Σήμερα, σαστισμένοι μπροστά στις τηλεοράσεις είδαμε την είσοδο της Ιωάννας Παλιοσπύρου, αυτού του συνταρακτικά γενναίου πλάσματατος στο Δικαστήριο. Μη μπορώντας να πάρουμε τα μάτια μας από την οθόνη που ξεχείλιζε ένα θάρρος αδιανόητο, ακούγαμε δημοσιογράφους και ρεπόρτερ να κάνουν λόγο για “ανατριχίλα”, ευχές για “κουράγιο”,  για τη ” ζωή της που καταστράφηκε” και για τον “γολγοθά που ανεβαίνει”. Με έναν τρόπο, είναι σαν να αποτελειώνουν τρίτοι τη δουλειά που ξεκίνησε η Έφη Κακαράντζουλα, ρίχνοντάς της το καυστικό υγρό εκείνη τη μέρα του Μαΐου του 2020. Έναν ζωντανό θάνατο. Παρουσιαστές, με συνοπτικές διαδικασίες, έλεγαν με ψυχρό αίμα πως η ζωή της τελείωσε, βολεμένοι πάνω στο προνόμιο του να είναι έξω από το χορό, σε μια κατάσταση που τους επιτρέπει να προκαθορίζουν και να καταδικάζουν. Όλα αυτά, το 2021, που η ιατρική πακετάρει λύσεις και ελπίδες μαζί με τις διαγνώσεις. 

Τα συστατικά αυτής της υπόθεσης είναι μια κακία βγαλμένη από τις πιο σκοτεινές γωνιές των χαμηλότερων ενστίκτων του ανθρώπινου είδους, η στα όρια της κοινωνιοπάθειας έλλειψη ενσυναίσθησης και ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός. Η πατριαρχικά δομημένη κοινωνία, που μας τρακάρει με τις πιθανότητες εμείς οι γυναίκες να μισούμε άλλες γυναίκες, να συγκρινόμαστε με άλλες γυναίκες, να ανταγωνιζόμαστε άλλες γυναίκες, δεν είναι αθώα και δεν θα είναι ποτέ. Η γυναίκα ιστορικά ζορίζεται να αρέσει, να προτιμάται, να επιλέγεται από τους πολύτιμους, με την πρώτη ευκαιρία πολυγαμικούς, με άπειρες επιλογές και σεξουαλικές ελευθερίες άντρες. Η θύτρια αποφάσισε πως στον εμμονικό δρόμο που είχε πάρει, η Ιωάννα έπρεπε να βγει από τη μέση, με κάθε κόστος. Το αποτέλεσμα της υπόθεσης, όμως, ποιο θα πρέπει να είναι; Απαισιόδοξες προβλέψεις για τη συνέχεια της ζωής μιας πραγματικής μαχήτριας;

Αν η ίδια η Ιωάννα έχει το θάρρος να κάνει τα απαραίτητα βήματα προς τον καθρέφτη και να κοιτάξει τον εαυτό της, που δεν μοιάζει πια με εαυτό της, αν βρήκε τη γενναιότητα να ανεβάσει μια φωτογραφία από τα πρώτα της χειρουργία στα social media, αν έχει ήδη αποφασίσει να ξαναδιεκδικήσει τη ζωή της, κάνοντας ό,τι κρίνεται ώστε να βγει από την παύση στην οποία με τη βία μπήκε, τότε κανείς δεν νοιάζετε για τις απαισιόσοξες προβλέψεις και τον οίκτο μας. 

Φράσεις όπως: “Καταστράφηκε η ζωή της”, “Άτυχο κορίτσι”, “Ζει μια κόλαση”, όχι μόνο είναι εκφάνσεις ενός περιττού, αδρανή οίκτου, αλλά δηλώνουν μια αφ’ηψηλού λύπηση, μια αποστασιοποιημένη καταδίκη και ένα μη ηθελημμένο “τα κατάφερες” στη θύτρια. Η Ιωάννα δεν είναι καημένη, ούτε καταστράφηκε η ζωή της. Η Ιωάννα μετατρέπεται σε σύμβολο. Σε μια επιζώσα μιας τραγικής επίθεσης, που βρήκε το θάρρος να παρευρεθεί στο Δικαστήριο και να κοιτάξει στα μάτια τη θύτριά της, παρά τις παραινέσεις της οικογένειας και την νομικής εκπροσώπησής της, να μην το κάνει. Η Ιωάννα θα συνεχίσει να δίνει μάχη και στο δικαστήριο αλλά και στα χειρουργία και θα ξαναναπνεύσει. Ήδη το κάνει. 

Η Ιωάννα βιώνει αυτό που βιώνει εξαιτίας μιας άλλης γυναίκας, που κατάπιε περισσότερο μισογυνισμό από όσο μπορούσε να καταναλώσει. Αλλά οι υπόλοιπες είμαστε περισσότερες. Δεν τη μισούμε, δεν τη ζηλεύουμε. Τη θαυμάζουμε. Τη θαυμάζουμε βαθιά και ειλικρινά. Δεν την κοιτάζουμε οικτίροντας, αλλά χαμογελώντας. Ανεβαίνουμε μαζί της τα σκαλιά προς τη δικαιοσύνη και την ακολουθούμε με συμπαράσταση και στον υπόλοιπο, εξωδικαστικό, σημαντικό δρόμο που έχει να διανύσει. Και τη βρίσκουμε όμορφη. Όπως και να έχει.