνεται βέβαια και στην ίδια την εκπομπή όλα αυτά τα χρόνια πως είναι αποδεκτό από τους υπόλοιπους το γλοιώδες πέσιμό του σε συνεργάτιδες και καλεσμένες μουσικούς.
Έχω πολλά παραδείγματα να δώσω και από τη συμπεριφορά του προς εμένα. Όπως ότι με προσκάλεσε μέσα στο στούντιο την ώρα της ραδιοφωνικής του εκπομπής και ενώ βρισκόμουν στο χώρο για θέματα της τηλεοπτικής, για να μου δείξει πώς γίνεται η εκπομπή και να μου την πέσει εντός και εκτός αέρα. Όπως ότι μου έφερε λουλούδια “από τον κήπο της μητέρας του”, στα καλά καθούμενα και μπροστά στους συναδέλφους μου στη συντακτική ομάδα της Αρβύλας.
Για το πόσο ντράπηκα φυσικά, ούτε λόγος. Όταν παραιτήθηκα από την Αρβύλα με πλησίασε για να μου τάξει άλλη δουλειά και όταν δέχτηκα να συναντηθούμε να το συζητήσουμε μου είπε έξω από τα δόντια ότι θα χρειαστεί πρώτα “να περάσω από το σπίτι του για να μου δείξει τη συλλογή με τα CD του”.
Και όταν έφυγα αηδιασμένη από εκείνη τη συνάντηση φυσικά δεν πτοήθηκε, καθώς μου έστελνε μηνύματα, στα οποία ποτέ δεν ανταποκρινόμουν, για ΧΡΟΝΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΑ. SMS και viber, πρωί ή βράδυ, χωρίς ποτέ να ανταποκρίνομαι, δεν είχε καμία σημασία για τον “Σκύλο”.
Το τελευταίο μήνυμα μου το έστειλε πριν 4 περίπου χρόνια (8 χρόνια από την τελευταία φορά που τον είδα!!), για να με ενημερώσει, έτσι στο άσχετο, για τις επιδόσεις του στο στοματικό έρωτα. Ναι, καλά διαβάσατε.
Δεν ξέρω λοιπόν να σας πω αν ήξεραν για τις παράνομες πράξεις του, μπορώ όμως σίγουρα να σας πω ότι ήξεραν για τις “νόμιμες” και τις φανερές. Αυτές που στην καθημερινότητα γίνονται ανεκτές, εν μέσω αστείων, με βλέμματα που κάνουν πως δε βλέπουν και με σκέψεις τύπου “Έλα μωρέ, έτσι είναι ο Στάθης”. Με ανοχή, λοξές ματιές και σιωπηλή συγκάλυψη, έτσι συνέπλεαν με το γυμνοσάλιαγκα οι υπόλοιποι. Αναγνωρίζω τις καλές τους προθέσεις εν γένει, αλλά το σύννεφο από το οποίο δείχνουν να έπεσαν, όχι.
Στην τελική γιατί όχι, έτσι κι αλλιώς με αυτόν τον τρόπο δε συμπλέει και η πλειονότητα των Ελλήνων που έχει στο περιβάλλον της έναν φίλο, έναν γνωστό, έναν ξάδερφο, έναν θείο ή ένα συνεργάτη που είναι ένας γλοιώδης πέφτουλας που παρενοχλεί γυναίκες;».